Οι γερμανοί πολιτικοί, ιδίως εκείνοι των κυβερνητικών κομμάτων, των Χριστιανοδημοκρατών και των Σοσιαλδημοκρατών, δεν συμπαθούν ιδιαίτερα τους ηγέτες του ΣΥΡΙΖΑ. Για την ακρίβεια, τους απεχθάνονται εντελώς –για τις ιδέες, τον τρόπο ομιλίας, το ντύσιμό τους. Εκείνο όμως που τους εξαγριώνει κυριολεκτικά είναι η αταραξία τους, η φαινομενικά απόλυτη άνεση με την οποία αντιμετωπίζουν τους δανειστές και την όλο και πιθανότερη χρεοκοπία της χώρας τους. Η εξαγρίωσή τους είναι τόσο εμφανής που ένας βουλευτής της Linke (Αριστερά), που θέλει να μείνει ανώνυμος, κάλεσε τον Αλέξη Τσίπρα και τον Γιάνη Βαρουφάκη να βγάλουν μαζί μια φωτογραφία σε ένα καφενείο της Αθήνας πίνοντας αμέριμνοι φραπέδες και έχοντας τα πόδια πάνω στα καθίσματα. «Μόλις τους δουν οι αντίπαλοί τους στο Βερολίνο θα πάθουν εγκεφαλικό» είπε.
Ηρεμία στην Καγκελαρία


Στην πραγματικότητα, βέβαια, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η οργή περιορίζεται στις τάξεις των βουλευτών και στα μεσαία κυβερνητικά στελέχη. Στην Καγκελαρία, αντίθετα, η οποία έχει πάρει στα χέρια της τον χειρισμό του ελληνικού προβλήματος, επικρατεί επιδεικτική ηρεμία. Η Ανγκελα Μέρκελ ξέρει μεν ότι δεν υπάρχει πλέον ούτε στιγμή για χάσιμο, ταυτόχρονα όμως δεν θέλει να δώσει την εντύπωση της «κυνηγημένης». Αυτό εξηγεί και την τελετουργική διαδικασία που ακολουθεί για να βρεθεί τις επόμενες ημέρες λύση: πρώτα μια συμφωνία της Αθήνας με τους δανειστές το Σαββατοκύριακο και ύστερα επικύρωση της ίδιας συμφωνίας στην έκτακτη σύνοδο κορυφής των χωρών της ευρωζώνης το βράδυ της Δευτέρας στις Βρυξέλλες.
Για όλα αυτά υπάρχουν ωστόσο προαπαιτούμενα. «Η σύνοδος της Δευτέρας μπορεί να οδηγήσει σε συμφωνία μόνο αν υπάρξει προηγουμένως μια προαπόφαση για συμφωνία» προειδοποίησε η καγκελάριος την Πέμπτη στη γερμανική Βουλή. Και αυτή η προαπόφαση πρέπει να ληφθεί, με εισήγηση των θεσμών, από το Eurogroup που θα συγκληθεί λίγες ώρες πριν από τη σύνοδο κορυφής. Διαφορετικά, «αν δεν υπάρξει συμφωνία, η σύνοδος θα πάρει συμβουλευτικό χαρακτήρα και στη συνέχεια θα γίνουν και άλλες σύνοδοι» ξεκαθάρισε την Παρασκευή ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Σάιμπερτ.
Στο Βερολίνο υπάρχει σύγχυση σχετικά με την επιλογή μιας τόσο πολύπλοκης και χρονοβόρας τελετουργίας. «Θεωρητικά η σύνοδος κορυφής, ως κορυφαίο όργανο, θα μπορούσε να απορρίψει επί μέρους ή και εξ ολοκλήρου τη συμφωνία μεταξύ δανειστών και Αθήνας και να βάλει μια δική της στη θέση της» εξηγεί κυβερνητική πηγή. «Η Μέρκελ θέλει όμως να δείξει ότι οι θεσμοί διατηρούν την αξία τους και ότι η πολιτική λύση βρίσκεται στο τέλος της διαδικασίας και όχι στην αρχή της, όπως το ζητεί ο Τσίπρας».
Η καγκελάριος έχει πάρει πάντως στα «ζεστά» το θέμα. Τα τηλεφωνήματα με τους ηγέτες άλλων χωρών είναι αμέτρητα, οι συσκέψεις στο γραφείο της ατέλειωτες. «Τα τελευταία πέντε χρόνια η Μέρκελ αφιέρωνε υπό κανονικές συνθήκες το ένα τρίτο του χρόνου της στην Ελλάδα» προσθέτει η πηγή. «Σε περιόδους αιχμής αυτός ανερχόταν στα δύο τρίτα. Τώρα φτάνει σχεδόν το 100%».
Εξωτερικά βέβαια ο ζήλος της δείχνει σημάδια κάμψης. Ο λόγος που έβγαλε την Πέμπτη για την Ελλάδα στην Μπούντεσταγκ, τη γερμανική Βουλή, ήταν όσο ποτέ άλλοτε ψυχρός –από το πάλαι ποτέ «ζωοποιό» πνεύμα της ευρωπαϊκής ενότητας ούτε ίχνος. «Ενδιαφέρον δεν ήταν αυτό που είπε αλλά αυτό που δεν είπε» έγραψε η «Süddeutsche Zeitung». Και στα «ανείπωτα» ανήκαν στάνταρντ φράσεις όπως «Πέφτει το ευρώ, πέφτει και η Ευρώπη» η οποία σηματοδοτούσε την απόλυτη θέλησή της να κρατήσει και την Ελλάδα στην ευρωζώνη.
«Δεν έχει αλλάξει γραμμή»


