Το βιβλίο θα μπορούσε να ονομαστεί «Από το Πανεπιστήμιο Ωνάση στην Ακαδημία Καραμανλή». Διότι ο δικηγόρος του οποίου οι ενθυμήσεις καταγράφονται στις σελίδες του γνώρισε στενά και εργάστηκε κοντά σε μερικούς από τους σημαντικότερους Ελληνες της εποχής μας, με πρώτους τον Αριστοτέλη Ωνάση και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ενα γνωστό πρόσωπο στους αναγνώστες του «Βήματος», ο συνεργάτης μας Παπινιανός, εξασφάλισε την καταγραφή των ενθυμήσεων αυτού του δικηγόρου. Μαζί τους διασώζει μια άγνωστη, πρωτότυπη και ταυτοχρόνως εντυπωσιακή ματιά σε πρόσωπα που σφράγισαν την ιστορία μας. Το βιβλίο του Παπινιανού Ο δικηγόρος κυκλοφορεί από τις εκδόσεις του Βιβλιοπωλείου της Εστίας. «Το Βήμα» προδημοσιεύει σήμερα μια αποκαλυπτική διήγηση του εν λόγω δικηγόρου για τη σύνταξη της διαθήκης και την προετοιμασία της ταφής του Κωνσταντίνου Καραμανλή.


Προετοιμασία της «αιώνιας κατοικίας»


Ενα πρωινό στο Προεδρικό Μέγαρο ήτανε οι δυο τους, πρόεδρος και δικηγόρος. Και ο πρόεδρος:


«Ακου, άμα πεθάνω θέλω να με θάψετε στο Ιδρυμα. Γίνεται αυτό;».


«Να το μελετήσω, κύριε Πρόεδρε, και θα σας κάνω ένα σημείωμα».


«Οχι σημειώματα, δεν θέλω, θα μου τα πεις προφορικά και, άκουσε, αυτό θα μείνει τελείως μεταξύ μας, δεν θέλω κανείς να μάθει τίποτα».


Το πρώτο «σοκ» για τον δικηγόρο ήτανε η ηρεμία και η φυσικότης του προέδρου. Να είσαι κοντά 80 χρονών και να μιλάς για την ταφή σου σαν να σχεδιάζεις ένα ταξίδι. Θέλει μεγάλη δύναμη. H μελέτη έγινε και η απάντηση ήταν αρνητική. Ταφή εκτός των δημοτικών ή κοινοτικών κοιμητηρίων απαγορεύεται. Μία εξαίρεση είχε ο νόμος. Στους περιβόλους των μοναστηριών επιτρεπότανε η ταφή νεκρών. Ο δικηγόρος, έτοιμος πια για την απάντηση, γνωρίζοντας όμως τη νοοτροπία του Καραμανλή που δεν ήθελε απλά νομική συμβουλή αλλά και λύση, έβαλε στο «μανίκι του» και τη λύση και κατευθείαν στην προεδρία.


«Κύριε Πρόεδρε, ο νόμος απαγορεύει την εκτός των κοιμητηρίων ταφή. Μόνο, για παράδειγμα, ο ηγούμενος μπορεί να ταφεί στον περίβολο της μονής».


«Και η λύση;».


«Συμπλήρωση του νόμου».


«Ποιος είναι αρμόδιος;».


«Ο Μένιος Κουτσόγιωργας».


«Τον ξέρεις;».


«Βεβαίως, κύριε Πρόεδρε».


«Μπορείς να του το ζητήσεις χωρίς να αναφέρεις πρόσωπα και πράγματα;».


«Νομίζω ναι, θα προσπαθήσω, κύριε Πρόεδρε».


«Δες τον, και κουβέντα σε κανέναν».


H επίσκεψη στον Κουτσόγιωργα έγινε, το θέμα ετέθη και παρουσιάστηκε «αντικειμενικά», δεν ζητούσε ο δικηγόρος και τίποτα σπουδαίο.


