Ο Τζον Κράιαν αναλαμβάνει την ηλεκτρική καρέκλα του διευθύνοντος συμβούλου της Deutsche Bank μετά την παραίτηση του πρώην διευθυντικού διδύμου της Ανσου Τζάιν και Γιούργκεν Φίτσεν. Ο νέος μάνατζερ του γερμανικού τραπεζικού κολοσσού έχει δύσκολο έργο μπροστά του. Καλείται όχι μόνο να «καθαρίσει» το προφίλ της Deutsche Bank που αμαυρώθηκε από μια γκάμα σκανδάλων, που περιλάμβανε από χειραγώγηση επιτοκίων και συναλλαγματικών ισοτιμιών ως «τοξικά» παράγωγα προϊόντα και καθοδήγηση πελατών για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, αλλά κυρίως να φέρει έναν αέρα ανανέωσης στη στρατηγική και στα οικονομικά αποτελέσματα της τράπεζας.
Ο ηλικίας 54 ετών Κράιαν, γράφουν οι «New York Times», είναι έξυπνος, μεθοδικός, πειθαρχημένος και –το σημαντικότερο –«γνωρίζει πώς να κάνει τις μεγάλες τράπεζες να καταπίνουν το πικρό χάπι». Βασικό διαπιστευτήριό του προς αυτή την κατεύθυνση είναι η πρότερη πορεία του στη UBS. Το 2008, όταν η κατάρρευση της Lehman Brothers έβαλε την παγκόσμια οικονομία στη δίνη της οικονομικής κρίσης, ο Κράιαν ανέλαβε τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου στον ελβετικό τραπεζικό οργανισμό, ο οποίος σε μια διετία είχε περί τα 28 δισ. ελβετικά φράγκα ζημιές, υπέστη ριζική αναδιάρθρωση και διαγραφή τοξικών στεγαστικών δανείων ύψους 50 δισ. ελβετικών φράγκων. Ο Βρετανός αποχώρησε από τη UBS το 2011, αφού κατάφερε να την επαναφέρει στην ισορροπία και αφού εν τω μεταξύ είχε ανελιχθεί σε πρόεδρος του βραχίονα του ελβετικού χρηματοπιστωτικού γίγαντα που καλύπτει την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Ασία.
Σχέδιο για ολική αναδιάρθρωση


Ανάλογες εξυγιαντικές ενέργειες απαιτούνται και στην Deutsche Bank, γι’ αυτό και οι προσδοκίες για τον Κράιαν είναι αυξημένες. Ο φιλόδοξος μάνατζερ θα αναλάβει επισήμως τα καθήκοντά του τον Ιούλιο της ερχόμενης χρονιάς. Ως τότε θα συν-διοικεί με τον έναν εκ των δύο παραιτηθέντων, τον Γιούργκεν Φίτσεν, καθώς ο Ανσού Τζάιν θα απομακρυνθεί στο τέλος του μήνα από την Deutsche Bank. Ο Τζάιν επικρίθηκε όσο κανένας άλλος στη γερμανική τράπεζα εξαιτίας της πορείας του τομέα επενδυτικής τραπεζικής του οποίου προΐστατο και στον οποίο πιστώνονται πολλά από τα σημερινά προβλήματα της Deutsche Bank. Ο Κράιαν αναμένεται να φέρει εις πέρας ένα σχέδιο ολικής αναδιάρθρωσης που ανακοινώθηκε από τον Τζάιν τον περασμένο Απρίλιο και το οποίο περιλαμβάνει περιορισμό του τμήματος επενδυτικής και λιανικής τραπεζικής και σημαντικές περικοπές κόστους.
Το τέλος της διαρχίας του γερμανικού πιστωτικού οργανισμού ήρθε μετά από μια μακρά περίοδο κριτικής για τις διοικητικές αποφάσεις του και κυρίως ύστερα από την ισχυρή πίεση από τους μετόχους που επέκριναν την τράπεζα για τη στρατηγική της, τα μειωμένα κέρδη της και τα συνεχή νομικά δεινά της. Τον περασμένο μήνα μάλιστα σε συνέλευση του διοικητικού συμβουλίου μόλις το 61% εξέφρασε την εμπιστοσύνη του στους δύο συν-διευθύνοντες συμβούλους, ενώ το υπόλοιπο 39% ζήτησε την παραίτησή τους. Οι επενδυτές έχουν εκφράσει ανησυχίες ότι η τράπεζα δεν έχει αντιμετωπίσει επαρκώς τα θέματα αυτά, κάτι που βαραίνει σημαντικά τον ισολογισμό αλλά και την υστεροφημία της. Ολα αυτά ευελπιστούν ότι θα αλλάξουν με τον Κράιαν στο τιμόνι της Deutsche Bank.
Προσδοκίες επενδυτών και μετόχων


