Αυτό το καλοκαίρι βρέθηκα στα δάση της Πομερανίας. Μουντός ουρανός, ελαφρύ αεράκι και φύλλα που ακούγονται σαν τον παφλασμό των μεσογειακών κυμάτων. Σοπενική μουσική που παίζουν τα φύλλα των σημύδων και οι κορμοί των πεύκων υπό τη διεύθυνση του ανέμου που περνά ανάμεσα και από πάνω τους. Οι πολύχρωμες πεταλούδες και το τρομαγμένο ελαφάκι που τρέχει στη μητέρα του βγάζουν τη γλώσσα τους στη μονοχρωμία του ουρανού. Η φουσκοθαλασσιά των πάντα πράσινων ψηλών χορταριών απέναντι στα γκρίζα νέφη, τα οποία ο άνεμος όλο και ετοιμάζεται να σπρώξει μακριά αλλά την τελευταία στιγμή το μετανιώνει.
Στην Πομερανία της Ανατολικής Πρωσίας και της Δυτικής Πολωνίας στον 19ο αιώνα κυριαρχούσαν οι ημιφεουδαλικές σχέσεις και ένας βαθύτατος θρησκευτικός συντηρητισμός. Εδώ υπήρξε η μεγαλύτερη αντίσταση στην πολιτική εκσυγχρονισμού του Μεγάλου Φρειδερίκου. Εδώ όμως γεννήθηκε ο γερμανικός και ο πολωνικός ρομαντισμός. Σε αυτά τα δάση καταλαβαίνεις καλύτερα τους Γερμανούς Σίλερ, Νοβάλις, Χέρντερ, τους Πολωνούς Μιτσκιέβιτς, Σλοβάτσκι, Κρασίνσκι από τον Λέσινγκ, τον Καντ και τον ρεαλιστή πολωνό νομπελίστα Ρέιμοντ. Καταλαβαίνεις πόσο πιο εύκολο είναι να σε παρασύρει ο αντικοινωνικός Καρλ από τους «Ληστές» του Σίλερ και όχι ο υπερήφανος αλλά παραιτημένος πρώσος αξιωματούχος Τελχάιμ από το θεατρικό «Μίνα φον Μπάρχενλμ» του Λέσινγκ. Η «Μπαλαντύνα» του Σλοβάτσκι καρφώνεται περισσότερο στο μυαλό απ’ οποιοδήποτε ξεπερασμένο ήδη θεατρικό του Βολταίρου όταν αυτή μαζεύοντας σμέουρα στο δάσος βλέπει την αδελφή της να έχει περισσότερα κερδίζοντας έτσι την αγάπη του πρίγκιπα. Και τη σκοτώνει.
Εδώ η φύση αφυπνίζει το αίσθημα της ανθρώπινης ανεξαρτησίας (Διαφωτισμός) αλλά και της ανημπόριας απέναντι στο μεγαλείο της (Ρομαντισμός). Μια φύση που κατά τον Σίλερ «διατηρεί έναν κόσμο μυρμηγκιών, όμως τους ανθρώπους, το πιο ένδοξο δημιούργημά της, σε μια στιγμή απερισκεψίας της, τους συντρίβει μέσα στα πελώρια χέρια της». Αυτή η πολλαπλότητα, πολυμορφία, ποικιλοχρωμία εξηγεί την αντίδραση του ρομαντισμού στην ενότητα σκοπών και μέσων του Διαφωτισμού και του ορθολογισμού, στον υποτιθέμενο μονισμό του κόσμου της Λογικής.
Ο Νοβάλις υποστήριζε πως ο πόλεμος των Υπερασπιστών του Λόγου και του Κλήρου είναι αδυσώπητος. Φιλονικούν για το ίδιο πράγμα. Να εξηγήσουν τη φύση, το πώς και γιατί υπάρχει. Ο θαυμασμός της φύσης γίνεται όμως πολύ επικίνδυνος όταν μετατρέπεται σε παραίτηση από την ιδέα της Ηθικής Πολιτείας, όταν η Αισθητική Πολιτεία του Σίλερ κατακτά αυτόνομο λόγο ύπαρξης και επαίρεται πως μόνον αυτή είναι σε θέση να παρέχει ελευθερία μέσω της ελευθερίας.
Η αισθητικοποίηση της πολιτικής, η αίσθηση πως οι πολίτες είναι πρώτη ύλη στα χέρια του πολιτικού-καλλιτέχνη είναι το πρώτο βήμα προς τον φασισμό. Αν το βασίλειο της ισότητας υπάρχει στην αισθητική και όχι στην ηθική καντιανή προσταγή και πολιτεία, τότε ο γερμανός αξιωματούχος που κλαίει ακούγοντας τη μελωδική κουφότητα του Μπετόβεν νομιμοποιείται στο πρωινό του ξύπνημα να σκοτώνει με το πιστόλι του κάποιους ανθρώπους που έτσι και αλλιώς το μεσημέρι θα οδηγήσει στο κρεματόριο. Ο βασιλιάς Παύλος νομιμοποιείται να συγκινείται με τον Προμηθέα Δεσμώτη που παίζουν μπροστά σ’ αυτόν και τους βασανιστές τους οι κρατούμενοι της Μακρονήσου. Ετσι όμως οι στοίχοι του Σίλερ «στο βασίλειο του ιδεώδους τρέξε με χαρά, μακριά από τη γκρίζα ζωή» μετατρέπουν το αισθητικό μεγαλείο σε ανθρώπινο πόνο και μίσος. Οταν στην αισθητικοποίηση της ζωής προστίθεται και ο εθνικισμός, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ.
Το δάσος του ρομαντισμού μπορεί να σε στρέψει είτε στον Γκαίτε είτε στον Γκέμπελς. Γιατί εκεί υπάρχει μια αλληλουχία φωνών και σιωπών, λέξεων και σημάτων, φύσης και ανθρώπινης αδυναμίας, σκέψης και πνευματικής κόπωσης. Στα βαθιά «άκρα» αυτού του δάσους ελλοχεύει ο αριστεροδέξιος εθνικισμός. Εκεί φαίνεται πόσο πολύ είναι επικίνδυνο ο φόβος από τη φύση να υποκαθίσταται στην ψυχή των ανθρώπων με την ασφάλεια της «κοινότητας» εξοστρακίζοντας έτσι την προτεραιότητα της αυτονομίας και ελευθερίας του ατόμου.
Οταν όμως δεν χάνεσαι στα βαθιά άκρα του εθνικισμού αλλά βαδίζεις μόνος στο δάσος του κλασικού ρομαντισμού, μαθαίνεις να μην είσαι μονόχρωμος, μονόχνωτος και ισχυρογνώμων. Μαθαίνεις να αναγνωρίζεις τα λάθη σου και να χαίρεσαι με τα επιτεύγματα των άλλων. Μαθαίνεις, όπως ισχυριζόταν ο Γκαίτε, να είσαι υπερήφανα ταπεινός. Ο Μιτσκιέβιτς που πεθαίνει από χολέρα στην Κριμαία πολεμώντας τους Ρώσους ψιθυρίζει λίγο προτού πεθάνει: «Είθε (οι άνθρωποι) να αγαπούν αλλήλους για πάντα». Μαθήματα που σε εποχές όπου κυριαρχεί ένας γενικευμένος ναρκισσισμός είναι υπέροχα και πολύτιμα.
Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Κοινωνιολογίας, συγγραφέας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