«Ξέρετε, κύριε Υπουργέ, μόνον ο ηγούμενος μπορεί να ταφεί στον περίβολο του μοναστηρίου του, δεν είναι όμως λογικό προσωπικότητες να μπορεί να ταφούν σε περιβόλους κοινωφελών ιδρυμάτων στα οποία πολλά προσέφεραν; Να, για παράδειγμα, κάποιος ιδρύει ένα ίδρυμα και χτίζει ένα μεγάλο νοσοκομείο. Γιατί να μην μπορεί να ταφεί στην αυλή του νοσοκομείου;».


«Λογικό μου φαίνεται, και ήρθες την κατάλληλη στιγμή. Την άλλη εβδομάδα καταθέτω στη Βουλή τροποποίηση του Κώδικα περί Δήμων και Κοινοτήτων. Πώς λες να μπει;».


«Να, σας έχω ετοιμάσει ένα σχέδιο. Μετά από τα μοναστήρια θα μπει κόμμα και θα προστεθεί η πρόταση «και προσωπικοτήτων στους περιβόλους των κοινωφελών ιδρυμάτων»».


«Καλό είναι, φέρ’ το».


Ο νόμος δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και περιχαρής ο δικηγόρος έσπευσε στον Πρόεδρο.


«Τώρα πια η επιθυμία σας μπορεί να πραγματοποιηθεί».


«Καλά τα κατάφερες. Τελειώσαμε».


«Οχι, κύριε Πρόεδρε, δεν τελειώσαμε. Για να κλείσει ο κύκλος, πρέπει να γράψετε ένα γράμμα εσείς στο Ιδρυμα και να εκφράζετε την επιθυμία σας αυτή και ο πρόεδρος Τσάτσος, σαν πρόεδρος του Ιδρύματος, να σας απαντά ότι το Ιδρυμα δέχεται να ικανοποιήσει την επιθυμία σας».


«Καλώς. Γράψε και τα δύο κείμενα, φέρε να σου υπογράψω το δικό μου. Μετά πάρε και την υπογραφή του Τσάτσου, αφού του εξηγήσεις, και να τα φυλάς εσύ όλα αυτά, και όπως είπαμε, κουβέντα σε κανέναν. Και θα σου πω».


Εγιναν όλα όπως τα ήθελε. Τα γράμματα υπεγράφησαν και διπλοκλειδώθηκαν και φυσικά κουβέντα σε κανέναν.


H διαθήκη


Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παραιτήθηκε από την προεδρία, όπως παραιτήθηκε… αλλά οι συναντήσεις του με τον δικηγόρο συνεχίστηκαν στο σπίτι του στην Πολιτεία σε λιγότερο επίσημο αλλά πιο ευχάριστο περιβάλλον. Δεν πέρασε πολύς καιρός, και ο Πρόεδρος επανήλθε στο θέμα του θανάτου του. Στο μεταξύ, το κτίριο του Ιδρύματος προχωρούσε και το «αγνάντι» του Προέδρου στην αυλή διαμορφωνότανε, όλοι θεωρούσαν ότι είναι ένας ωραίος τόπος για να στηθεί κάποτε εκεί μια προτομή του.


«Ξέρεις, θέλω να με βοηθήσεις να κάνω τη διαθήκη μου. Τίποτα σπουδαία περιουσία δεν έχω, να, αυτό το διαμέρισμα και το σπίτι στην Πρώτη. Θέλω όμως όλα τα άλλα να τα πάρει το Ιδρυμα».


«Βεβαίως, κύριε Πρόεδρε, θα σας κάνω ένα σχέδιο».


«Κοίτα να είναι λιτό και απέριττο».


Το σχέδιο έγινε, και ήταν λιτό και απέριττο. H διαθήκη υπεγράφη και την κατέθεσαν και σε συμβολαιογράφο για μεγαλύτερη σιγουριά και ασφάλεια. Ο Πρόεδρος δεν άφηνε κενά, όλα τα ήθελε σίγουρα και ασφαλισμένα.


