Σε μια επικίνδυνη για τη χώρα διχοστασία βρίσκεται εδώ και πολύ καιρό ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση. Σαν να ζούμε την ταινία «Δόκτωρ Αλέξης» και «Χάιντ Τσίπρας», ο πρωθυπουργός δείχνει να μην μπορεί για ακόμη μια φορά να επιλέξει αν θα βρεθεί στην πλευρά της σοβαρότητας, της υπευθυνότητας και της ηθικής (που ήταν σημαία της Αριστεράς) ή θα πάει στην πλευρά της γραφικότητας, του ψεύδους, των παρακρατικών μεθόδων που επικροτεί και βεβαίως της ανηθικότητας. Όχι κατ’ ανάγκη της δικής του αλλά των στελεχών που ο ίδιος στηρίζει, προστατεύει και επιβραβεύει.

Η υπόθεση Πολάκη, και ο τρόπος που την χειρίστηκε το Μέγαρο Μαξίμου απλά ήρθε να επιβεβαιώσει ότι ο Αλέξης Τσίπρας επιλέγει το δρόμο της γραφικότητας και της ασόβαρης αντιμετώπισης της πραγματικότητας. Αλλά ταυτόχρονα επιχειρεί να πείσει τους πολίτες ότι ο ίδιος παραμένει σταθερός, σοβαρός, μετρημένος και κυρίως ένας ηγέτης που έχει τον έλεγχο της κατάστασης.

Είναι όμως, έτσι; Ή μήπως τελικά πριν ακόμη αναλάβει τη διακυβέρνησης της χώρας ήταν μια διχασμένη πολιτική προσωπικότητα που άγεται και φέρεται από νεανικές εμμονές, ιδεοληψίες μιας άλλης εποχής, πάθος για την εξουσία και τελικά μάχη με κάθε μέσο για να παραμείνει πρωθυπουργός;

Διχασμός από το 2015

Το 2015 απέδειξε περίτρανα πόσο διχασμένη προσωπικότητα είναι. Επέλεξε έναν χαοτικό υπουργό Οικονομικών που μέσα σε έξι μήνες διέλυσε τα πάντα, όταν χρειαζόταν ένας καλός διαπραγματευτής που θα εμπιστευόταν οι δανειστές. Όταν κατάλαβε ότι ο Τσακαλώτος θα έκανε αυτή τη δουλειά είχε χαθεί πολύτιμος χρόνος… και μερικά δισεκατομμύρια.

Την ίδια εποχή κινήθηκε μεταξύ Grexit και ευρώ, ετοίμαζε σχέδια επιστροφής στη δραχμή και εισβολής στην Τράπεζα της Ελλάδος όπου θα πετούσε με τις κλωτσιές τον Στουρνάρα. Και τελικά έκανε την κωλοτούμπα του αιώνα, «πούλησε» το δημοψήφισμα και υπέγραψε ένα πολύ σκληρό μνημόνιο – σφραγίδα παραμονής στο ευρώ.

Όλα τα προηγούμενα χρόνια, επίσης, κινούταν μεταξύ της ρήξης με τους δανειστές και του επώδυνου συμβιβασμού και πάντα επέλεγε το δεύτερο, με μεγάλες απώλειες για τη χώρα.

Εκεί που φάνηκε ο χαοτικός τρόπος διακυβέρνησης ήταν στην επιλογή προσώπων, συνεργατών, υπουργών και μη.

Από τη μια είχε π.χ. στενούς συνεργάτες χαμηλών τόνων και σε μια στιγμή τους απομάκρυνε για να βάλει συγκρουσιακά στελέχη.

Από τη μια ακύρωνε κάθε προσπάθεια δημιουργίας προοδευτικού μετώπου με τους πραγματικούς προοδευτικούς κι από την άλλη επέλεγε τον Πάνο Καμμένο και τους Ανεξάρτητους Έλληνες για να κυβερνήσει μαζί τους επί τέσσερα χρόνια.

Και σήμερα, από τη μια έχει εκ δεξιών του τα «ορφανά» του Καμμένου και του Καραμανλή, κι εξ αριστερών του τα «ορφανά» του Ακη Τσοχατζόπουλου, του Κώστα Σημίτη κι εσχάτως του Γιώργου Παπανδρέου.

