Με έναν τόμο αφιερωμένο στη ζωή και στην καριέρα της Ρένας Βλαχοπούλου ξεκινά την επόμενη εβδομάδα το αφιέρωμα του «Βήματος της Κυριακής» στους σπουδαίους κωμικούς της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου. Θα ακολουθήσουν (τα ονόματα παρατίθενται με τυχαία σειρά) οι: Λάμπρος Κωνσταντάρας, Ντίνος Ηλιόπουλος, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Γεωργία Βασιλειάδου, Θανάσης Βέγγος, Κώστας Χατζηχρήστος, Μάρθα Καραγιάννη, Μίμης Φωτόπουλος και Βασίλης Αυλωνίτης.

Τις βιογραφίες τους έχει επιμεληθεί ο ηθοποιός και συγγραφέας Μάκης Δελαπόρτας, ο οποίος έχει αναλάβει εδώ και χρόνια το σημαντικό έργο καταγραφής του βίου και της πολιτείας των μεγάλων ειδώλων του εγχώριου σινεμά. «Για εμένα αυτές οι βιογραφίες είναι ένα υπέροχο ταξίδι στον χώρο και στον χρόνο με αφορμή κάποια μυθικά πρόσωπα, όλους αυτούς τους ηθοποιούς της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου. Την εποχή που γυρίζονταν αυτές οι ταινίες κανείς δεν περίμενε ότι τόσες δεκαετίες αργότερα θα εξακολουθούσαν να αφορούν το ευρύ κοινό και πως θα είχαν διαχρονική αξία. Ηταν δύσκολα εκείνα τα χρόνια, η Ελλάδα είχε ανάγκη το γέλιο και το χαμόγελο και τα φιλμ αυτά το χάριζαν απλόχερα μέσα από υπέροχα σενάρια που ήταν έξυπνα και αστεία με πολύ διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τον σημερινό, χωρίς βωμολοχίες και χυδαιότητες, με πραγματικό χιούμορ. Οι μεγάλοι σεναριογράφοι της εποχής, ο Σακελλάριος, ο Τσιφόρος, ο Γιαννακόπουλος και τόσοι ακόμη μιλούσαν στην ψυχή του Ελληνα. Εχουμε όλοι δει αμέτρητες φορές αυτές τις ταινίες και δεν τις βαριόμαστε, διότι δημιουργήθηκαν με αλήθεια και με πολύ ταλέντο» λέει στο BHMAgazino.

«Η διαδικασία της έρευνας είναι εξουθενωτική και έχω αφιερώσει τη ζωή μου και τις περισσότερες δραστηριότητές μου στο θέατρο και στη δισκογραφία με αγάπη και πολύ μεράκι σε αυτόν τον σκοπό. Οι παιδικοί μου ήρωες δεν ήταν ο Μπάτμαν, ο Σούπερμαν ή ο Μίκι Μάους αλλά η Βλαχοπούλου, ο Κωνσταντάρας και τα άλλα μεγάλα είδωλα του ελληνικού σινεμά, και η ζωή έφερε έτσι τα πράγματα και έγινα ο βιογράφος τους. Κάποιους τους πρόλαβα εν ζωή και μου αφηγήθηκαν οι ίδιοι τις αναμνήσεις τους, σε άλλες περιπτώσεις με εμπιστεύθηκαν οι οικογένειές τους και αυτή η εμπιστοσύνη που μου έδειξαν είναι πολύ σημαντική για εμένα. Ολες αυτές οι ζωές έχουν απίστευτο ενδιαφέρον, είναι συναρπαστικές» απαντά όταν ερωτάται για τη μεθοδολογία που ακολουθεί. Ο ίδιος έχει φυσικά αδυναμία σε μια συγκεκριμένη προσωπικότητα: «Θα ξεχωρίσω τη Ρένα Βλαχοπούλου γιατί την έζησα πιο πολύ, ήταν σαν δεύτερη μητέρα μου, εκείνη που με στήριξε στα πρώτα μου βήματα, με έβλεπε σαν τον γιο που δεν απέκτησε ποτέ μέχρι το τέλος που της έκλεισα τα μάτια. Εκείνη μου άφησε το βεστιάριο και το αρχείο της, αυτό και μόνο μου δημιούργησε ένα αίσθημα ευθύνης για το πώς θα έπρεπε να διαχειριστώ την υστεροφημία της».