Ούτε πέντε ημέρες δεν είχαν περάσει από το τελείωμα της συντάξεως της διαθήκης και ο Πρόεδρος επανήλθε.


«Πάρε αυτόν τον φάκελο. Είναι οδηγίες για τους εκτελεστάς της διαθήκης μου. Βάλ’ τον σε ασφαλές μέρος και, μόλις πεθάνω, θα τον ανοίξετε και θα κάνετε ό,τι σας λέω».


«Μάλιστα, κύριε Πρόεδρε».


Ο φάκελος, χειρόγραφος, μπροστά έγραφε τα ονόματα των δύο εκτελεστών της διαθήκης και των επιθυμιών του Προέδρου. Το πίσω μέρος, αφού είχε κλειστεί, είχε τη μονογραφή του Προέδρου και από πάνω είχε κολλήσει σελοτέιπ. Με τα χρόνια το σελοτέιπ κιτρίνισε. Κατά καιρούς ο Πρόεδρος έπαιρνε τον φάκελο πίσω και αμέσως τον επέστρεφε. Αν κανείς ήτανε κακόπιστος, θα θεωρούσε πως επρόκειτο περί ελέγχου ανοίγματος του φακέλου άκαιρα. (…)


Κοντά 12 χρόνια πέρασαν από την παράδοση του φακέλου στον δικηγόρο, και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είναι στο «Υγεία». Ολοι τους είναι εκεί αμίλητοι και θλιμμένοι. Μεγάλη αγάπη και στοργή του δείχνανε όλοι οι δικοί του συγγενείς και συνεργάτες. Εκείνη η Νίκη η Καραμανλή, χλομή και εξουθενωμένη, δεν στεκόταν στα πόδια της. Δεν έφυγε λεπτό από δίπλα του. Αλλά και τα ανίψια του δεν υστερούσαν. Ολα εκεί. H Αμαλία, η γυναίκα του Μιχάλη Λιάπη, έτρεχε να προσφέρει πορτοκαλάδες και τα τοιαύτα στους συγγενείς και συνεργάτες. Το τέλος δεν ήτανε μακριά.


Εκείνο το βράδυ της 22ας Απριλίου 1998 ο δικηγόρος πήγε αργά στο «Υγεία». Τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Τον τράβηξε παράμερα ο Πέτρος Μολυβιάτης και του λέει:


«Ο Πρόεδρος θέλει να ταφεί στο Ιδρυμα. Ρώτησα τον Προκόπη και μου είπε ότι αυτό δεν γίνεται. Εσύ τι ξέρεις;».


«Δεν υπάρχει πρόβλημα. Και ο νόμος έχει γίνει που το επιτρέπει και επιστολές μεταξύ προέδρου και Ιδρύματος έχουν ανταλλαγεί».


