Το γεγονός πως κατά την άποψη του το Brexit άφησε βαθύ αποτύπωμα στην οικονομική πορεία της Βρετανίας, επανέλαβε ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ σε δηλώσεις του με τις οποίες προσπαθούσε να υπερασπιστεί την πρόταση προϋπολογισμού που παρουσίασε η κυβέρνηση του. Ο Στάρμερ τόνισε πως χρειάζεται μια πιο ρεαλιστική και ώριμη προσέγγιση για την αποκατάσταση στενότερων δεσμών με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ανέφερε ότι η ενίσχυση της συνεργασίας με τις Βρυξέλλες είναι απαραίτητη, ακόμη κι αν αυτό απαιτήσει συμβιβασμούς.

Οι δηλώσεις του έγιναν λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση ότι οι συνομιλίες Λονδίνου–ΕΕ για τη συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα ενίσχυσης της αμυντικής βιομηχανίας, SAFE, δεν κατέληξαν σε συμφωνία, καθώς οι οικονομικοί όροι που ζητούσε η ΕΕ κρίθηκαν υπερβολικά επίπονοι.

Ο Στάρμερ εστίασε στην κατάσταση του κράτους πρόνοιας

Στην ομιλία του, ο Βρετανός πρωθυπουργός αναφέρθηκε εκτενώς και στο εσωτερικό οικονομικό τοπίο, υποστηρίζοντας ότι το κράτος πρόνοιας χρειάζεται άμεση αναθεώρηση. Κατά τον ίδιο, το υφιστάμενο πλαίσιο «παγιδεύει» πολλούς πολίτες –ιδίως νεότερους– τόσο στη φτώχεια όσο και στην ανεργία, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο εξάρτησης που μπορεί να παρατείνεται για γενιές και να επιβαρύνει την οικονομική δραστηριότητα της χώρας.

Ο Στάρμερ χαρακτήρισε τον νέο προϋπολογισμό «λόγο υπερηφάνειας», υπογραμμίζοντας ότι επιδιώκει να μειώσει την παιδική φτώχεια, διατηρώντας παράλληλα την εμπιστοσύνη των αγορών. Μεταξύ των μέτρων περιλαμβάνεται και η κατάργηση του ορίου των δύο παιδιών για τη χορήγηση επιδομάτων, καθώς και αυξήσεις φόρων προκειμένου να ενισχυθεί το εισόδημα των νοικοκυριών. Οι Συντηρητικοί ωστόσο κατηγορούν την υπουργό Οικονομικών, Ρέιτσελ Ριβς, ότι «σκιάζει» τεχνητά την εικόνα των δημόσιων οικονομικών για να δικαιολογήσει τις φορολογικές επιβαρύνσεις — κάτι που η κυβέρνηση απορρίπτει.

Παράλληλα, ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε ότι η ανάπτυξη παραμένει ανεπαρκής, προαναγγέλλοντας μέτρα για τη χαλάρωση των κανονιστικών περιορισμών στις επιχειρήσεις, σε μια περίοδο που ο επιχειρηματικός κόσμος αντιδρά στις πρόσφατες αυξήσεις των εργοδοτικών εισφορών.