Στην περίπτωση Πολάκη συμβαίνει το εξής τραγικό. Ο πρωθυπουργός, που και ευφυής είναι και πολιτικό κριτήριο διαθέτει, επιμένει να στηρίζει έναν υπουργό ο οποίος προσβάλλει την κοινωνία με την παρουσία του.

Από τη μια ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται στους Ευρωπαίους ως ο μεγάλος ηγέτης, ο μεταρρυθμιστής της χώρας, ο αποφασιστικός πολιτικός που παίρνει δύσκολες και επώδυνες αποφάσεις, όπως το Μακεδονικό ή το μνημόνιο.

Κι από την άλλη ο ίδιος Τσίπρας μετέρχεται φθηνών κόλπων για να διατηρηθεί στην εξουσία. Εργαλειοποιεί τη Δικαιοσύνη και τις Ανεξάρτητες Αρχές, χρησιμοποιεί τύπους σαν τον Πολάκη να βρίζουν, να ασχημονούν και να «πολεμούν» δήθεν το παλαιό διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα.

Μακεδονικό

Για να μην πούμε για το Μακεδονικό που ενώ διακηρύσσει την ειρηνική συνύπαρξη στα Βαλκάνια, με τον τρόπο που επέλεξε να υπογράψει τη συμφωνία των Πρεσπών απλά διχάζει την ελληνική κοινωνία, δημιουργεί επικίνδυνες ρηγματώσεις κι ενισχύει την ακροδεξιά, την ψεκασμένη δεξιά και όσους πουλάνε πατριωτισμό στο ίδιο ράφι με κρέμες και άλλα μαντζούνια.

Ακόμη και στην περίπτωση του Πολάκη αποδεικνύει ότι αυτό που θέλει είναι μόνιμα θολά νερά στην πολιτική. Καλύπτει τον υπουργό που βρίζει όποιον βρει μπροστά του, σιωπά όταν καπνίζει σε δημόσιο χώρο και γίνεται περίγελος, τον στηρίζει όταν απειλεί τον κεντρικό τραπεζίτη και καταγράφει τη συνομιλία του.

Και την ίδια ώρα τα «συστήματα του Μαξίμου» βάζουν «φιλικά» μέσα ενημέρωσης να το παίξουν η φωνή της συνείδησης του πρωθυπουργού που αποδοκιμάζει τις συμπεριφορές Πολάκη.

Κάπως αργά όμως διότι είτε τον πεις σαχλαμαρόμαγκα, είτε αρκουδιάρη, είτε ότι πρέπει να πάει σπίτι του, ο Πολάκης αισθάνεται δικαιωμένος και ταυτόχρονα κατατρεγμένος από τους εχθρούς του, από τη διαπλοκή και από εκείνους που… εμποδίζουν το καραβάνι να προχωρά.

Κι όταν από τη μία επιλέγεις να κυβερνάς με τον Πολάκη (που εύστοχα αποτυπώθηκε σε σκίτσο ως το σκυλί του πρωθυπουργού) και ταυτόχρονα με τον Τσακαλώτο που εμφανίζεται ως η φωνή της λογικής και της επόμενης ημέρας, τότε έχεις πρόβλημα διχασμού προσωπικότητας.

Ο Αλέξης Τσίπρας ακόμη και τώρα, τέσσερα και πλέον χρόνια στο Μέγαρο Μαξίμου, δεν ξέρει με ποιους πρέπει να πάει και ποιους πρέπει να αφήσει. Δεν γνωρίζει (ή δεν θέλει φυσικά) αν πρέπει να αναζητήσει την οδό της σοβαρότητας και της ευθύνης και να εγκαταλείψει το δρόμο του λαϊκισμού που μας οδήγησε στο να καταταγούμε δεύτεροι στην Ευρώπη στη σχετική κατηγορία.

Αυτές οι αμφισημίες, οι αντιφάσεις στον χαρακτήρα και τις επιλογές, από πολλούς χαρακτηρίζονται δείγμα πολιτικής ικανότητας διαχείρισης της εξουσίας. Για άλλους είναι στοιχείο ενός μέτριου πολιτικού που όσο και να προσπαθεί δεν θα φτάσει ποτέ στο επίπεδο ενός ηγέτη όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου ή ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τους οποίους προσπαθεί και να οικειοποιηθεί.