Να αξιολογήσει ξανά τα δεδομένα και να αποφανθεί σχετικά με το άνοιγμα ή μη του λιανεμπορίου σε Θεσσαλονίκη, Αχαΐα και Κοζάνη ζητά από την Επιτροπή των Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας η κυβέρνηση.

Ωστόσο σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, είναι ξεκάθαρο πως δεδομένου της επιδημιολογικής επιβάρυνσης στις τρεις περιοχές, σε περίπτωση που η εισήγηση των ειδικών είναι αρνητική για το άνοιγμα της αγοράς στις τρεις κόκκινες περιοχές, τότε η κυβέρνηση θα ακολουθήσει την εισήγησή τους και δεν θα ανοίξει τα καταστήματα.

Σε περίπτωση λοιπόν που η Επιτροπή δεν δώσει σήμερα το πράσινο φως, τότε ίσως υπάρξει ένας οδικός χάρτης ενδεχομένως για την επόμενη Δευτέρα.

Εκτός από το λιανεμπόριο στις τρεις κόκκινες περιοχές, οι ειδικοί αναμένεται να εξετάσουν σήμερα την επαναλειτουργία των εμπορικών κέντρων και των εκπτωτικών χωριών που δεν έχουν ανοίξει στις βαθιά κόκκινες περιοχές.

Πάντως όλα δείχνουν πως δύσκολα η Επιτροπή θα δώσει το πράσινο φως για το άνοιγμα του λιανεμπορίου σε Θεσσαλονίκη, Αχαΐα, Κοζάνη, την ώρα που πριν λίγες ημέρες εισηγήθηκε το άνοιγμα των σχολείων σε όλη τη χώρα κι αυτό εν μέσω αντιρρήσεων από ορισμένα μέλη της Επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο καθηγητής, κ. Τσιόδρας.

Υπενθυμίζεται πως η επιτροπή των ειδικών είχε εισηγηθεί πριν μία εβδομάδα να μην επιτραπούν ούτε οι διαδημοτικές μετακινήσεις στις περιοχές αυτές, καθώς όπως ανέφεραν παρατηρούνταν μεγάλη διασπορά στην κοινότητα, ωστόσο η κυβέρνηση αποφάσισε να τις «ελευθερώσει».

Θεσσαλονίκη: Στα ύψη το ιικό φορτίο – Πλησιάζει στο 100% η πληρότητα στις ΜΕΘ

Την ίδια ώρα σε κρίσιμη φάση βρίσκεται για άλλη μια φορά η Θεσσαλονίκη, καθώς το τρίτο κύμα της πανδημιας κορυφώνεται απειλώντας να θέσει τη συμπρωτεύουσα εκ νέου σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Ο σταθερά υψηλός αριθμός των κρουσμάτων, η αυξητική πορεία του ιικού φορτίου που εντοπίζεται στα λύματα της πόλης και η καθημερινή επιβάρυνση των νοσοκομείων με νέες εισαγωγές ασθενών με κοροναϊό έχουν σημάνει συναγερμό στις αρχές που προσπαθούν να βρουν τρόπο να θέσουν την κατάσταση υπό έλεγχο.

«Το ότι είμαστε στο κόκκινο, με βάση την κωδικοποίηση της ομάδας μας, εκφράζει την πίεση στο σύστημα υγείας. Αν εμείς είχαμε άλλα τόσα διαθέσιμα νοσοκομεία στην πόλη δεν θα βάζαμε κόκκινο. Θα βάζαμε πορτοκαλί. Έχουμε 90% πληρότητα στις ΜΕΘ, άρα και μικρή αύξηση στα λύματα σημαίνει ότι μπορεί να μη βρεις κρεβάτι, αν αρρωστήσεις. Με το 90% δεν υπάρχει περιθώριο για λάθος, γιατί μπορεί εύκολα να γίνει 100%. Και δυστυχώς, δεν διακρίνουμε πτωτική τάση. Έχουμε ισορροπήσει σε ένα σημείο, είμαστε πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί, σε μία εύθραυστη ισορροπία που σημαίνει ότι μέσα λίγες μέρες μπορεί να βρεθούμε από το κόκκινο στο μαύρο. Αν κάτι πάει στραβά, αν χαλαρώσουμε κι άλλο, μπορεί να βρεθούμε σε κατάσταση Νοεμβρίου», εξήγησε στη Voria.gr ο καθηγητής Χημείας του ΑΠΘ, μέλος της επιστημονικής ομάδας του πανεπιστημίου που ανιχνεύει το ιικό φορτίο των λυμάτων, Θοδωρής Καραπάντσιος.

Η επιστημονική ομάδα του ΑΠΘ μπορεί να μην κάνει προγνώσεις, ωστόσο εκτιμά ότι πρέπει να κερδίσουν χρόνο μέχρι να εμβολιαστεί σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού. Και σύμφωνα με τον κ. Καραπάντσιο, τα self test είναι ίσως το πολυτιμότερο όπλο που διαθέτουμε για να κερδίσουμε αυτή τη μάχη.

«Τα self test είναι ένα σημαντικό πείραμα σωστά σχεδιασμένο ως ιδέα. Αν γίνει σωστά, θα έχουμε κερδίσει στο στοίχημα. Πρέπει δηλαδή να κάνουμε το τεστ όχι μόνο επειδή ήρθαμε σε επαφή με κάποιον, αλλά επειδή ήρθε η ώρα μας να το κάνουμε. Θέλουμε να πιάσουμε τον θετικό που για τις 4-5 μέρες επώασης της νόσου δεν θα το ξέρει και θα μεταδίδει τον ιό στο συγγενικό και στο φιλικό του περιβάλλον. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να το εφαρμόσουμε σωστά», είπε χαρακτηριστικά.

