Λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές, απογοητεύει η αδιαφορία (ή αδυναμία) των πολιτικών κομμάτων να αρθρώσουν λόγο για το αναπτυξιακό μοντέλο της ελληνικής οικονομίας.
Αντι αυτών, έλαβα από τον αγαπητό συνάδελφο Ηλία Λεκκό (Group Chief Economist, Τράπεζα Πειραιώς) μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανάλυση της Τράπεζας η οποία, μεταξύ άλλων, δικαίως αναφέρει ότι «η ελληνική οικονομία πρέπει να μεταβεί από ένα μη-ανταγωνιστικό υπόδειγμα ανάπτυξης το οποίο έχει στο επίκεντρο του την κατανάλωση και μη εμπορεύσιμους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας (όπως κατασκευές, λιανικό / χονδρικό εμπόριο, παροχή υπηρεσιών) σε ένα υπόδειγμα που θα βασίζεται στην εξωστρέφεια, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές».
Στην πράξη βέβαια, ακόμα και σήμερα, εξακολουθεί να κυριαρχεί η αντίληψη/μύθος ότι, από μόνη της, η αύξηση μισθών μπορεί να τονώσει την εσωτερική κατανάλωση και επομένως την ανάπτυξη. Σκέφτηκα νο το αναλύσω περισσότερο σκεπτόμενος ότι τα κόμματα μιλάνε για μισθούς χωρίς (ίσως) να ξέρουν τι πραγματικά συμβαίνει.
Ας δούμε λοιπόν τι συνέβη στην οικονομία μας τα τελευταία έτη.
Ξεκινώ από την οικονομική παραδοχή ότι το επίπεδο μισθών επηρεάζεται από τα economic fundamentals, και πιο συγκεκριμένα: (α) θετικά από το γενικό επίπεδο μισθών, (β) θετικά από την παραγωγικότητα εργασίας, (γ) θετικά από την ανταγωνιστικότητα τιμών της οικονομίας μας, και (δ) αρνητικά από το ποσοστό ανεργίας. Κάνοντας χρήση των χρονολογικών σειρών της ελληνικής οικονομίας, εκτιμώ οικονομετρικά την μακροχρόνια σχέση (Engle&Granger long-run relationship) μεταξύ των παραπάνω μεταβλητών. Συμπεραίνω λοιπόν τα ακόλουθα:
1. Αμέσως μετά την είσοδο μας στο Ευρώ, και στη διάρκεια της περιόδου 2001-2011, οι μισθοί κινήθηκαν, κατά μέσο όρο, 2% υπεράνω των δυνατοτήτων της οικονομίας μας (όπως αυτές καθορίζονται από τις προαναφερθείσες μεταβλητές).
2. Την περίοδο 2012-2014, και ελέω Τρόικα, αντιστράφηκε η θετική απόκλιση των προηγούμενων ετών. Πράγματι, οι μισθοί κινήθηκαν, κατά μέσο όρο, 3% κάτω από τις οικονομικές μας δυνατότητες.
Τι θα συνέβαινε λοιπόν εάν, αντί μειώσεων την περίοδο 2012-2014, οι μισθοί κινούνταν σε πλήρη αρμονία με τις οικονομικές μας δυνατότητες (κατέγραφαν δηλαδή μηδενική απόκλιση από τις δυνατότητες της οικονομίας);
Ένα απλό οικονομετρικό μοντέλο (VAR) το οποίο εκτιμά ταυτόχρονα (α) το 10ετές spread (ως προσέγγιση της επενδυτικής αβεβαιότητας), (β) τις μεταβολές στην ανταγωνιστικότητα τιμών της ελληνικής οικονομίας, και (γ) τον ρυθμό οικονομικής μας ανάπτυξης βάσει επιπλέον της επιρροής τόσο από την διεθνή ζήτηση (ανάπτυξη στις χώρες του ΟΟΣΑ) όσο και από την απόκλιση των μισθών από τις δυνατότητες της οικονομίας (με/χωρίς την αρνητική προσαρμογή των μισθών την περιόδου 2012-2014) οδηγεί στο αποκαλυπτικό συμπέρασμα ότι χωρίς την αρνητική προσαρμογή στους μισθούς της περιόδου 2012-2014, ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης (το 2012-2014) θα ήταν μόνο 0,1% υψηλότερος!
Και τούτο για δύο λόγους:
1. Θα κερδίζαμε μέσω της αυξημένης εσωτερικής ζήτησης, θα χάναμε μέσω της μείωσης στην ανταγωνιστικότητα τιμών.
2. Η επενδυτική αβεβαιότητα (spread) κυριάρχησε αρνητικά ως παράγοντας επιρροής του ρυθμού ανάπτυξης!
Ας έχουν τα παραπάνω υπόψιν όσοι πιστεύουν ότι αρκεί, από μόνο του, ένα θετικό σοκ στους μισθούς (άσχετα με το που θα βρεθούν τα «λεφτά») για να μας βγάλει άμεσα από την κρίση.
* O κ. Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, University of Liverpool.