Ο Κράιαν έχει πολύ καλή γνώση του εσωτερικού και των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της Deutsche Bank. Το 2013 εντάχθηκε στο εποπτικό συμβούλιο του χρηματοπιστωτικού κολοσσού, όπου ενεργεί ως πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου και ως μέλος της Επιτροπής Κινδύνου. «Με τον Τζον Κράιαν ως διευθύνοντα σύμβουλο πιστεύουμε ότι η Deutsche θα επιτύχει τη μετάβαση στο μυαλό των επενδυτών από μία από τις λιγότερο αξιόπιστες ομάδες διαχείρισης χρήματος σε μία από αυτές με τη μεγαλύτερη υπόληψη» σχολιάζει στην αμερικανική εφημερίδα ο Ομάρ Φολ, αναλυτής της παγκόσμιας επενδυτικής τράπεζας Jefferies.
Επενδυτές, μέτοχοι και πελάτες της Deutsche Bank αναμένουν από τον Κράιαν να κάνει μια νέα αρχή για την τράπεζα και να την απομακρύνει από τις παθογένειες του παρελθόντος που της στοίχισαν και σε φήμη αλλά κυρίως σε χρήμα. Για να κλείσει η υπόθεση της χειραγώγησης του διατραπεζικού επιτοκίου Libor η τράπεζα θα χρειαστεί να καταβάλει μόνο εφέτος πρόστιμο ύψους 2,5 δισ. δολαρίων. Ωστόσο οι αναλυτές προειδοποιούν προς πάσα κατεύθυνση ότι ο Κράιαν δεν είναι κάποιου είδους θαυματοποιός και ότι κατά την περίοδο της διοίκησής του θα πρέπει να αποφευχθεί η επανάληψη λαθών του παρελθόντος. Αυτό που έχει ανάγκη η Deutsche Bank είναι «ένα γερό ταρακούνημα», σχολιάζουν, ώστε να (απο)δείξει ότι μπορεί να είναι ασφαλής και κερδοφόρα.

Γερμανικός χρηματοπιστωτικός οργανισμός
Σκόπελος ο τομέας επενδυτικής τραπεζικής για την ανάκαμψη

Η ανακοίνωση της τοποθέτησης του Τζον Κράιαν στο τιμόνι της Deutsche Bank έφερε χαμόγελα σε ένα μεγάλο μέρος της αγοράς και εκτόξευσε τη μετοχή της τράπεζας την πρώτη ημέρα κατά 8% καθώς η απόφαση αντιμετωπίστηκε ως ένα νέο ξεκίνημα αφήνοντας πίσω το πολύπαθο παρελθόν. Ωστόσο, πολλοί εκφράζουν φόβους ότι ο μεγαλύτερος γερμανικός χρηματοπιστωτικός οργανισμός ίσως ετοιμάζεται να επαναλάβει τα λάθη που τον έφεραν αντιμέτωπο με προβλήματα δισεκατομμυρίων. Σύμφωνα με το Reuters, ο Κράιαν θα συνεχίσει την πολιτική που εξήγγειλαν οι προκάτοχοι του, Τζάιν και Φίτσεν, το επονομαζόμενο σχέδιο αναδιάρθρωσης «Στρατηγική 2020».
Σύμφωνα με τις εξαγγελίες, βάσει του σχεδίου, η Deutsche Bank θα συρρικνώσει τον κλάδο της επενδυτικής τραπεζικής της και θα πωλήσει την Postbank, τη μονάδα λιανικής τραπεζικής της. Οι επικριτές του σχεδίου όμως εκτιμούν ότι όχι μόνο αυτό δεν θα γίνει σε μεγάλη κλίμακα (αν και απαραίτητο), αλλά κυρίως ότι η απόφαση έρχεται ετεροχρονισμένα και μάλιστα με μεγάλο κόστος για την τράπεζα και τους επενδυτές της.
Η Deutsche Bank, σημειώνει το «Fortune», είναι μία από τις λίγες μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες που επέμειναν στην επενδυτική τραπεζική σε μια εποχή που η δραστηριότητα αυτή παρήγαγε πολύ χαμηλές αποδόσεις για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ειδικά στην Ευρώπη της οικονομικής κρίσης. Αλλοι μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι, όπως η Credit Suisse, η Barclays, η HSBC και η UBS, έχουν από καιρό ανακοινώσει και εφαρμόσει σχέδια περιορισμού του επενδυτικού τομέα τους προκειμένου να αυξήσουν τις αποδόσεις και να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο έκθεσης που προέκυπτε από την οικονομική ύφεση και την αβεβαιότητα του οικονομικού περιβάλλοντος.
Η κερδοφορία έχει μειωθεί για όλες τις μεγάλες τράπεζες από την οικονομική κρίση, εν μέρει λόγω της αυστηροποίησης του ρυθμιστικού πλαισίου. Αλλά η επενδυτική τραπεζική έχει βυθιστεί περισσότερο από όλες τις δραστηριότητες και ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Οι αποδόσεις της Deutsche Bank στο μετοχικό κεφάλαιο έχουν υποχωρήσει σε 3,1%. Ορισμένες τράπεζες έχουν καταφέρει να αντεπεξέλθουν διότι μπόρεσαν να πείσουν τους επενδυτές ότι τα χρήματά τους είναι ασφαλή. Αλλά η ταλαιπωρημένη από σκάνδαλα και δικαστικές διαμάχες Deutsche Bank δεν είναι σε θέση να κάνει κάτι τέτοιο.
Η Deutsche Bank, τονίζουν οι αναλυτές, πρέπει να αποδείξει στους επενδυτές της ότι μπορεί να είναι κερδοφόρα ή τουλάχιστον ασφαλής. Και αν επιμείνει με την επενδυτική τραπεζική, κάτι τέτοιο θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