Η Φλέρυ Νταντωνάκη υπήρξε μία εκ των σπουδαιότερων ερμηνευτριών που έβγαλε ποτέ ο τόπος. Η φωνή της ερχόταν από άλλο κόσμο, ήταν κρυστάλλινη και γεμάτη παράπονο. Πέθανε σαν σήμερα, στις 18 Ιουλίου του 1998.
Είχε γεννηθεί το 1937, σε μία καλιτεχνική οικογένεια η παιδεία της οποίας της επέτρεψε κατά την ενηλικίωσή της να ταξιδέψει στις ΗΠΑ. Εκεί ξεκίνησε μία καριέρα ηθοποιού, συμμετέχοντας σε παραστάσεις στη Νέα Υόρκη. Τραγουδούσε δημοτικά τραγούδια για τους φίλους της και κάπως έτσι, πολύ τυχαία, ξεκίνησε να εμφανίζεται σε μουσικές σκηνές. Τραγουδούσε ελληνικά, ισπανικά, ακόμα και βραζιλιάνικα τραγούδια. Έτσι ήταν και ο πρώτος της δίσκος: Το 1965 ηχογράφησε το «Fleury: the isles of Greece, που περιλάμβανε ρεμπέτικα, τραγούδια του Καλδάρα, βραζιλιάνικες μπόσα νόβα και τρία κομμάτια του Μίκη Θεοδωράκη.
Η Τζόαν Μπαέζ την κάλεσε να τραγουδήσει στο Woodstock, το 1969 και η Νταντωνάκη γίνεται η μοναδική ελληνίδα ερμηνεύτρια που τραγούδησε ποτέ εκεί. Η γνωριμία της με την Μπαέζ δεν ήρθε μέσα από τη μουσική, αλλά από το θέατρο. Κατά τις πρώτες μέρες μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, η Φλέρυ Νταντωνάκη ήταν η πρώτη καλλιτέχνιδα που τοποθετήθηκε δημοσίως στην αμερικανική τηλεόραση, κατηγορώντας τις ΗΠΑ για τον ρόλο τους. Στη συνέχεια τάχθηκε υπέρ του αντιδικτατορικού αγώνα και τραγούδησε σε συγκεντρώσεις τους Ανδρέα Παπανδρέου. Έτσι γνωρίστηκε με την Μελίνα Μερκούρη,την οποία μάλιστα αντικατέστησε σε μια από τις παραστάσεις του «Ilya darling». Κι εκεί την είδε η Τζόαν Μπαέζ.
Η ιστορία της ως εδώ ακούγεται ήδη μαγική, όμως δεν ήταν καθόλου. Η Νταντωνάκη δεν υπήρξε ποτέ διάσημη, ντίβα, σήμα κατατεθέν. Οι εσωτερικές της συγκρούσεις, που την κάνουν τελικά τόσο ιδιαίτερη, μπορεί να μην άφησαν χώρο για προσωπικές φιλοδοξίες, αν αυτές υπήρχαν.
Το 1970 γνωρίζεται με τον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος εντυπωσιασμένος από την φωνή της, την καλέι να ηχογραφήσουν στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη τα εμβληματικά «Λειτουργικά». Ήταν τα λαϊκά τραγούδια του Τσιτσάνη και τα ρεμπέτικα του Μάρκου Βαμβακάρη. Χρόνια αργότερα, όταν πλέον κυκλοφορούν τα τραγούδια σε δίσκο, ο Χατζιδάκις θα σημειώσει:«Η Φλέρυ είναι ανεπανάληπτη ακόμα και όταν δοκιμάζει… Της είχα πει πως μια αληθινή τραγουδίστρια περιέχει την τεχνική τελειότητα της Σβάρτσκοπφ και τη γήινη αμεσότητα της Νίνου και η Φλέρυ αποδεικνύει περίτρανα πως είναι μια αληθινή τραγουδίστρια«.
Θα συνεργαστούν καιστον δίσκο «Κύκλο του C.N.S.» (1971), στον οποίο η Φλέρυ τραγουδά έξι τραγούδια σε επανεκτέλεση μετά τον Γιώργο Μούτσιο (πρώτη εκτέλεση, 1959), σε ποίηση του συνθέτη.
Το 1972 επιστρέφουν και οι δύο στην Ελλάδα. Κυκλοφορεί «Ο Μεγάλος Ερωτικός», μια δημιουργία – σταθμός για την καριέρα της Νταντωνάκη. Ο δίσκος, που περιλαμβάνει μελοποιήσες της ελληνικής ποίησης, αρχαίας και νέας, δεν είναι όλος πάνω της, αλλά χωρίς αυτήν θα είχε διαφορετική πνοή. Την ίδια χρονιά έγινε η ηχογράφηση τουΚαπετάν-Μιχάλη, ενώ συμμετείχε και στον δίσκοΔώδεκα τραγούδια του Γιώργου Ποταμιάνου, του ομώνυμου Έλληνα εφοπλιστή, με τον οποίο τη συνέδεε μεγάλη φιλία από τον καιρό που ήταν στις ΗΠΑ.
Έκτοτε, η Νταντωνάκη «πέφτει». Η ψυχική της υγεία είναι τραυματισμένη και σταδιακά αποτραβιέται από την καλλιτεχνική της παρουσία. Είχε, μάλιστα, δηλώσει δημόσια πως «χάνεται στα μονοπάτια του μυαλού».
Επέστρεψε στο προσκήνιο το 1984, ερμηνεύοντας τρία τραγούδια στον πρώτο δίσκο του Ηλία Λιούγκουμε τίτλοΝυχτερινή δοκιμασία. Άρχισε τις εμφανίσεις της στους μουσικούς χώρους «Τιπούκειτος», «Καφέ-θέατρο» και στον Πύργο του Απόλλωνα. Συνοδευόμενη από τον πιανίστα Γιάννη (Μπαχ) Σπυρόπουλο, ερμήνευε κομμάτια του Χατζιδάκι, ελληνικά λαϊκά, αλλά και τραγούδια τηςτζαζκαισόουλανθολογίας. Η τελευταία της δισκογραφική εμφάνιση ήταν το 1986, οπότε και τραγουδησε τοΤραγούδι της νύχταςστον δίσκοΤσιμεντένια Τρένατου συγκροτήματος «Τερμίτες». Το 1985, μια συναυλία στην Ρωμαϊκή Αγοράαποτέλεσε και την τελευταία της εμφάνιση επί σκηνής. Στο ξεκίνημά της τρομαγμένη από την κοσμοσυρροή εγκατέλειψε το πάλκο, για να επιστρέψει τελικά και να αποθεωθεί για την ερμηνεία της.
Αυτή ήταν η τελευταία της εμφάνιση. Απομονώθηκε, όπως είχε η ίδια πει «έζησε σαν κοσμοκαλόγρια», μαζί με τη μητέρα της και την κόρη της Ζωή. Αποφασίζει να μην δώσει ευκαιρία σε καλλιτέχνες που της ζητούν να επανεμφανιστεί.
Πέθανε στις 18 Ιουλίου του 1998, χτυπημένη από τον καρκίνο, ευρισκόμενη σε σύγχυση. Θάφτηκε δίπλα στον Μάνο Χατζιδάκι.