Στην ιστορία του Ολοκαυτώματος και ειδικά των στρατοπέδων εξόντωσης συμπεριλαμβάνεται και οι διαβόητες ομάδες Ζόντερκομάντο, δηλαδή οι ομάδες των κρατουμένων που ήταν επιφορτισμένες να βοηθούν στη διαδικασία εξόντωσης. Τον Οκτώβριο του 1944 του Άουσβιτς εξεγέρθηκε το Ζόντερκομάντο στο Κρεματόριο IV του στρατοπέδου Άουσβιτς ΙΙ. Η εξέγερση ηττήθηκε και ο μεγαλύτερος αριθμός όσων πήραν μέρος εξοντώθηκε. Ελάχιστοι θα είναι οι επιζώντες.

Ο Εβραίος Θεσσαλονικιός Μαρσέλ Νατζαρή θα είναι ένας από τους ελάχιστους επιζώντες του Ζόντερκομάντο, της «ειδικής ομάδας» των θαλάμων αερίων και των κρεματορίων του Άουσβιτς- Μπιρκενάου. Πολέμησε ως έφεδρος Δεκανέας στην Αλβανία. Ήταν μεταξύ των συγκεντρωμένων Εβραίων στην πλατεία Ελευθερίας στις 11 Ιουλίου 1942 και στη συνέχεια στάλθηκε από τους Γερμανούς ναζί σε καταναγκαστικά έργα στη Μενεμένη. Όταν απελευθερώθηκε κατάφερε να ξεφύγει από την Θεσσαλονίκη και εντάχθηκε στις τάξεις του ΕΛΑΣ. Συνελήφθη από τους Γερμανούς και βασανίστηκε στα κρατητήρια της οδού Μέρλιν, στις φυλακές Αβέρωφ και στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Όταν αποκαλύφθηκε η εβραϊκή του καταγωγή στάλθηκε με την τελευταία αποστολή Εβραίων από την Αθήνα στο Άουσβιτς.

Συμμετέχοντας, μαζί με άλλους Έλληνες Εβραίους στην εξέγερση του Ζόντερκομάντο, τον Οκτώβριο του 1944, έγραψε μετά και πιστεύοντας ότι δεν θα μπορέσει να επιβιώσει ένα από τα 9 χειρόγραφα που βρέθηκαν αργότερα θαμμένα στον περίβολο των κρεματορίων και έμειναν γνωστά ως οι «κύλινδροι του Άουσβιτς». Θα επιβιώσει τελικά και θα επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη, όπου το 1947 θα γράψει ένα ακόμη χειρόγραφο, στο οποίο θα περιγράφει πολύ πιο αναλυτικά την εμπειρία του στην Αντίσταση και στα βουνά της Ρούμελης, τη σύλληψη και την εμπειρία του στο Άουσβιτς όπως και τη συμμετοχή στην εξέγερση.

Οι μαρτυρίες του θα εκδοθούν σε βιβλίο το 2018 με τον τίτλο Χειρόγραφα 1944-1947. Από τη Θεσσαλονίκη στο Ζόντερκομάντο του Άουσβιτς.

Το πρώτο χειρόγραφο έχει όλη την φόρτιση μιας μαρτυρίας που γράφεται με την αγωνία ενός ανθρώπου που θέλει να καταγράψει τη μαρτυρία γνωρίζοντας ότι είναι πιθανό να εξοντωθεί ακριβώς επειδή γνωρίζει την έκταση της βαρβαρότητας των Ναζί: «εμείς πρέπει να λείψουμε από τη Γη γιατί γνωρίζουμε πολλά αφάνταστους τρόπους κακοποιήσεως και εκδικήσεών των», γράφει χαρακτηριστικά. Ταυτόχρονα, όπως και συναντάμε και σε άλλες αναμνήσεις από τα Στρατόπεδα Εξόντωσης αναμετριέται με την ίδια την εμπειρία της συμμετοχής στο Ζόντερκομάντο: «Αγαπημένοι μου θα πείτε διαβάζοντας τι εργασία έκαμνα, πώς μπόρεσα να κάμνω εγώ ο Μανώλης ή ένας οποιοσδήποτε άλλος αυτή τη δουλειά καίγοντας τους ομοθρησκούς μου, το έλεγα και εγώ στην αρχή, σκέφτηκα πολλές φορές να μπω και εγώ μαζί τους να τελειώσω αλλά με κρατούσε πάντα η εκδίκησις. Θέλησα και θέλω να ζήσω για να εκδικηθώ τον θάνατον του Μπαμπά, της Μαμάς και της αγαπημένης μου αδελφούλας Νέλλης».

Όπως επισημαίνει η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, στο κείμενό της «Το χειρόγραφο του Μαρσέλ Νατζαρή και οι “κύλινδροι του Άουσβιτς”», που συμπληρώνει την έκδοση του βιβλίου, ο Νατζαρή καταδεικνύει ότι παρότι στη «γκρίζα ζώνη» του Ζόντερκομάντο (κατά την έκφραση του Πρίμο Λέβι) ήταν «ένας όμηρος που αρνείται να περιέλθει στην κατάσταση του αυτόματου, πιστεύει στην επικράτηση της δικαιοσύνης και της τιμωρίας των δραστών, έχει πλήρη συνείδηση των ηθικών διλημμάτων, αλλά κάνει κάθε προσπάθεια να διατηρήσει το ανθρώπινο πρόσωπο έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες».

Όπως είπαμε, παρότι πίστευε ότι «[δ]εν ήταν τυχερό να δω και εγώ ελεύθερη την Ελλάδα μας όπως την είδατε και σεις στις 12/10/44», εντούτοις θα σωθεί. Το δεύτερο χειρόγραφο, γραμμένο μετά τα γεγονότα περιλαμβάνει μια πολύ πιο αναλυτική εξιστόρηση και της διαδρομής του Νατζαρή από την Αντίσταση στο Άουσβιτς αλλά και την ίδια την εξέγερση, τότε που όπως γράφει χαρακτηριστικά όσοι δοκίμασαν ακόμη και την χωρίς ελπίδα έξοδο από το Κρεματόριο Ι έπεσαν όλοι αλλά «δια ολίγα λεπτά ευρέθησαν ελεύθεροι». Δίνει ταυτόχρονα μια εικόνα για την κατάσταση μετά την εκκένωση του Άουσβιτς Μπίρκενάου και τις μετακινήσεις προς τα άλλα στρατόπεδα.