Η μαρμότα είναι από τα πιο συμπαθή τρωκτικά. Αλλά θα έμενε ίσως γνωστή μόνο στους ζωολόγους, αν ένας ευφάνταστος σκηνοθέτης του Χόλιγουντ δεν έβαζε το όνομά της στον τίτλο μιας σουρεαλιστικής ταινίας: «Η μέρα της μαρμότας». To σουρεαλιστικό στοιχείο της ταινίας είναι ότι ο ήρωάς της ξυπνά κάθε ημέρα την ίδια ημερομηνία, στις 2 Φεβρουαρίου, τη ζει όμως κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο.
Το φιλμ είναι από τότε συνεχής πηγή εμπνεύσεων. «Η Ελλάδα είναι σαν τη μαρμότα» έλεγε για παράδειγμα τις προάλλες σε δημοσιογράφους ανώτερος γερμανός αξιωματούχος. Το ημερολόγιό της έχει κολλήσει από χρόνια στην ίδια ημερομηνία. Σε αντίθεση ωστόσο με τον ήρωα του χολιγουντιανού έργου, η ζωή της παραμένει αναλλοίωτη –κάθε μέρα μία από τα ίδια.
Καγχασμοί στο ακροατήριο. Το ίδιο και όταν ο εν λόγω αξιωματούχος απέφυγε να βάλει για πολλή ώρα στο στόμα του τη λέξη «Ελλάδα», μιλώντας, αντ’ αυτού, υποτιμητικά «για αυτή τη χώρα».
«Vae victis» («Ουαί τοις ηττημένοις!») λέει ο ιστορικός Σεμπάστιαν Γκέρχαρτ επικαλούμενος τη φράση που χρησιμοποίησε ο αρχηγός των Γαλατών Βρέννος για να περιγράψει τον κατατρεγμό των Ρωμαίων ύστερα από την ήττα τους από τα γαλατικά στρατεύματα. Αντίστοιχη, προσθέτει, είναι και η μοίρα της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα ύστερα από τη συνθηκολόγησή της έναντι των δανειστών τον Ιούλιο του 2015. «Στην πολιτική της ήττα προστίθεται και η ηθική –οι νικητές τη μεταχειρίζονται μόνο με περιφρόνηση» προσθέτει. «Θα προτιμούσα τον όρο ασέβεια» αντιτείνει ο πολιτικολόγος Γκέρο Νοϊγκεμπάουερ. «Αυτή είναι όμως η συμπεριφορά του νεοφιλελεύθερου κατεστημένου απέναντι σε κάθε αριστερή κυβέρνηση».
Οταν συζητεί κανείς στο Βερολίνο με εκπροσώπους των δύο κυβερνητικών κομμάτων, του Χριστιανοδημοκρατικού και του Σοσιαλδημοκρατικού, ακούει δύο αντιθετικά πράγματα. Πρώτον, διθυραμβικούς επαίνους για τις προσπάθειες που κάνουν οι πρωταγωνιστές της ελληνικής κυβέρνησης για να προωθήσουν τις μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του τρίτου Μνημονίου και, δεύτερον, σε πλήρη αναστροφή, αρνητικά σχόλια για τα πρόσωπά τους –τα οποία συνταυτίζουν βαθμιαία με το «διεφθαρμένο» κατεστημένο του ΠαΣοΚ και της Νέας Δημοκρατίας. Ο λόγος είναι για ένα νέο πελατειακό σύστημα τύπου ΣΥΡΙΖΑ, που ακυρώνει τις αρχικές προσδοκίες τους για ανανέωση της ελληνικής πολιτικής ζωής. Τα μέτρα της Αθήνας για τον εκσυγχρονισμό του κράτους, αντίθετα, λαμβάνονται πολύ λίγο υπόψη –είτε επειδή δεν είναι στο «ραντάρ» τους είτε επειδή προτιμούν να τα αγνοούν.
