Οι θερμές μέρες με μέγιστη θερμοκρασία πάνω από 35 βαθμούς Κελσίου και οι θερμές νύχτες με ελάχιστη θερμοκρασία τουλάχιστον 26 βαθμούς σταδιακά μετατοπίζονται ολοένα πιο νωρίς μέσα στο έτος, ενώ παράλληλα διαρκούν όλο και περισσότερο, σύμφωνα με μια νέα έρευνα επιστημόνων του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ).

Η έρευνα, με επικεφαλής τη δρα Δήμητρα Φουντά, κύρια ερευνήτρια του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΕΑΑ, που δημοσιεύθηκε στο διεθνές περιοδικό «Global and Planetary Change», μελέτησε τον χρόνο εμφάνισης και τις μεταβολές στην εποχικότητα διάφορων δεικτών θερμοκρασίας στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως μια από τις πιο ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή περιοχές του πλανήτη, κυρίως όσον αφορά την επικράτηση θερμότερων και ξηρότερων συνθηκών.

Οι επιστήμονες βασίστηκαν σε ιστορικά κλιματικά δεδομένα σε διάφορες περιοχές στην Ελλάδα και στην Κύπρο (Αθήνα, Λευκωσία, Κρήτη, Ρόδο, Κέρκυρα κ.α.), καθώς και σε ιστορικές μετρήσεις θερμοκρασίας του ΕΑΑ από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα. Η έρευνα αποκαλύπτει τη σταδιακή και σημαντική μετατόπιση νωρίτερα μέσα στο έτος της πρώτης εμφάνισης των θερμών ημερών και νυχτών, καθώς και τη μετατόπιση αργότερα μέσα στο έτος της τελευταίας εμφάνισής τους.

Η διάρκεια της εποχής ανάμεσα στην πρώτη και στην τελευταία μέρα του έτους με πολύ υψηλή θερμοκρασία αυξάνονται διαχρονικά με ρυθμό τριών έως δέκα ημερών ανά δεκαετία από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 μέχρι σήμερα. Η τάση για πρόωρη εμφάνιση είναι ακόμη σημαντικότερη σε σχέση με την τάση για πιο καθυστερημένη λήξη. Ιδιαίτερα οι τροπικές νύχτες (όταν η ελάχιστη θερμοκρασία της ημέρας είναι μεγαλύτερη από 20 βαθμούς Κελσίου) εμφανίζονται νωρίτερα με ρυθμό τεσσάρων έως έξι ημερών ανά δεκαετία.

Για τις θερμές νύχτες με θερμοκρασία άνω των 26 βαθμών, υπολογίστηκε ότι στην Αθήνα και στη Λευκωσία διαρκούν ολοένα περισσότερο τα τελευταία 40 χρόνια, με ρυθμούς αύξησης που φτάνουν τις δέκα και τις 17 ημέρες ανά δεκαετία αντίστοιχα. Στην Αθήνα, κατά τη δεκαετία 2006-2015, η μέση διάρκεια εμφάνισης των πολύ θερμών ημερών με μέγιστη θερμοκρασία πάνω από 37 βαθμούς υπήρξε τετραπλάσια της δεκαετίας 1976-1985 και μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη δεκαετία από τα τέλη του 19ου αιώνα.

Στην Αθήνα η περίοδος των πολύ θερμών ημερών (με μέγιστη θερμοκρασία άνω των 37 βαθμών) αυξάνεται με ρυθμό περίπου δέκα ημερών ανά δεκαετία μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1970, ενώ η αντίστοιχη περίοδος των πολύ θερμών νυχτών (με ελάχιστη θερμοκρασία πάνω από 26 βαθμούς) αυξάνεται με ακόμη ταχύτερο ρυθμό 17 ημερών ανά δεκαετία. Είναι ενδεικτικό, σύμφωνα με τους επιστήμονες του ΕΑΑ, ότι η Αθήνα έχει πληγεί από πρώιμους καύσωνες στη διάρκεια του Ιουνίου κατά τα έτη 2007, 2010, 2016 και 2017.

Οι ερευνητές εφάρμοσαν επίσης διαφορετικά μοντέλα προσομοίωσης του παροντικού και του μελλοντικού κλίματος, τα οποία προβλέπουν μια περαιτέρω αύξηση της διάρκειας εμφάνισης των δεικτών θερμοκρασίας. Η μέση διάρκεια της εποχής των τροπικών και θερμών ημερών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου αναμένεται να αυξηθεί κατά 20 μέρες στο κοντινό μέλλον (2021-2050) και κατά δύο μήνες στο μακρινό μέλλον (2071-2100) σε σχέση με την περίοδο 1971-2000. Πιο αισθητή είναι κι εδώ η αλλαγή στην εποχή των τροπικών νυχτών, η οποία διευρύνεται κατά ένα μήνα στο κοντινό μέλλον και κατά δυόμισι μήνες στο μακρινό μέλλον, σύμφωνα με τις προβλέψεις των μοντέλων.

«Οι μεταβολές στην εποχή των ακραίων θερμοκρασιών και ειδικότερα η πρόωρη εμφάνισή τους θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη από την πολιτεία για την προετοιμασία και την αντιμετώπιση των σχετικών επιπτώσεων και κινδύνων και σίγουρα για περιόδους πολύ μεγαλύτερες απ’ ό,τι συνηθιζόταν στο παρελθόν», σύμφωνα με την κα Φουντά.

Οι επιστήμονες θεωρούν σημαντικό ότι, εκτός από την παρατηρούμενη και την προβλεπόμενη για το μέλλον αύξηση στην ένταση, στη διάρκεια και στη συχνότητα της εμφάνισης υψηλών θερμοκρασιών και καυσώνων, ιδιαίτερη σημασία έχει και η ημερομηνία της εμφάνισής τους στην αρχή ή στο τέλος του καλοκαιριού και συνεπώς η διάρκεια της περιόδου εμφάνισής τους.

Όπως επισημαίνει η κα Φουντά, «ο χρόνος εμφάνισης και η διάρκεια της περιόδου ακραίων θερμοκρασιών επηρεάζουν σημαντικά διάφορους τομείς, όπως είναι o τουρισμός, καθορίζοντας για παράδειγμα τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου, η ενέργεια, η οικονομία, η υγεία κ.ά. Σχετικά με την υγεία, πρόσφατες μελέτες αποδεικνύουν ότι οι ‘πρώιμες’ υψηλές θερμοκρασίες έχουν δυσμενέστερη επίπτωση στην ανθρώπινη υγεία, αυξάνοντας τα ποσοστά θνησιμότητας και νοσηρότητας παγκοσμίως, κυρίως λόγω του μειωμένου εγκλιματισμού του ανθρώπινου οργανισμού».

Στη μελέτη συμμετείχαν επίσης οι Χρήστος Γιαννακόπουλος (διευθυντής ερευνών του ΕΑΑ), Φραγκίσκος Πιέρρος και Κώστας Βαρώτσος.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