Την άλλη ημέρα ο Προκόπης Παυλόπουλος τηλεφώνησε πανευτυχής στον Πέτρο Μολυβιάτη για να του πει πως βρήκε διάταξη «κάλτσα» που επιτρέπει την ταφή του Προέδρου όπως το ήθελε. Ο Αχιλλέας Καραμανλής είπε κι αυτός στον δικηγόρο πως τα πράγματα δεν είναι καλά και πως, αν εκείνο το βράδυ συμβεί το μοιραίο, πρέπει να έχει τον φάκελο έτοιμο και να μαζευτούν όλοι στην Πολιτεία, στο σπίτι του Προέδρου, και να τον ανοίξουν. Στις δύο το πρωί έλαβε το τηλεφώνημα ο δικηγόρος, και σύντομα όλοι βρέθηκαν γύρω από το τραπέζι της τραπεζαρίας του Προέδρου. Ο φάκελος άνοιξε, οι οδηγίες διαβάστηκαν και όλοι μείνανε άναυδοι. Μέσα σε τέσσερις χειρόγραφες σελίδες που γράφτηκαν 12 χρόνια προ του θανάτου του, λιτά και απέριττα τα πάντα. Δεν ξέρει κανείς πού να πρωτοσταθεί σ’ αυτό το κείμενο. Στο ότι: «H κηδεία μου επιθυμώ να μην πάρει επισημότητα, ούτε και να εκφωνηθούν λόγοι κατ’ αυτήν. Θα πρέπει να γίνει στη Φιλοθέη με τη συμμετοχή μόνο των μελών της οικογενείας, των μελών του πολιτικού μου γραφείου, του συμβουλίου του Ιδρύματος, των αξιωματικών της ασφαλείας μου και των Δημάρχων Πρώτης και Σερρών». Σε άλλο σημείο δίδονται οδηγίες: «Ο τάφος μου θα πρέπει να είναι λιτός – σχετικές οδηγίες έχει ο Ιάσων Ρίζος…». Ακόμα σε υστερόγραφο δίδονται οδηγίες και για την εναπόθεση των οστών του, και οι οδηγίες τελειώνουν με το ανθρώπινο: «Με την αγάπη μου και για τους δυο σας».


Τέτοιες στιγμές δύσκολα σβήνουν από το μυαλό του ανθρώπου, ενώ οι αποκομιζόμενες διδαχές και εμπειρίες δύσκολα μπορούν να αφομοιωθούν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα.


Οταν τέλειωσε η ανάγνωση των οδηγιών, άνοιξαν το ντουλάπι-χρηματοκιβώτιο του Προέδρου. Αυτό δεν ήτανε ντουλάπι αλλά φαρμακείο. H τάξη που επικρατούσε παραδειγματική. Πάνω πάνω ένας φάκελος για τον Πέτρο Μολυβιάτη και από κάτω καμιά δεκαριά ντοσιέ. Καθένα από αυτά είχε γραμμένο με το χέρι του Προέδρου το τι περιείχε ο φάκελος και από κάτω ποιος να πάρει τον φάκελο και τι να τον κάνει. Οι βιογράφοι του Κωνσταντίνου Καραμανλή έχουν όλοι καταγράψει τα προσόντα του ανθρώπου και πολιτικού, σπάνια όμως αναφέρονται όχι μόνο στη σχολαστικότητά του αλλά και στη σημασία που έδινε στη λεπτομέρεια. Πετυχημένος τραπεζίτης είπε κάποτε στον δικηγόρο για τον γιο φίλου του που τον είχε υπό την επαγγελματική του προστασία: «Δεν θα γίνει μεγάλος γιατί δεν είναι τακτικός και δεν προσέχει τις λεπτομέρειες». Αν αυτό είναι σωστό για όλες τις δουλειές, για τη δικηγορία είναι κάτι παραπάνω από βασικό. Ο δικηγόρος που δεν είναι σχολαστικά τακτικός και που η λεπτομέρεια δεν είναι στο «πετσί» του ας μην ελπίζει σε πολλά.


Εγιναν όλα όπως τα ήθελε και τα κατέγραψε ο Πρόεδρος. H κηδεία του χωρίς επισημότητα και λόγους. Μόνον οι περί συμμετοχής στην κηδεία εντολές παραβιάστηκαν, όχι όμως από την οικογένεια και τους εκτελεστές των επιθυμιών του αλλά από το ανώνυμο πλήθος που κατά χιλιάδες έσπευσε να τον χαιρετήσει. Ιδιαίτερα συγκινητική η πορεία απ’ το εκκλησάκι της Φιλοθέης στο Ιδρυμα. Ολοι πεζοί και βουβοί τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία. Αυτή την κοσμοσυρροή δεν την είχε προβλέψει, αλλά και να την είχε, δεν θα μπορούσε να την αποκλείσει. Μόνος του και αυθόρμητα μαζεύτηκε ο κόσμος.