«Το θέμα της χώρας είναι πολιτικό. Η διαπραγμάτευση έπρεπε να είναι πολιτική. Όχι στις οικονομικίστικες (!) προσεγγίσεις – πρέπει να μιλήσουμε πολιτικά»
Τα παραπάνω λόγια λέγαμε στα αμφιθέατρα τη δεκαετία του ΄80 και αυτά ακούμε πάλι σήμερα να αναπαράγονται με επαναστατικό στόμφο από κυβερνητικά χείλη. Φυσικά κι όλα είναι πολιτικά, αλλά χωρίς τεχνοκρατική τεκμηρίωση ,χωρίς βαθειά γνώση του ευρωπαϊκού οικονομικού γίγνεσθαι και του συσχετισμού δυνάμεων, η πολιτική γίνεται ανήθικη δημαγωγική ρητορεία που συναρπάζει τους πολλούς για λίγο και καταστρέφει την πλειοψηφία (κυρίως τους αδύναμους) επί μακρόν.
Κάθε πρόταση της χώρας μας κυρίως εξαιτίας (αλλά όχι αποκλειστικά) του τελευταίου εξαμήνου, δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή από τους εταίρους. Η συγκυρία απαιτεί επεξεργασία, τεκμηρίωση και συναίνεση. Αν δεν προχωρήσουμε με αυτά τα τρία, η εναλλακτική θα είναι η απόρριψη των γενικολογιών μας και η επιβολή των προτάσεων των εταίρων ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ.
Ό,τι κι αν γίνει στο εσωτερικό των κομμάτων ό,τι και αν αποφασισθεί για εκλογές ,τα μεγάλα μέτωπα είναι ανοιχτά: οι μεταρρυθμίσεις, η αποτελεσματική χρήση του όποιου αναπτυξιακού πακέτου και το χρέος. Ας μιλήσουμε σήμερα γι΄αυτό.
Το ζήτημα της διαχείρισης του χρέους είναι κάτι πέρα από τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και τη συγκράτηση των ελλειμμάτων, πέρα από τους δείκτες της οικονομικής ανάκαμψης. Ένα χρέος που πλέον θα φτάσει – με τη βοήθεια της δημιουργικής ασάφειας – το 200%, δεν μπορεί να συνεχίσει να εξυπηρετείται.
Μπορεί ο παρανομαστής του κλάσματος, το ΑΕΠ δηλαδή, να είναι αυτό που κρίνει σε μεγάλο βαθμό το ύψος και τη δυνατότητα αναχρηματοδότησης σε ένα χρέος, αλλά όταν αυτό είναι δυσθεώρητο, όπως το ελληνικό, συνιστά ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ανάπτυξη.
Μπορεί επίσης, όπως έκαναν στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης Σαμαρά να επιχειρείται η ανάδειξη της «ιαπωνοποίησης» του ελληνικού χρέους, υπό την έννοια ότι το περισσότερο ανήκει στην ευρωπαϊκή οικογένεια, άρα είναι ευρωπαϊκό, όπως και των Ιαπώνων…ιαπωνικό, αλλά και πάλι το βουνό είναι ψηλό.
Το ΔΙΚΤΥΟ, του οποίου προΐσταμαι, θεωρεί, όπως και πολλοί άλλοι, ότι η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει να μπει σε τροχιά ανάκαμψης και ανάπτυξης χωρίς τη διευθέτηση του ζητήματος του χρέους. Η συζήτηση του νέου προγράμματος είναι σαφές ότι δεν αφορά μόνο στις πρόωρες συντάξεις ή στους συντελεστές του παραμένοντος ΕΝΦΙΑ.
Πεποίθηση μας είναι ότι μία διαπραγμάτευση με βάση μία εθνική πρόταση για τη διαχείριση του χρέους έχει σοβαρές πιθανότητες να πετύχει, στο βαθμό που θα έχει εθνική συναίνεση και επομένως ορίζοντα μακράς πολιτικής δέσμευσης.
Το πρώτο, λοιπόν, ζητούμενο είναι το περιεχόμενο αυτής της πρότασης που θα πρέπει να βασίζεται σε ρεαλιστικά και επεξεργασμένα σε ευρωπαϊκό επίπεδο σενάρια που θα είναι προς όφελος και της Ελλάδας και των εταίρων. Και το δεύτερο η οργανωμένη διπλωματική προσπάθεια της χώρας για παρουσίαση αυτής της πρότασης στα 18 υπόλοιπα κοινοβούλια της Ευρωζώνης. Η άμεση δηλαδή ενημέρωση των υπολοίπων λαών για την προσπάθεια μας, αλλά και για τα δικά τους συμφέροντα.
Στο πλαίσιο αυτό, το ΔΙΚΤΥΟ πήρε την πρωτοβουλία τον Μάιο του 2014 να αξιολογήσει συγκριτικά τις βασικότερες προτάσεις για τη διευθέτηση του δημοσίου χρέους, να διερευνήσει και να αναδείξει τα πεδία και τα περιθώρια σύνθεσης αυτών.
H μελέτη αυτή διακρίνει ελκυστικά στοιχεία, που συνυπάρχουν στις επιμέρους προτάσεις, τόσο αναφορικά με τις προτάσεις ελάφρυνσης του χρέους όσο και σχετικά με τον βαθμό εμπλοκής των ευρωπαϊκών θεσμών που απαιτείται για αυτό. Παρουσιάζονται δηλαδή τα εργαλεία για την επιμήκυνση, τα επιτόκια, την αναστολή μέρους του χρέους , ακόμα και την σύνδεση διαγραφής μέρους του με βάση οικονομικά αποτελέσματα αλλά και τον ρόλο της ΕΚΤ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των κρατών – μελών και του ιδιωτικού τομέα.
Ολόκληρη η μελέτη « 4+1 προτάσεις για τη διαχείριση του ελληνικού δημόσιου χρέους»
η τεχνοκρατική σύνθεση μπορεί να επιτευχθεί, η πολιτική βούληση για αξιοποίηση της ειδικής γνώσης και της επίτευξης εθνικής συναίνεσης είναι το ζητούμενο!
Είναι αυτό που διδάσκει το Σκανδιναβικό success story,το Γερμανικό βιομηχανικό θαύμα και η πορεία Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ισπανίας μέσα στη κρίση.
Αν αφήναμε για λίγο στην άκρη την γοητευτική τιποτολογία της γενικής εφόρμησης προς εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς και επικεντρωνόμασταν στο τρίπτυχο «μαθαίνω δουλεύω συνεργάζομαι» τότε αντί για το Κούγκι θα μας συγκινούσε πιο πολύ ο Χρυσός Αιώνας του Περικλή.
Η Άννα Διαμαντοπούλου είναι Πρόεδρος του ΔΙΚΤΥΟΥ για την μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη