Το νησί του διαβόλου


Τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 ήταν το νησί της εκκεντρικότητας, το βασίλειο του ελεύθερου έρωτα, μια αμαρτωλή παιδική χαρά για μεγάλα παιδιά, ένας τόπος διακοπών από τον οποίο οι προκαταλήψεις έμοιαζαν να λείπουν παντελώς. Σήμερα η Μύκονος έχει γίνει ένα ακόμη πυκνοκατοικημένο προάστιο της Αθήνας, ένα βαρετό θέρετρο για τους νεόπλουτους, τους «διάσημους» και τους κενούς, ένα αμφιθέατρο της ανθρώπινης ματαιοδοξίας που δεν προσφέρει στους επισκέπτες του παρά κάκιστες υπηρεσίες, ταλαιπωρία και ανία.



Η Μύκονος άρχισε να γίνεται διάσημη περίπου το 1965 όταν ο Κώστας Ζουγανέλης άνοιξε τις 9 Μούσες. Ηταν η πρώτη ντίσκο που άνοιγε στο νησί, το οποίο τον καιρό εκείνο ήταν πανέμορφο. Εκεί άρχισε να συγκεντρώνεται ο πρώτος πυρήνας ανθρώπων που ανήκαν στην υψηλή κοινωνία και οι οποίοι άρχισαν να φέρνουν μαζί τους και τους πρώτους μύθους του διεθνούς τζετ σετ. Στην αρχή οι περισσότεροι ξένοι έφταναν στο νησί με θαλαμηγούς. Εκτός από τις 9 Μούσες ένα άλλο σημείο συγκέντρωσης ήταν το Aleko’s Bar.


Σιγά σιγά η Μύκονος άρχισε να αποκτά έναν κοσμοπολίτικο αέρα που δεν είχε κανένα άλλο νησί, εκτός ίσως από την Υδρα. Το 1968 άνοιξε το Pierro’s και σύντομα έγινε το κέντρο της νυχτερινής ζωής του νησιού. Εφοπλιστές, γόνοι καλών οικογενειών, καλλιτέχνες, πανέμορφα κορίτσια και αγόρια κατέφθαναν κάθε καλοκαίρι στο νησί και η μια άγρια βραδιά διαδεχόταν την άλλη. Για σχεδόν 15 χρόνια θα μπορούσε να πει κανείς ότι «η Μύκονος ήταν ένας παράδεισος γι’ αυτούς που ήθελαν να κάνουν διακοπές έξω από τα καθιερωμένα» λέει ο Σωκράτης, ένας από τους πρώτους επισκέπτες του νησιού.


Δεν χρειάστηκε παρά μόνο δύο δεκαετίες για να χάσει το νησί οποιαδήποτε αίγλη είχε κάποτε. Η Μύκονος, το κακό κορίτσι των Κυκλάδων, το νησί που προτιμούσαν οι γυμνιστές, οι gay, οι διασημότητες που επισκέπτονταν την Ελλάδα και οι υποψιασμένοι Αθηναίοι, έγινε μέσα σε λίγα χρόνια μια παγίδα για τουρίστες με το χειρότερο σέρβις, όπου δεν συμβαίνει απολύτως τίποτε και όπου τα πάντα κοστίζουν πανάκριβα.


* Διακοπές στην… Αθήνα


«Αυτή τη στιγμή το να πεις κάτι εναντίον της Μυκόνου είναι σαν να κλωτσάς ένα ψόφιο σκυλί. Την τελευταία φορά που πήγα νόμιζα ότι είχα κατέβει στο Λαύριο. Στη Μύκονο κάποτε πήγαινες για να γλιτώσεις από τις μαμάδες και τους μπαμπάδες και όλα αυτά τα μικρομεσαία. Τώρα πας εκεί και δεν συναντάς παρά μαθητές σε πενταήμερες εκδρομές, παθολογικές περιπτώσεις «διασημοτήτων», όπως η ημίγυμνη οδοντίατρος, και διάφορους νεόπλουτους που έπεσαν θύματα του μάρκετινγκ στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και διέθεσαν υπέρογκα ποσά για να αγοράσουν οικόπεδα και να χτίσουν εξοχικά αμφιβόλου αισθητικής. Σήμερα βέβαια το έχουν μετανιώσει, απλά δεν το παραδέχονται γιατί αν το παραδεχτούν θα σημαίνει γι’ αυτούς ότι η επένδυσή τους πήγε χαμένη. Για μένα αυτό το νησί δεν είναι πια παρά ένας σκουπιδοτενεκές για όλα τα μικροαστικά απωθημένα των Ελλήνων» λέει χαρακτηριστικά ο Παναγιώτης, ο οποίος ήταν κάποτε ένας από τους πλέον φανατικούς επισκέπτες του νησιού.