Το πόσο επηρεάζει αυτή η αρνητική εικόνα τις διαπραγματεύσεις είναι δύσκολο να ειπωθεί. Γεγονός είναι ότι δεν αγγίζει την πολιτική ηγεσία των δύο χωρών. Αυτό δεν αφορά μόνο την Ανγκελα Μέρκελ και τον κ. Τσίπρα, που εκτός από τις συναντήσεις τους στα διεθνή φόρα έχουν και συχνή τηλεφωνική επαφή, αλλά και τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και τον Ευκλείδη Τσακαλώτο. Αλλά ενώ το όνομα του έλληνα πρωθυπουργού ταυτίζεται αυτόματα με το «νέο πελατειακό σύστημα», εκείνο του υπουργού Οικονομικών παραμένει «καθαρό» –σε κανένα από τα πολυάριθμα ρεπορτάζ για οικογενειοκρατία και προώθηση «ημετέρων» δεν γίνεται νύξη για αυτόν. Το αντίθετο μάλλον: «Για εμάς είναι πολιτικός με καθαρά χέρια» λέει πηγή του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών. Η ίδια εκθειάζει ως «υποδειγματική» τη συνεργασία του με τον κ. Σόιμπλε, με τον οποίο έχει επίσης στενότατη επαφή, τόσο διά ζώσης όσο και τηλεφωνική.
Αλλά και η καλύτερη προσωπική επαφή δεν φτάνει για να κρύψει ότι η σχέση των δύο πολιτικών (όπως και γενικότερα εκείνη μεταξύ Βερολίνου και Αθήνας) είναι εντελώς άνιση –το κουμάντο ανήκει αποκλειστικά στον κ. Σόιμπλε. Αυτό φαίνεται και από την αφάνταστη ευκολία με την οποία μπορεί να εμφανίζεται διπρόσωπος: από τη μια, αναφερόμενος στην Αθήνα, να επιμένει στους «απαρέγκλιτους κανόνες» που εμπεριέχουν οι συμφωνίες για το Μνημόνιο και, από την άλλη, να τους παραβιάζει ο ίδιος κατά το δοκούν, όπως πρόσφατα, σε συνεννόηση με την Κριστίν Λαγκάρντ και τους άλλους θεσμούς, επιβάλλοντας στην Αθήνα ένα πακέτο «προληπτικών μέτρων» ύψους 3 δισ. ευρώ.
Στο Βερολίνο όμως, όπως λένε οι Γερμανοί, «το φαγητό δεν τρώγεται τόσο καυτό όσο όταν ψήνεται». Τα προληπτικά μέτρα έχουν προφανώς τακτικό χαρακτήρα –αποβλέπουν στην άτακτη υποχώρηση της ελληνικής πλευράς στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις. «Το αν απαιτηθούν προληπτικά μέτρα θα εξαρτηθεί από την εκτίμηση της τρόικας» παραδέχεται η ίδια πηγή. «Αν κρίνει ότι η ελληνική πλευρά εκπλήρωσε κατά μέγα μέρος τις υποχρεώσεις της, δεν χρειάζεται να συζητηθούν περαιτέρω. Αν όχι…».
Και η υπόσχεση του κ. Τσίπρα, ότι μαζί με την Ανάσταση Κυρίου θα γιορτάσει η Ελλάδα και οικονομική ανάσταση; «Οι θρησκευτικές ημερομηνίες είναι σταθερές. Οι πολιτικές, όχι. Θα ήμουν πολύ πιο προσεκτικός με αυτές» λέει η πηγή. «Παριστάνει τον Μεσσία;» διερωτάται ο κ. Νοϊγκεμπάουερ. «Τέτοιο ύφος δεν ταιριάζει σε αριστερό πολιτικό».

ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ
Κυβερνητική πηγή σχολίαζε ότι το καθεστώς της αβεβαιότητας είναι πλέον συνυφασμένο με τις σχέσεις Αθήνας – δανειστών. «Θα μας συνοδεύει ακόμη και μετά το κλείσιμο συμφωνίας τις επόμενες εβδομάδες» έλεγε. «Η ευθύνη για αυτό βαρύνει κυρίως την Αθήνα, αλλά σε έναν βαθμό και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με την εμμονή του στο “κούρεμα”». Αυτή η «εγγενής» αβεβαιότητα, πρόσθεσε, κάνει αδύνατη και κάθε σίγουρη πρόβλεψη για το πότε θα επιτευχθεί πραγματικά η επόμενη αξιολόγηση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