Η νέα χρονιά βρίσκει τη Γερμανία με τη βαριά κληρονομιά του απερχόμενου 2017, τη μεγαλύτερη κυβερνητική κρίση στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Ποτέ ως τώρα η ισχυρότερη χώρα της Ευρώπης δεν έμεινε για τόσο μεγάλο διάστημα με υπηρεσιακή κυβέρνηση. Η κυβερνητική κρίση υπάρχει κίνδυνος να μετατρέψει τη Γερμανία στον πολιτικό ασθενή της Ευρώπης, την ώρα που στην άλλη πλευρά του Ρήνου ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν επενδύει στην καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ για να υλοποιήσει το όραμά του για την ΕΕ. Και όλα δείχνουν ότι ο Μακρόν και η υπόλοιπη Ευρώπη θα περιμένουν ως το Πάσχα για τη νέα κυβέρνηση της Γερμανίας, κατά πάσα πιθανότητα έναν νέο «μεγάλο συνασπισμό» μεταξύ Χριστιανικής Ενωσης και Σοσιαλδημοκρατών.
Το χρονοδιάγραμμα προβλέπει έναρξη «διερευνητικών» συνομιλιών στις 7 Ιανουαρίου και συνέδριο του SPD στις 21 Ιανουαρίου για να εγκρίνει την ουσιαστική διαπραγμάτευση για το μοντέλο συγκυβέρνησης CDU/CSU και SPD. Το αισιόδοξο σενάριο είναι να ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση ως τα μέσα Φεβρουαρίου και να πραγματοποιηθεί ως το τέλος Μαρτίου το εσωκομματικό δημοψήφισμα του SPD, που θα ανάψει το «πράσινο φως» για τον τρίτο συνολικά και δεύτερο κατά σειρά «μεγάλο συνασπισμό» με καγκελάριο τη Μέρκελ. Αυτή είναι η μόνη ρεαλιστική εξέλιξη για να αποτραπεί η νέα προσφυγή στις κάλπες, η οποία θα παρέτεινε την αβεβαιότητα και θα μετέτρεπε την κυβερνητική σε βαθιά πολιτική κρίση στη Γερμανία.
Για την Ανγκελα Μέρκελ θα είναι η τέταρτη θητεία της στην Καγκελαρία, και κατά πάσα πιθανότητα η τελευταία. Ενας στους δύο Γερμανούς (47%) επιθυμεί να εγκαταλείψει η Μέρκελ τη θέση της πριν από το τέλος της περιόδου το 2021, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του ινστιτούτου YouGov για το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA) και μόνο το 36% θέλει να εξαντλήσει τη νέα τετραετία. Πρόκειται για κυβερνητική φθορά, αναμενόμενη ύστερα από 12 χρόνια στην Καγκελαρία. Η Μέρκελ παραμένει ωστόσο αδιαμφισβήτητα η ισχυρότερη πολιτική προσωπικότητα της Γερμανίας. Η ίδια προεξόφλησε ότι θα είναι πάλι υποψήφια σε περίπτωση νέων εκλογών και ότι θα εξαντλήσει την τετραετία. Τότε θα δρομολογήσει και τη διαδοχή της στην ηγεσία του CDU.
Η Μέρκελ θα παραδώσει μια πλήρως μεταλλαγμένη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση, η οποία στο μεταξύ προώθησε το κλείσιμο των πυρηνικών αντιδραστήρων και τη στροφή στις εναλλακτικές πηγές ενέργειας, ψήφισε τον κατώτατο μισθό, δέχθηκε 1 εκατομμύριο πρόσφυγες και τον «γάμο για όλους», και για τους ομοφυλόφιλους, προωθεί περισσότερες γυναίκες σε ηγετικές θέσεις επιχειρήσεων και βάζει προτεραιότητα να μη χαθεί το τρένο της ψηφιακής εποχής. Οσο για τη μεταρρύθμιση της ΕΕ, βρίσκεται πολύ πιο κοντά στον Μακρόν απ’ ό,τι μπορεί να αντέξει ο εθνικολαϊκισμός που με την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) πάτησε πόδι και στην Μπούντεσταγκ. Αυτά τα πολιτικά χαρακτηριστικά της Μέρκελ ελάχιστη σχέση έχουν με την παραδοσιακή δεξιά Χριστιανοδημοκρατία.
Το CDU μετά τη Μέρκελ θα κάνει σίγουρα μια μεγάλη δεξιά στροφή. Αυτή τη στροφή προσμένουν ξένοι ηγέτες όπως ο δεξιός νέος καγκελάριος της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς, αυτήν επιδιώκουν στο εσωτερικό οι πολιτικοί της αντίπαλοι, όπως οι Φιλελεύθεροι, αυτήν απεργάζονται στο κόμμα της συντηρητικά στελέχη και μνηστήρες για τη διαδοχή της, όπως ο φιλόδοξος υφυπουργός Οικονομικών Γενς Σπαν. Ο 38χρονος δηλωμένος ομοφυλόφιλος Σπαν που παντρεύτηκε αυτή την εβδομάδα τον 36χρονο δημοσιογράφο Ντάνιελ Φούνκε καλλιεργεί συστηματικά ένα συντηρητικό προφίλ ως αντίπαλος πόλος στη Μέρκελ σε κομβικά ζητήματα όπως το Μεταναστευτικό και η κοινωνική πολιτική.
Ο ταχύτερος δρόμος για να απαλλαγούν όλοι από τη Μέρκελ είναι οι νέες εκλογές. Μια Χριστιανική Ενωση χωρίς τη Μέρκελ ζητούν ανοιχτά οι Φιλελεύθεροι του Κρίστιαν Λίντνερ, για να ξανασυζητήσουν τη συμμετοχή τους σε κυβέρνηση «Τζαμάικα». Η στόχευση είναι προφανής. Αφού οδήγησε στο ναυάγιο της «Τζαμάικα» και το κόμμα του στο πολιτικό περιθώριο, η μόνη ελπίδα του Λίντνερ να αποφύγει την πολιτική εξαφάνιση είναι να φύγει από τη μέση η Μέρκελ και να συγκροτηθεί ο δεξιός άξονας Χριστιανικής Ενωσης –Φιλελευθέρων. Υπολογίζει ότι έτσι θα ανακοπούν οι διαρροές προς την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και ταυτόχρονα θα αποτρέψει και υποχωρήσεις της Γερμανίας έναντι των μεταρρυθμίσεων του Μακρόν στην ΕΕ. Πάντως και ο Λίντνερ βλέπει ότι προς το παρόν η Μέρκελ «κάθεται σταθερά στον θρόνο της».
Αποδυναμωμένος μπαίνει και ο Μάρτιν Σουλτς στη διαπραγμάτευση για τη νέα κυβέρνηση της Γερμανίας. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα έχασε μέσα σε μία 20ετία τους μισούς ψηφοφόρους του. Ο πρόεδρός του Μάρτιν Σουλτς είναι «ο χαμένος της χρονιάς 2017», αυτό πιστεύει το 67% των Γερμανών σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Emnid για τον όμιλο εφημερίδων Funke. Τίτλος κάθε άλλο παρά κολακευτικός για τον πολιτικό που στις αρχές του χρόνου ενσάρκωνε τις ελπίδες των Σοσιαλδημοκρατών να βγουν από τον κύκλο της συρρίκνωσης.

