Η ανεργία πλήττει τον έναν στους τέσσερις φυσικοθεραπευτές, ενώ ο ένας στους δύο νέους επιστήμονες είναι απαισιόδοξος ως προς το επαγγελματικό του μέλλον. Παρά την εμπειρία τους και την υψηλή επιστημονική τους επάρκεια, οι φυσικοθεραπευτές σε ποσοστό 47,6% δεν βλέπουν επαγγελματικές ευκαιρίες στην Ελλάδα. Η υψηλή φορολογία, οι καθυστερήσεις στις πληρωμές από τον ΕΟΠΥΥ, το clawback και το rebate, καθώς και οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη επιχειρήσεων στον κλάδο της φυσικοθεραπείας.
Να σημειωθεί ότι το 2015 ο ένας στους δύο φυσικοθεραπευτές δυσκολεύτηκε να καταβάλει τις ασφαλιστικές εισφορές του και το 37,9% να ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του.
Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν, μεταξύ άλλων, από έρευνα που διεξήχθη για λογαριασμό του Πανελληνίου Συλλόγου Φυσικοθεραπευτών (ΠΣΦ), στο πλαίσιο του Βαρόμετρου Επαγγελματιών Υγείας –Βαρόμετρου HCB. Πρόκειται για ερευνητικό πρόγραμμα το οποίο απευθύνεται σε επαγγελματίες του χώρου της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) με σκοπό τη σκιαγράφηση της γενικότερης επαγγελματικής συγκυρίας στο χώρο της ΠΦΥ. Η έρευνα διενεργήθηκε από τις 30 Μαρτίου 2016 ως τις 28 Απριλίου 2016, σε δείγμα 733 φυσικοθεραπευτών από διάφορες περιοχές της χώρας. Από αυτούς οι 520 εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες.
Ειδικότερα, από την έρευνα εξήχθησαν τα ακόλουθα αποτελέσματα:
* Το 24% των φυσικοθεραπευτών κατέχει μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο σπουδών και το 20,1% έχει κάνει μετεκπαίδευση.
* Το 87,3% είναι της άποψης ότι πρέπει να θεσπιστεί η δια βίου εκπαίδευση στους φυσικοθεραπευτές με μοριοδότηση (credits), όπως γίνεται σε πολλές χώρες.
* Το 88,5% θεωρεί ότι πρέπει να θεσπιστεί η εξειδίκευση του φυσικοθεραπευτή στην Ελλάδα ώστε να είναι υψηλότερο το επίπεδο των προσφερόμενων υπηρεσιών.
Ο ένας στους τέσσερις είναι άνεργος
* Το 34,7% εργάζεται ως φυσικοθεραπευτής για 10-19 έτη, το 18,1% για 20-29 έτη και το 6,4% για 30 έτη και άνω, ενώ το ποσοστό της ανεργίας φθάνει το 27,7%.
* Το 36,5% εργάζεται σε μονάδες ΠΦΥ για 15 έτη και άνω, το 22,3% για 10-15 έτη και το 20,8% για 5-10 έτη.
* Οι περισσότεροι φυσικοθεραπευτές συγκεντρώνονται στην περιφέρεια της Αττικής (46%). Ακολουθούν η Κεντρική Μακεδονία (14,4%), η Δυτική Ελλάδα (6,9%), η Κρήτη (6,9%) και η Θεσσαλία (5,2%).
* Tο 32,2% των φυσικοθεραπευτών θεωρεί πολύ έως αρκετά πιθανό να αναζητήσει εργασία στο εξωτερικό μέσα στον επόμενο χρόνο. Το στοιχείο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς πρόκειται για επαγγελματίες οι οποίοι αρχικά σκόπευαν να ζήσουν και να εργαστούν στην Ελλάδα. Και αυτό διότι το 58,7% δηλώνει ότι δεν βλέπει επιχειρηματικές ευκαιρίες στον τομέα της Υγείας στην Ελλάδα τα προσεχή χρόνια. Μάλιστα το 72,3% δεν βλέπει καθόλου φιλικό κλίμα για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα.
* Οι τρεις προτεραιότητες της πολιτείας για τη δημιουργία ευνοϊκότερου κλίματος με στόχο την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας πρέπει να είναι: η ύπαρξη φορολογικών κινήτρων (82,1%), η μείωση της γραφειοκρατίας για τη λειτουργία νέας επιχείρησης (65,9%) και η ύπαρξη ασφαλιστικών κινήτρων (61,3%).
* Tο 43,3% θεωρεί ότι πρέπει να εφαρμοστούν διαφορετικά μοντέλα αποζημίωσης της συνεδρίας φυσικοθεραπείας στην Ελλάδα όπως και σε άλλες χώρες (π.χ. διαφορετική τιμή αποζημίωσης ανάλογα με τη βαρύτητα της πάθησης).
Σχετικά με τη νέα σύμβαση που πρόκειται να υπογραφεί με τον ΕΟΠΥΥ το 76,5% των φυσικοθεραπευτών πιστεύει ότι πρέπει να είναι συλλογική.
Τα εμπόδια στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων
Η υψηλή φορολογία, οι καθυστερήσεις πληρωμών από τον ΕΟΠΥΥ, η εφαρμογή των clawback και rebate, καθώς και οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές αποτελούν τα βασικότερα εμπόδια για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων στον κλάδο των φυσικοθεραπευτών.
Συγκεκριμένα, το 79,2% θέτει ως βασικότερο πρόβλημα την υψηλή φορολογία, το 65,4% τις καθυστερήσεις στις πληρωμές του ΕΟΠΥΥ, το 63,7% τα μέτρα του clawback και του rebate, το 58,5% τις υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, το 24,4% τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου και το 16,2% το υψηλό λειτουργικό κόστος.
Μάλιστα, τη χρονιά που πέρασε το 48,8% των φυσικοθεραπευτών δυσκολεύτηκε να καταβάλει τις ασφαλιστικές εισφορές του το 43,7% δυσκολεύτηκε να καταβάλει τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ (ΔΕΗ κ.λπ.) και το 37,9% να ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του.