Δύο χρόνια τώρα στην εξουσία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν κάνει τίποτα άλλο από το να διαπραγματεύεται, να διαπραγματεύεται, να διαπραγματεύεται και δυστυχώς χωρίς επιτυχία.
Ας πάρουμε για παράδειγμα το χρέος. Οταν πριν από δύο χρόνια ο Αλέξης Τσίπρας ανέλαβε Πρωθυπουργός κράτησε ψηλά τη σημαία για «κούρεμα» του χρέους. Προτάσσοντας τις θεωρίες του Γιάνη Βαρουφάκη και την Επιτροπή Αλήθειας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, ζητούσε «κούρεμα» χρέους και τίποτα άλλο.
Ετσι, βρεθήκαμε στο κατώφλι της εξόδου από το ευρώ, στα capital controls και σε νέα ύφεση. Δύο χρόνια μετά, ενώ έχει υπογράψει το τρίτο Μνημόνιο και έχει εγκαταλείψει την ιδέα για «κούρεμα» του χρέους, αναγνωρίζοντας την αυταπάτη του, δεν έχει καταφέρει να πετύχει κάτι θετικό πέρα από τις ίδιες υποσχέσεις που είχαν δώσει οι Ευρωπαίοι από το 2012. Αιτία; Οι συνεχείς καθυστερήσεις στο κλείσιμο των αξιολογήσεων που μεταφέρουν συνεχώς στο μέλλον τη συζήτηση για το χρέος και πάντα υπό δυσμενέστερες συνθήκες.
Ετσι, η ένταξη της Ελλάδας στο QE συνεχώς μετατίθεται και, όπως φαίνεται, στην καλύτερη περίπτωση, θα έλθει (αν έλθει) το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Διότι κανένας ευρωπαίος πολιτικός, εν όψει των εκλογικών αναμετρήσεων σε Ολλανδία, Γαλλία και κυρίως στη Γερμανία, δεν θα συμφωνήσει για ρύθμιση του χρέους, την οποία έχει θέσει ως προϋπόθεση για ένταξη στο QE ο Μάριο Ντράγκι.
Ολοι τώρα λένε, ακόμη και το ΔΝΤ, ότι στην παρούσα φάση το ελληνικό χρέος δεν χρειάζεται «κούρεμα», απλώς μια επιμήκυνση των λήξεων και μείωση των επιτοκίων. Για τα περαιτέρω η Κριστίν Λαγκάρντ παρέπεμψε, μόλις την περασμένη εβδομάδα, μετά τη λήξη του προγράμματος, στο 2018!
Αλλά ούτε στα θέματα των φόρων, των συντάξεων και των μεταρρυθμίσεων η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης έχει φέρει καλύτερα αποτελέσματα. Τα τελευταία δύο χρόνια και οι φόροι έχουν αυξηθεί και οι συντάξεις έχουν περικοπεί με τον νέο τρόπο υπολογισμού του νόμου Κατρούγκαλου.
Από την πλευρά τους, οι πιστωτές βολεύονται και δεν έχουν κανέναν λόγο να βιάζονται. Η στάση τους έγινε και πάλι σαφής την περασμένη Δευτέρα μετά το Eurogroup, όπως ήταν και πριν από έναν χρόνο και πριν από έξι μήνες. Κάθε φορά που ο κ. Τσίπρας θέτει το αίτημα της πολιτικής λύσης στην Ανγκελα Μέρκελ, εκείνη τον ακούει μεν, αλλά τον παραπέμπει στους θεσμούς και στις διαδικασίες. Και έτσι, δύο χρόνια τώρα, περνούν οι ημερομηνίες, της 5ης Δεκεμβρίου, της 20ής Φεβρουαρίου, της 9ης Μαρτίου κ.ο.κ.
Δυστυχώς όμως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν μπορεί να ζήσει χωρίς διαπραγμάτευση. Χωρίς να μάχεται τον Σόιμπλε, τον Τόμσεν, τους μνημονιακούς, τους μερκελιστές κ.λπ. Διότι διαφορετικά θα πρέπει να κυβερνήσει, και εκεί οι επιδόσεις της είναι ακόμα χειρότερες. Ετσι, δύο χρόνια τώρα παρακολουθούμε το ίδιο κακοπαιγμένο έργο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