Κόκκινες γραμμές και συγκυβέρνηση

Σήμερα ο Σουλτς δεν έχει πολλές επιλογές. Είτε θα οδηγήσει σε ναυάγιο τη διαπραγμάτευση για τον «μεγάλο συνασπισμό» είτε θα καταφέρει να βάλει σοσιαλδημοκρατική σφραγίδα στο πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης της Μέρκελ. Πώς μπορεί να συμβεί αυτό περιέγραψε ο υπηρεσιακός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, βάζοντας δύο κόκκινες γραμμές για νέα συγκυβέρνηση με τη Μέρκελ. Πρώτον, να σταματήσει η Καγκελαρία «να απορρίπτει κάθε μεταρρύθμιση της ΕΕ, όπως μέχρι τώρα», όπως είπε στην εφημερίδα «Bild» της Τετάρτης, και, δεύτερον, να δεχθεί τη μεταρρύθμιση όσον αφορά την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για να αρθούν οι ανισότητες μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων ταμείων ασφάλισης.

Ο Γκάμπριελ έδωσε τον τόνο και σε άλλα κρίσιμα ζητήματα που θα διαχειριστεί η νέα κυβέρνηση του Βερολίνου. Απορρίπτει την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 2% του ΑΕΠ που ζητεί ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, γεγονός που θα σήμαινε διπλασιασμό των αμυντικών δαπανών της Γερμανίας. Μετά την οικονομική και πολιτική ηγεμονία στην Ευρώπη, κατά τον Γκάμπριελ, θα ήταν «καταστροφικό» να επιδιώξει η Γερμανία να ηγηθεί της Ευρώπης και στρατιωτικά.
Ταυτόχρονα ο Γκάμπριελ θέλει το Brexit ως υπόδειγμα για την Τουρκία. «Αν πετύχουμε μια έξυπνη συμφωνία με τη Μεγάλη Βρετανία που να ρυθμίζει τις σχέσεις της Ευρώπης μετά το Brexit, αυτό θα μπορούσε να είναι μοντέλο και για άλλες χώρες, την Ουκρανία και την Τουρκία» εξήγησε ο Γκάμπριελ μιλώντας στις εφημερίδες του ομίλου Funke. Ειδικά για την Τουρκία, μπορεί να επιτευχθεί αυτό με «μια στενότερη μορφή τελωνειακής ένωσης με την Αγκυρα», αν αλλάξουν οι σημερινές συνθήκες στην Τουρκία. «Δεν μπορώ να φανταστώ ότι τα επόμενα χρόνια η Τουρκία και η Ουκρανία θα γίνουν μέλη της ΕΕ. Ως εκ τούτου πρέπει να σκεφθούμε εναλλακτικές μορφές μιας στενότερης συνεργασίας» είπε ο Σοσιαλδημοκράτης Γκάμπριελ.
Με τη θέση αυτή προσεγγίζει την Ανγκελα Μέρκελ, η οποία πάντοτε επεδίωκε την «προνομιακή» σχέση ΕΕ – Τουρκίας, κάτω από τον πήχη της πλήρους ένταξης. Αν περάσει αυτό και στο κυβερνητικό πρόγραμμα ενός νέου «μεγάλου συνασπισμού», θα είναι ουσιώδης αλλαγή γραμμής του SPD και κατ’ επέκταση της επίσημης γερμανικής πολιτικής για πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