Η σημερινή πολιτική του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνιστά άμεση απειλή για την Τουρκία σύμφωνα με τους αναλυτές. Αλλά οποιαδήποτε λύση θα προϋπέθετε την λήψη οδυνηρών μέτρων. «Είναι πιθανό ότι η ώρα της αλήθειας πλησιάζει για την τουρκική οικονομία», σύμφωνα με την Capital Economics.

Στηριγμένη στο φθηνό εργατικό δυναμικό και σε ένα αποτελεσματικό τραπεζικό σύστημα, η τουρκική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πρόβλημα που προκάλεσε η ίδια η τουρκική ηγεσία, πρόβλημα που λίγες άλλες χώρες αντιμετωπίζουν.

Ο Ερντογάν ξεκίνησε έτσι μία σταυροφορία κατά των αυξημένων επιτοκίων, τα οποία προωθούσε, κατά τα λεγόμενά του, ένα ξένο «λόμπι». Αλλωστε, ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας είχε κατά το παρελθόν επικαλεσθεί τους κανόνες του ισλάμ που απαγορεύουν την τοκογλυφία.

Πτώση της λίρας

Για να εφαρμόσει την νομισματική του πολιτική, ο Ερντογάν άλλαζε σαν τα πουκάμισα τους διοικητές της κεντρικής τράπεζας. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά: η τουρκική λίρα κατακρημνίσθηκε και ο πληθωρισμός ξεπέρασε το φθινόπωρο το 85% σε ετήσια βάση. Σήμερα η τουρκική λίρα συνέχιζε την πτώση της, στο επίπεδο των 21,69 ανά ευρώ και 20,44 έναντι του δολαρίου.

Το τουρκικό «οικονομικό θαύμα» της δεκαετίας του 2000, της πρώτης δεκαετίας του Ερντογάν στην εξουσία, είναι παρελθόν: οι ξένοι επενδυτές το έβαλαν στα πόδια, τρομαγμένοι από την αστάθεια και την επιβολή κυβερνητικού ελέγχου στους θεσμούς που κάποτε διευθύνονταν από αμερόληπτους τεχνοκράτες.

«Η διακράτηση τουρκικών ομολόγων από ξένους ομολογιούχους έχει μειωθεί κατά 85% σε σχέση με το 2013, χρονιά κατά την οποία η τουρκική λίρα έχασε περί το 90% της αξίας της σε σχέση με το δολάριο», τονίζει ο Bartosz Sawicki της Conotoxia.

Το πιο επείγον πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Τουρκία είναι ότι η τουρκική κεντρική τράπεζα ξεμένει από ρευστότητα. Έχοντας δαπανήσει από την 1η Ιανουαρίου περί τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια για να στηρίξει την λίρα, η κεντρική τράπεζα οδήγησε τα συναλλαγματικά της αποθέματα σε αρνητικό πεδίο για πρώτη φορά από το 2002. «Η σημερινή κατάσταση δεν είναι βιώσιμη, απλώς», λέει ο Timothy Ash, αναλυτής της BlueBay.

Ανταγωνιστικότητα και εξαγωγές

Οι ειδικοί δεν βλέπουν παρά δύο λύσεις: αύξηση των επιτοκίων ή ελεύθερη πτώση της λίρας, αφού τα μέτρα νομισματικής στήριξης ακυρώνουν το πλεονέκτημα που αντιπροσωπεύουν τα χαμηλά επιτόκια σε μία οικονομία που κυριαρχείται από την μεταποιητική βιομηχανία.

Σύμφωνα με αναλυτές της Allianz, η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία της λίρας ανατιμήθηκε κατά σχεδόν 35% από τότε που η ανορθόδοξη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής εφαρμόσθηκε καθ’ ολοκληρίαν τον Δεκέμβριο 2021. «Η επιστροφή σε ένα καθεστώς κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών θα είναι αναγκαία για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας των τουρκικών εξαγωγών», εκτιμούν οι αναλυτές της Allianz.

Πολλοί αναλυτές προβλέπουν ελεύθερη πτώση της λίρας τους επόμενους μήνες, πτώση που θα πλήξει ακόμη περισσότερο την αγοραστική δύναμη των Τούρκων και θα μπορούσε να αναγκάσει την κυβέρνηση να αναζητήσει τα πολλά δισεκατομμύρια δολάρια που θα χρειασθεί για να εφαρμόσει μέτρα στήριξης των νοιοκοκυριών. Και αυτό, επιπλέον των προεκλογικών υποσχέσεων.

Μια ισχυρή αύξηση των επιτοκίων θα μπορούσε να βοηθήσει να σπάσει ο φαύλος κύκλος, αλλά ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει αποκλείσει αυτήν την υπόθεση κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.

Ο Atilla Yesilada, της συμβουλευτικής Global Source Partners, φοβάται μήπως η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας αναγκασθεί να τυπώσει χρήμα για να χρηματοδοτήσει τις αυξήσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και των συντάξεων που έχει υποσχεθεί ο Ερντογάν.

Ανοικοδόμηση μετά τους σεισμούς

Η Τουρκία θα πρέπει να χρηματοδοτήσει παράλληλα την ανοικοδόμηση των σεισμοπαθών επαρχιών, όπου οι ζημίες έχουν εκτιμηθεί στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια. «Με ποιον τρόπο η κυβέρνηση θα χρηματοδοτήσει την ανοικοδόμηση χωρίς να τυπώσει χρήμα, πράγμα που θα προκαλέσει υπερπληθωρισμό; Αυτή είναι μια ερώτηση στην οποία κανείς δεν θέλει να απαντήσει», λέει ο Atilla Yesilada.

Για τους αναλυτές, η τουρκική κυβέρνηση δεν θα έχει άλλη επιλογή από την αύξηση των επιτοκίων. Ο Emre Peker του κέντρου Eurasia group εκτιμά ότι η Τουρκία θα δοκιμάσει αρχικά να συγκρατήσει την ζήτηση δολαρίων μέσω «μακροπροληπτικών μέτρων και ελέγχων κεφαλαίων».

Ο Ερντογάν μπορεί τελικά να αναγκασθεί να απαρνηθεί την σταυροφορία κατά των επιτοκίων. «Αλλά η αύξηση των επιτοκίων θα μειώσει τα ίδια κεφάλαια τραπεζών, οι οποίες δεν θα μπορούν να δανεισθούν για καιρό», προειδοποιεί ο Atilla Yesilada.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ/AFP