Το καλοκαίρι του 1951, στο Οντάριο του Καναδά, ο εξάχρονος Νιλ Γιανγκ προσβλήθηκε από πολιομυελίτιδα. Πέρασε μήνες σε καραντίνα, στην εξώπορτα του σπιτιού είχαν κρεμάσει μια πινακίδα με τη λέξη «ΠΟΛΙΟΜΥΕΛΙΤΙΔΑ» για να μην πλησιάζει κανείς. Η ασθένεια, πολύ μεταδοτική, θέριζε στα παιδιά. Λίγους μήνες αργότερα, το 1952, η εννιάχρονη Τζόνι Μίτσελ, στην Αλμπέρτα, άλλη επαρχία του Καναδά, νόσησε επίσης από πολιομυελίτιδα. Τα δύο παιδιά στάθηκαν τυχερά. Ανάρρωσαν προτού ανακαλυφθεί το εμβόλιο, το 1954, που έσωσε εκατομμύρια ζωές. Ο Γιανγκ και η Μίτσελ δεν γνώριζαν ότι μεγαλώνοντας θα γίνονταν πολύ σπουδαίοι μουσικοί της ροκ και ότι τα τραγούδια τους θα μεγάλωναν γενιές. Και δεν φαντάζονταν ότι το 2022, μετά από δύο χρόνια πανδημίας και εκατομμύρια νεκρούς, θα ζητούσαν να απαγορευτεί η μετάδοση της μουσικής τους από ένα μέσο που διαδίδει ψέματα και θεωρίες συνωμοσίας για τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού.

Τα δικαιώματα και τα podcasts

Το μέσο είναι το Spotify, η μεγαλύτερη διαδικτυακή συνδρομητική πλατφόρμα streaming μουσικής. Είναι ένα είδος ψηφιακής μουσικής βιβλιοθήκης με εκατομμύρια τραγούδια, που δημιούργησε ο 38χρονος Σουηδός Ντάνιελ Εκ το 2006, και η οποία το 2011 «εισέβαλε» στις ΗΠΑ. Την τελευταία δεκαετία αρκετοί καλλιτέχνες, όχι τόσο γνωστοί όσο ο Γιανγκ και η Μίτσελ, διαμαρτύρονταν για τα λίγα χρήματα που εισέπρατταν ως αμοιβή για πνευματικά δικαιώματα. Το 2020, βλέποντας ότι τα podcasts (ηχογραφημένα άρθρα) έχουν μεγάλη απήχηση, το Spotify υπέγραψε αποκλειστικό συμβόλαιο, ύψους 100 εκατομμυρίων δολαρίων, με τον Τζο Ρόγκαν. Πρώην παρουσιαστής ριάλιτι, πρώην σχολιαστής αγώνων UFC (πρωτάθλημα μεικτών πολεμικών τεχνών), λάτρης των πολεμικών τεχνών, ο 54χρονος Ρόγκαν παίζει το χαρτί του αντισυστημισμού. Στις αμερικανικές εκλογές του 2016 υποστήριζε αρχικώς τον αριστερό Μπέρνι Σάντερς, κατόπιν στράφηκε στον Ντόναλντ Τραμπ. Στα podcasts του προσκαλεί πρόσωπα όπως ο ακροδεξιός λομπίστας Μάιλο Γιαννόπουλος και ο λοιμωξιολόγος Ρόμπερτ Μαλόουν, τον οποίο απέπεμψαν οι συνάδελφοί του για διασπορά ψεμάτων. Στις αρχές του έτους, 270 επιστήμονες με ανοιχτή επιστολή στο Spotify ζήτησαν να μη διαδίδει απόψεις επικίνδυνες για την ανθρώπινη ζωή. Και ο Αντονι Φάουτσι, ο επιφανής λοιμωξιολόγος και σύμβουλος του αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν, επέκρινε τις απόψεις του Ρόγκαν.

Ο Νιλ Γιανγκ (πάνω) έθεσε όρο για την παραμονή του στο Spotify την αποχώρηση του Τζο Ρόγκαν (κάτω), αλλά αυτό δεν έγινε δεκτό από τον συνιδρυτή της πλατφόρμας Ντάνιελ Εκ 

Με σήμα κατατεθέν την τεστοστερόνη

Η πλατφόρμα ωστόσο κώφευσε. Τον Ρόγκαν ακούν 190 εκατομμύρια άνθρωποι τον μήνα. Το 71% των ακροατών είναι νέοι άνδρες, ανώτερου μορφωτικού επιπέδου, με μέσο όρο ηλικίας 24 ετών. «Το σήμα κατατεθέν του Ρόγκαν είναι η τεστοστερόνη» («Washington Post»), πώς να διακοπεί η συνεργασία της πλατφόρμας μαζί του;

Μέχρι που εμφανίστηκε ο Νιλ Γιανγκ. «Το Spotify μπορεί να έχει είτε τον Γιανγκ είτε τον Ρόγκαν, όχι και τους δύο» είπε. Ο Nτάνιελ Εκ επέλεξε τον Ρόγκαν, στο όνομα της ελευθερίας του λόγου και του πλουραλισμού των απόψεων, παρότι ο παρουσιαστής συστήνει στους ακροατές να πάρουν ιβερμεκτίνη για τον κορωνοϊό – το παρασιτοκτόνο που συνέστησε και ο Παύλος Πολάκης – και προτείνει στους νεότερους να μην εμβολιαστούν εφόσον διάγουν βίο υγιή και αθλητικό. Ισχυρίζεται επίσης ότι τα εμβόλια προκαλούν μυοκαρδίτιδες.