Τον ρωτάω αν ισχύει η ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι συχνά οι κωμικοί ηθοποιοί αντιμετωπίζουν την καθημερινότητα με σοβαρότητα. «Αυτό που και εγώ κατέγραψα και αισθάνθηκα είναι πως οι περισσότεροι από αυτούς στην προσωπική τους ζωή ήταν άνθρωποι μελαγχολικοί, δεν ήταν άνθρωποι του χιούμορ και της πλάκας, ήταν πολύ σοβαροί, σκεπτόμενοι και εσωστρεφείς, δεν είχαν την εξωστρέφεια των χαρακτήρων τους οποίους υποδύονταν. Πολλοί από αυτούς πέρασαν επίσης δύσκολα όταν χρειάστηκε να σταματήσουν το θέατρο, όταν έπρεπε να αφήσουν τη σκηνή». Υπάρχουν σύγχρονές μας προσωπικότητες που θα τον γοήτευε να γράψει τη βιογραφία τους; «Δεν θα αναφερθώ σε αμιγώς κωμικούς ηθοποιούς αλλά σε δύο εξαιρετικές περιπτώσεις του χώρου, τονίζοντας ότι προκειμένου να καταγράψω τη ζωή κάποιου δεν στέκομαι στα αιχμηρά γεγονότα, με ενδιαφέρει πρωτίστως η καλλιτεχνική του αξία. Θα αποτυπώσω φυσικά τα μίση, τα πάθη, τις αντιξοότητες, αλλά με έναν τρόπο που δεν είναι κίτρινος. Τα δύο αυτά πρόσωπα λοιπόν που ξεχωρίζω είναι ο Γρηγόρης Βαλτινός και η Κάτια Δανδουλάκη».

Παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές

Ο Μάκης Δελαπόρτας έχει εμπλακεί και σε ένα ακόμη πολύ φιλόδοξο εγχείρημα: «Με τον Δήμο Ελληνικού έχουμε ανακοινώσει ότι θα στήσουμε το Μουσείο του Ελληνικού Κινηματογράφου στις νέες εγκαταστάσεις του Ελληνικού, με δική μου πρωτοβουλία και επιμέλεια. Πρόκειται να είναι το επόμενο πολύ σημαντικό βήμα που θα κάνω ώστε όλα αυτά που έχω συγκεντρώσει, τα ντοκουμέντα, τα κοστούμια, τα προσωπικά αντικείμενα, να βρουν το μόνιμο σπίτι τους και να μείνουν για πάντα προκειμένου και οι επόμενες γενιές να γνωρίσουν αυτές τις υπέροχες προσωπικότητες που πέρασαν από τις ζωές μας και έγιναν κάτι σαν συγγενείς μας».

Αν του δινόταν η ευκαιρία να ασχοληθεί και με άλλους κωμικούς, «θα επέλεγα τον Νίκο Σταυρίδη, τον Ορέστη Μακρή, τη Σαπφώ Νοταρά και τον Βασίλη Λογοθετίδη. Μακάρι να έχω τις απαιτούμενες αντοχές, γιατί δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία και η έρευνα που κάνω είναι χρονοβόρα. Αυτές οι εκδόσεις είναι σημαντικές γιατί τόσο «Το Βήμα» όσο και εγώ κάνουμε κάτι που θα έπρεπε να είχε ήδη κάνει η πολιτεία. Πιστεύω ότι αυτή η σειρά τόμων θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι και στη δική μας εποχή έχουμε ανάγκη το χαμόγελο και το γέλιο». Οσον αφορά το πιο ξεχωριστό κειμήλιο που έχει στη συλλογή του, «θα πρέπει να αναφερθώ σε ένα δαχτυλίδι που μου χάρισε η Ρένα Βλαχοπούλου σε μια βραδιά που είχε διοργανωθεί προς τιμήν μου. Το φόραγε στο μικρό της δαχτυλάκι και φαίνεται σε όλες τις ταινίες που συμμετείχε. Μου είπε: «Εγώ το φοράω 50 χρόνια και μου έχει φέρει γούρι, τώρα το δίνω σε εσένα για καλοτυχία», και νομίζω πως έχει πετύχει τον σκοπό του. Δεν το φοράω συχνά γιατί θέλω να το προσέχω, έχει για εμένα ιδιαίτερη συναισθηματική αξία».