«Είναι σαν να φεύγεις από την Αθήνα για να πας διακοπές στην Αθήνα, όπου συναντάς τους συναδέλφους σου από τη δουλειά και όλους αυτούς που θέλεις να αποφύγεις. Είναι πια ένα προάστιο της Αθήνας, κάτι σαν τη Βουλιαγμένη, όπου ξεχνάς ότι υπάρχει γύρω γύρω θάλασσα και βρίσκεσαι σε νησί» λέει ο Γιώργος Πανόπουλος, ο οποίος επισκέφτηκε πρόσφατα τη Μύκονο.


* Τα εξοχικά -μαυσωλεία


Τον τελευταίο καιρό όσοι πάνε στη Μύκονο για διακοπές επιστρέφουν το λιγότερο απογοητευμένοι και επισημαίνουν ότι κάθε καλοκαίρι γίνεται και λίγο χειρότερη. Τα εξοχικά-μαυσωλεία ξεφυτρώνουν το ένα δίπλα στο άλλο σαν τα μανιτάρια. Σπίτια χιλιάδων τετραγωνικών, οι ιδιοκτήτες των οποίων δεν τα χαίρονται παρά λίγες ημέρες τον χρόνο, χτίζονται με αμείωτους ρυθμούς και κάνουν το νησί να μοιάζει πλέον με μια αιγαιοπελαγίτικη Κυψέλη. Δίπλα σε αυτά υψώνονται συνεχώς νέα ξενοδοχειακά συγκροτήματα, μπαρ, εστιατόρια και νυχτερινά κέντρα που συμβάλουν και αυτά στη γενικότερη αισθητική υποβάθμιση του νησιού.


Οσοι δε είχαν την έμπνευση να χτίσουν ένα εξοχικό σε ένα απομακρυσμένο μέρος του νησιού είδαν με τρόμο μέσα σε δύο σεζόν να ξεφυτρώνουν γύρω τους δεκάδες άλλα εξοχικά. Σε όλα αυτά τα σπίτια οι πισίνες είναι απαραίτητο συμπλήρωμα και θυμίζουν σε όσους τις βλέπουν πόσο τραγικό είναι να βρίσκεσαι σε ένα από τα ωραιότερα νησιά του Αιγαίου και να κάνεις μπάνιο σε μια πισίνα.


«Το νέο αεροδρόμιο έχει επεκταθεί τόσο πολύ που μπορεί να πει κανείς ότι είναι μια μικρογραφία των Σπάτων. Σχεδόν σε όλο το νησί οι δρόμοι είναι ασφαλτοστρωμένοι με διπλές λωρίδες κυκλοφορίας. Γενικά όλο το νησί είναι τραγικά πυκνοκατοικημένο» λέει ο Γιώργος.


Οι υπέροχες παραλίες του νησιού στις οποίες κάποτε δεν υπήρχαν παρά ελάχιστα μικρά ταβερνάκια και στις οποίες έφτανες μόνο με καραβάκι γιατί δεν υπήρχαν δρόμοι, σήμερα είναι γεμάτες ομπρέλες, σεζλόνγκ, παραλιακά κλαμπ και ρεστοράν-τερατουργήματα στα οποία το φαγητό είναι πολύ κακό και οι τιμές πολύ υψηλές.


Το κυκλοφοριακό χάος στον περιφερειακό δρόμο της χώρας, ιδιαίτερα την ώρα που όλοι επιστρέφουν από τις παραλίες, συγκρίνεται πια με αυτό της πρωτεύουσας και για να διανύσεις ένα χιλιόμετρο μπορεί να κάνεις και μια ώρα.


* Τα «εξώφυλλα» κάνουν βόλτα


Τα βράδια, στα στενά δρομάκια της χώρας, εκεί που κάποτε συναντούσες μερικά από τα πλέον τρανταχτά ονόματα του διεθνούς τζετ σετ, σήμερα κυριαρχούν οι εγχώριες «διασημότητες» που βασιλεύουν στα εξώφυλλα των κουτσομπολίστικων περιοδικών. Το lifestyle του νησιού, στο οποίο επικρατεί σήμερα η απόλυτη υστερία, απευθύνεται σε ανθρώπους που παθαίνουν κρίση ταυτότητας όταν δεν τους φωτογραφίζουν οι παπαράτσι και οι οποίοι δεν έχουν λόγο ύπαρξης αν δεν υπάρχει κάποιος να τους χαζεύει.


«Για να φας σε ένα από τα ρεστοράν της μόδας πρέπει να κλείσεις τραπέζι τρεις μέρες πριν, λες και είσαι στη Νέα Υόρκη. Οταν πια καταφέρνεις να βρεις τραπέζι κάθεσαι κάπου όπου σου σερβίρουν το ψάρι με τα λέπια και εσύ πρέπει να εντυπωσιαστείς γιατί είναι πολύ… μοδάτο. Κατά καιρούς ανακαλύπτουν διάφορα πράγματα, που σε άλλα νησιά συμβαίνουν εδώ και χρόνια και στα σερβίρουν σαν την τελευταία λέξη της μόδας. Το τελευταίο trend είναι η κατανάλωση αχινών τους οποίους βέβαια πληρώνεις χρυσούς, όπως και οτιδήποτε άλλο στο νησί. Να φανταστείς ότι πλήρωσα έναν ανάμεικτο χυμό φρούτων 2.500 δρχ. και έπαθα δυσεντερία, γιατί υποψιάζομαι πως τα παγάκια ήταν από νερό στέρνας» λέει ο Γιώργος.


«Ο μεγαλύτερος μύθος είναι αυτό που λένε ότι αν θέλεις στη Μύκονο μπορείς να περάσεις και ερημικά, μακριά από τις ορδές των τουριστών. Η αλήθεια είναι ότι αν θέλεις να βρεις ήσυχη παραλία πρέπει απλά να πας σε άλλο νησί» επισημαίνει.


Πάμε… εμπορικό κέντρο


Ο νέος συρμός στο νησί είναι τα εμπορικά κέντρα, σε μικρότερη κλίμακα από τα αθηναϊκά, αλλά της ίδιας αμφίβολης αισθητικής. Οσο για τη νυχτερινή ζωή ακολουθεί και αυτή τη γενικότερη παρακμή. Οι καυτές νύχτες στις ντίσκο, στα μπαράκια και στο Pierro’s έχουν μεταμορφωθεί σε ανιαρά βράδια στα μπουζουξίδικα, όπου επικρατεί η αποτρόπαια νοοτροπία τού «πρώτο τραπέζι πίστα».


Είναι πραγματικά θλιβερό να βλέπεις το μοναδικό ίσως κοσμοπολίτικο νησί στην Ελλάδα να μεταλλάσσεται σεζόν με τη σεζόν σε ένα ανιαρό θέρετρο στο οποίο επικρατεί η βαρβαρότητα του νεοπλουτισμού, η αποθέωση της πανάκριβης προχειρότητας και η αβάσταχτη ελαφρότητα του δήθεν κοσμικού είναι.


Με λίγα λόγια αν για σας διακοπές σημαίνει ότι θέλετε να πάτε κάπου για να ξεφύγετε από τη φριχτή καθημερινότητα της Αθήνας, η Μύκονος είναι το μέρος που πρέπει να αποφύγετε.