 

Η ευθύνη για το περιεχόμενο

Οι καλλιτέχνες που εγκαταλείπουν το Spotify πληθαίνουν, ενώ ανήσυχο εμφανίζεται και το ζεύγος του βρετανού πρίγκιπα Χάρι και της συζύγου του Μέγκαν Μαρκλ, οι οποίοι έχουν επίσης συμβόλαιο για podcast. Σύμφωνα με αμερικανικό νόμο του 1996 «περί αξιοπιστίας της ενημέρωσης», οι ιδιοκτήτες του Spotify δεν έχουν ευθύνη για το περιεχόμενό του. Μια πλατφόρμα, όμως, η οποία, όπως επισημαίνουν οι «Νew York Τimes», πληρώνει 100 εκατομμύρια δολάρια σε έναν podcaster, δεν την καθιστά πιο υπεύθυνη για το τι μεταδίδει εκείνος σε σχέση με συναδέλφους του;

«Οι σχέσεις μεταξύ των διασημοτήτων των media και των δικτύων που τους φιλοξενούν ήταν πάντα φορτισμένες. Τα τελευταία χρόνια όμως ζούμε την απληστία των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών που πληρώνοντας αστρονομικές αμοιβές στις περσόνες που φιλοξενούν, θυμίζουν περισσότερο προπαγανδιστικά μέσα και λιγότερο ουδέτερες πλατφόρμες που κάποτε δήλωναν ότι είναι» σημείωσαν οι «Νew York Times».

«Αλληλέγγυος με τους υγειονομικούς»

Πράγματι το Spotify είναι τεχνολογική εταιρεία, δεν είναι μέσο ενημέρωσης με σαφή πολιτική για την παραπληροφόρηση και δεν κόπτεται ιδιαιτέρως για τη μουσική. Οπως όμως ισχυρίζεται ότι υπερασπίζεται την ελευθερία της έκφρασης, το ίδιο δικαίωμα οφείλει να αναγνωρίσει στον Νιλ Γιανγκ και τους συν αυτώ: «Δεν υποστήριξα ποτέ τη λογοκρισία» έγραψε ο Γιανγκ. «Οπως οι ιδιωτικές εταιρείες έχουν δικαίωμα να επιλέγουν με ποιον τρόπο θα έχουν κέρδη, και εγώ επιλέγω να μη διαθέτω τη μουσική μου σε μια πλατφόρμα που παραπληροφορεί επικίνδυνα. Είμαι ευτυχής και αλληλέγγυος με τους υγειονομικούς της πρώτης γραμμής που διακινδυνεύουν τη ζωή τους για να βοηθήσουν άλλους ανθρώπους».

Με αμερικανικές «ενισχύσεις» η διαδήλωση στην Οτάβα

Αμερικανικές και καναδικές σημαίες στη διαδήλωση στην Οτάβα

Μεταξύ των ακροατών του Ρόγκαν ήταν πιθανώς και διασυνοριακοί οδηγοί φορτηγών, οι οποίοι το περασμένο Σαββατοκύριακο έκαναν μηχανοκίνητη πορεία προς το κοινοβούλιο στην Οτάβα. Διαμαρτύρονταν για την επιβολή του υποχρεωτικού εμβολιασμού από τις 15 Ιανουαρίου, λαμβάνοντας εύσημα από τον Ντόναλντ Τραμπ και τον δισεκατομμυριούχο Ιλον Μασκ. Παρότι το ποσοστό των εμβολισμένων στον Καναδά είναι από τα υψηλότερα παγκοσμίως,79,5% (στοιχεία ΠΟΥ), οι Αρχές μετέφεραν τον πρωθυπουργό Τζάστιν Τριντό και την οικογένειά του σε ασφαλή τοποθεσία εν όψει των διαμαρτυριών. Το συνδικάτο διασυνοριακών μεταφορέων δήλωσε ότι οι ταραξίες δεν είναι μέλη του. Ο Τριντό, ψύχραιμος, ευχαρίστησε «τους μεταφορείς που εξασφαλίζουν την τροφή μας και τους γιατρούς που μας φροντίζουν». Δημοσίευμα όμως της «Washington Post», επικαλούμενο τις καναδικές αρχές, ανέφερε ότι μεταξύ των «διαδηλωτών της Ελευθερίας» που βανδάλισαν και μνημεία στην Οτάβα, ήταν πολλοί Αμερικανοί.

Ο ρόλος των συνδρομών, η πτώση της μετοχής και η… Τέιλορ Σουίφτ

Σε αντίθεση με τα άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. Facebook, Twitter), που τα έσοδά τους βασίζονται στη διαφήμιση, το Spotify βασίζεται στις συνδρομές, άρα στους σταρ καλλιτέχνες. Με την αποχώρηση του Νιλ Γιανγκ η μετοχή του Spotify έπεσε ήδη κατά 6%. Τι θα συμβεί αν η 33χρονη σούπερ σταρ της ποπ, Τέιλορ Σουίφτ (φωτογραφία), αποσύρει τη μουσική της; «Η Σουίφτ θα μπορούσε να τελειώσει διά παντός τον Τζο Ρόγκαν» έγραψε ένας χρήστης του Twitter.