Τι σημαίνει η αναντιστοιχία ανάμεσα σε ιικό φορτίο και λύματα

Μία από τις διαφορές σε σχέση με το δεύτερο κύμα της πανδημίας είναι για τον ίδιο αριθμό κρουσμάτων το τωρινό φορτίο είναι μεγαλύτερο, κάτι που όμως δεν επιτρέπει εφησυχασμό. «Υπάρχουν δύο σενάρια γιατί συμβαίνει αυτό. Το καλό σενάριο είναι ότι οφείλεται στις μεταλλάξεις, γιατί βλέπουμε ότι έχει επικρατήσει το βρετανικό στέλεχος κι αυτή η μετάλλαξη δίνει μεγαλύτερο φορτίο ανά ασθενή. Το κακό σενάριο είναι να έχουμε πολύ μεγάλη διασπορά σε νέους που είναι ασυμπτωματικοί ή με πολύ ήπια συμπτώματα, οπότε δεν θα καταγραφούν ποτέ ως κρούσματα, οι οποίοι, επειδή είναι υγιείς και δεν καταλαβαίνουν ότι νοσούν, αθέλητα γίνονται αιτία διασποράς. Προσωπικά εκτιμώ ότι ισχύουν και τα δύο», ανέφερε ο καθηγητής, σημειώνοντας επιπλέον ότι με τη μετάλλαξη αυξάνεται ο χρόνος νοσηλείας των ασθενών.

«Είμαστε πιο δύσκολα από Αττική»

Ο κ. Καραπάντσιος θεωρεί ότι η επιδημιολογική κατάσταση της Θεσσαλονίκης είναι χειρότερη από αυτήν την Αθήνας.

«Είμαστε πιο δύσκολα από την Αττική. Το σύστημα υγείας εκεί πιέζεται περισσότερο, γιατί εξυπηρετεί και περιστατικά εκτός Αττικής. Ωστόσο, η διασπορά στην κοινωνία είναι στο τριπλάσιο από εμάς, ενώ θα έπρεπε να είναι στο πενταπλάσιο. Αντίστοιχα, η Πάτρα είναι σε χειρότερη κατάσταση, γιατί θα έπρεπε να είναι στο ένα πέμπτο από εμάς και είναι στο ένα τρίτο», εξήγησε, δίνοντας εμμέσως μια απάντηση στους κατοίκους και τους επαγγελματίες της Θεσσαλονίκης που θεωρούν ότι έχουν αδικηθεί με την απόφαση να μην ανοίξει το λιανεμπόριο στην πόλη τους.

Οριακή η κατάσταση στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης

«Η κατάσταση στο Παπανικολάου ελέγχεται, αλλά μέρα με τη μέρα έχουμε μεγαλύτερη πίεση. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα στην κατάσταση του τρομερού κύματος της επιδημίας του Νοεμβρίου, αλλά, καθώς η κατάσταση επιβαρύνεται μέρα με την ημέρα, η αγωνία μας είναι μη φτάσουμε σε αυτό το επίπεδο. Υπάρχει μία όχι ραγδαία, αλλά σταθερή επιδείνωση. Αυτό σημαίνει ότι αντίστοιχα συμβαίνουν σε όλα τα νοσοκομεία, γιατί είναι συγκοινωνούντα δοχεία», είπε στη Voria.gr ο καθηγητής Πνευμονολογίας και Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ και διευθυντής της Κλινικής Αναπνευστικής Ανεπάρκειας στο νοσοκομείο Παπανικολάου, Γιάννης Κιουμής.

Για την αντιμετώπιση της κατάστασης έχει ήδη αρχίσει να εφαρμόζεται το μοντέλο του περασμένου Νοεμβρίου, με αναπροσαρμογές στις κλινικές κοινής νοσηλείας για να εξυπηρετηθούν περιστατικά κοροναϊού. Ωστόσο οι υγειονομικοί αγωνιούν ότι να νοσοκομεία θα αγγίξουν τα όρια της δυναμικότητάς τους.

«Το κάθε νοσοκομείο έχει μία πεπερασμένη ικανότητα. Υπάρχει ένα όριο. Δεν το ακουμπήσαμε, αλλά οδεύουμε σιγά – σιγά στο σημείο αυτό. Έχουν μετατραπεί κλινικές κοινής νοσηλείας σε COVID. Αυτό έγινε και στην τελευταία βαριά εφημερία. Αναγκαστήκαμε να ανοίξουμε περισσότερα κρεβάτια για να εξυπηρετήσουμε τους ασθενείς. Στις κοινές κλίνες τα περιθώρια ευελιξίας μας είναι μεγαλύτερα. Οι ΜΕΘ όμως δεν είναι ένα μέγεθος συγκεκριμένο. Γιατί κι αν υποτεθεί ότι ανοίγαμε περισσότερες κλίνες, χρειάζεται κι ένα προσωπικό εξειδικευμένο για να διαχειριστεί τους ασθενείς», τόνισε ο καθηγητής, ο οποίος ελπίζει ότι η αποκλιμάκωση θα αρχίσει να γίνεται αισθητή προς το τέλος του Απριλίου.