Τα φαινόμενα όμως απατούν. «Η ψυχρή γλώσσα της είναι πρόσθετο μέσο πίεσης στην ελληνική κυβέρνηση. Βασικά δεν έχει αλλάξει γραμμή» λέει η πηγή. Αυτό το επιβεβαίωσε την Παρασκευή και ο υπουργός Καγκελαρίας Πέτερ Αλτμάγερ με τη δήλωση ότι «η καγκελάριος θα αγωνιστεί μέχρις εσχάτων για να επιτευχθεί συμφωνία».
Η κόπωσή της είναι ωστόσο εμφανής. Και αυτή οφείλεται και στη συνεχώς αυξανόμενη δυσφορία της κοινοβουλευτικής ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών που παραπονιέται έντονα για την πολιτική του «κατευνασμού» που ακολουθεί έναντι της Αθήνας. Ακόμη και την Πέμπτη στη Βουλή, σε μια κυριολεκτικά «μοιραία» για την Ευρώπη ώρα, πολλοί βουλευτές δήλωναν ότι δεν θα εγκρίνουν μια νέα παράταση του τρέχοντος προγράμματος, που είναι, όπως φαίνεται, η λύση που η καγκελάριος προωθεί. «Οι βουλευτές αυτοί διαπίστωναν ότι από τον Φεβρουάριο η Αθήνα, αντί να υλοποιεί, τορπιλίζει το πρόγραμμα» λέει ο πρόεδρος της Επιτροπής της Βουλής για Ευρωπαϊκές Υποθέσεις Γκούντερ Κριχμπάουμ. «Γι’ αυτό και δεν θέλουν να γίνουν συνένοχοι σε τέτοιον τορπιλισμό». Το αν θα πουν μαζικά «Οχι» στην καγκελάριο είναι όμως αμφίβολο, δεδομένου ότι αυτό θα προκαλούσε την παραίτησή της –και στη συνέχεια υπαρξιακή κρίση στους Χριστιανοδημοκράτες.

Η δόση του ΔΝΤ και ο κίνδυνος του «Graccident»

Με δεδομένη τη θέληση της καγκελαρίου να βρει συμβιβασμό, το ενδεχόμενο του Grexit, η έξοδος ή η αποπομπή της Ελλάδας από το ευρώ, απομακρύνεται. Εκείνο που δεν αποκλείεται όμως είναι το Graccident, η έξοδος από «ατύχημα». Και ο μεγαλύτερος κίνδυνος γι’ αυτό προέρχεται από τη δόση ύψους 1,7 δισ. ευρώ που πρέπει να πληρώσει η ελληνική κυβέρνηση ως τις 30 Ιουνίου στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. «Ξέρουμε ότι η Αθήνα δεν έχει αρκετά χρήματα στα ταμεία της και ότι το ΔΝΤ επιμένει αδιάλλακτα στις αξιώσεις του» λέει ο κ. Κρίχμπαουμ. Ο κίνδυνος λοιπόν θα παραμένει όσο δεν υπάρχει συμφωνία που θα επιτρέψει στην Αθήνα να πληρώσει έγκαιρα την οφειλή της.
Για λίγες ώρες, βέβαια, την Παρασκευή, υπήρχε ένας άλλος, πολύ πιο άμεσος κίνδυνος για «Graccident» στον ορίζοντα, η πιθανή κατάρρευση των ελληνικών τραπεζών λόγω των τεράστιων χρηματικών εκροών που έγιναν τις τελευταίες ημέρες. Τίτλοι όπως «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω» ή «Η Αθήνα ετοιμάζει μέτρα εκτάκτου ανάγκης» δίνουν μόνο μια ισχνή ιδέα για τον δραματικό τρόπο με τον οποίο παρουσίαζαν το θέμα οι γερμανικές εφημερίδες. Ενδιαμέσως, όμως, κατά γενική εκτίμηση, ο κίνδυνος αυτός έχει αποσοβηθεί ύστερα από την «πυροσβεστική» επέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με την παροχή νέας ρευστότητας στις τράπεζες.
Η προσοχή επικεντρώνεται έτσι πάλι στη «σούπερ σύνοδο» της Δευτέρας, χωρίς να υπάρχει ωστόσο κάποια βεβαιότητα σχετικά με το τι θα προκύψει στις Βρυξέλλες.

Η κυρία Μέρκελ κρατά κρυμμένα τα χαρτιά της, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απέφυγε την Παρασκευή κάθε νύξη για τα επίμαχα θέματα της διαπραγμάτευσης: Ασφαλιστικό, μισθοί, πρωτογενές πλεόνασμα. Στα διαπραγματευτικά ατού της καγκελαρίου ανήκει προφανώς και η μυστικότητα –όπλο τουλάχιστον εφάμιλλο με την «άνεση» του Αλέξη Τσίπρα και του Γιάνη Βαρουφάκη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