Σε ισχύ τέθηκαν από τη Δευτέρα τα νέα αυξημένα πρόστιμα για τη μη έκδοση αποδείξεων τα οποία ανέρχονται κατά ελάχιστο σε 250 ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο για επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικό λογιστικό σύστημα και 500 ευρώ για επιχειρήσεις με διπλογραφικό σύστημα.
Ειδικότερα στην εγκύκλιο που υπογράφηκε από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, Γιώργο Πιτσιλή, για την εφαρμογή από σήμερα του νέου συστήματος επιβολής προστίμων για μη έκδοση αποδείξεων ή για ανακριβή έκδοση ή λήψη φορολογικών στοιχείων ορίζεται ότι από σήμερα:
– Επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα τοις εκατό επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς αντίστοιχα.
– Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 250 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των 500 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
– Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, στο πλαίσιο άλλου ελέγχου και εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο 100% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς φόρου λόγω έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 500 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και των 1.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
– Στην περίπτωση κάθε επόμενης διάπραξης της ίδιας παράβασης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο που ισούται με 200% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς φόρου λόγω έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των 1.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και των 2.000 ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
Η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων στη σχετική ανακοίνωσή της παραθέτει συγκεκριμένα παραδείγματα για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται ο υπολογισμός του πρόστιμου. Αυτά έχουν ως εξής:
α) Έστω ότι στο πλαίσιο ελέγχου που πραγματοποιήθηκε την 28.7.2016 σε φορολογούμενο που υποχρεούται στη τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος, διαπιστώθηκε η μη έκδοση ενός φορολογικού στοιχείου αξίας 3.000 ευρώ από το οποίο θα προέκυπτε ΦΠΑ ύψους 720 ευρώ, επιβάλλεται πρόστιμο 360 ευρώ (720 * 50%).
β) Έστω ότι στο πλαίσιο ελέγχου που πραγματοποιήθηκε την 25.8.2016 σε φορολογούμενο που υποχρεούται στην τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος, διαπιστώθηκε η μη έκδοση 10 φορολογικών στοιχείων αξίας 500,00 ευρώ από τα οποία θα προέκυπτε ΦΠΑ ύψους 65,00 ευρώ επιβάλλεται πρόστιμο 250,00 ευρώ (65,00 * 50%= 32,50 < 250,00, άρα επιβάλλεται το ελάχιστο προβλεπόμενο πρόστιμο για την κατηγορία των βιβλίων).
Έστω ότι στον ίδιο ως άνω φορολογούμενο διαπιστώνεται στο πλαίσιο ελέγχου την 10.10.2016 η μη έκδοση 5 φορολογικών στοιχείων αξίας 200,00 ευρώ από τα οποία θα προέκυπτε ΦΠΑ 26,00 ευρώ. Επειδή υπέπεσε στη ίδια παράβαση εντός πενταετίας, επιβάλλεται πρόστιμο 500,00 ευρώ (100% * 26,00 = 26,00 < 500,00, άρα επιβάλλεται το ελάχιστο προβλεπόμενο πρόστιμο για την κατηγορία των βιβλίων για πρώτη υποτροπή).
Στο πλαίσιο νέου ελέγχου την 7.11.2016 στον ίδιο ως άνω φορολογούμενο διαπιστώνεται η μη έκδοση ενός φορολογικού στοιχείου αξίας 100,00 ευρώ από το οποίο θα προέκυπτε ΦΠΑ 13,00 ευρώ. Λόγω της υποτροπής θα επιβληθεί πρόστιμο 1.000,00 ευρώ (13,00 * 200% πρόστιμο = 26,00 < 1.000,00, άρα επιβάλλεται το ελάχιστο προβλεπόμενο πρόστιμο με βάση την κατηγορία βιβλίων για επόμενη υποτροπή).
γ) Έστω σε φορολογούμενο, ο οποίος είναι υπόχρεος σε τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος έχει επιβληθεί για τη μη έκδοση στοιχείου αξίας 100,00 ευρώ από το οποίο θα προέκυπτε ΦΠΑ 24,00 ευρώ, πρόστιμο 250,00 ευρώ. Σε μεταγενέστερο έλεγχο διαπιστώνεται ότι έχει υποβληθεί ανακριβής δήλωση ΦΠΑ και η ανακρίβεια προσδιορίζεται στο ποσό των 24,00 ευρώ οφειλόμενη μόνο στη μη έκδοση του ανωτέρω στοιχείου. Προκειμένου να μη σωρευθούν τα πρόστιμα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 58 Α, κατ΄ εφαρμογή της παραγράφου 5 του ίδιου άρθρου, δεν αφαιρείται από το πρόστιμο της παραγράφου 2 (24,00 ευρώ) το ελάχιστο επιβληθέν πρόστιμο της παραγράφου 1 των 250,00 ευρώ, αλλά το αναλογικό πρόστιμο του 50% του ΦΠΑ επί της αξίας των στοιχείων που δεν εκδόθηκαν, δηλαδή τα 24,00 ευρώ, και εντέλει δεν επιβάλλεται ποσό προστίμου για την παράβαση της παραγράφου 2.
δ) Έστω σε επιχείρηση με υποχρέωση τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος έχει επιβληθεί πρόστιμο 500,00 ευρώ για την μη έκδοση ενός φορολογικού στοιχείου από το οποίο θα προέκυπτε ΦΠΑ 100 ευρώ. Επιβλήθηκε πρόστιμο 500 ευρώ, ως ελάχιστο πρόστιμο, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή το 50% του φόρου ισούται με 50 ευρώ. Σε μεταγενέστερο έλεγχο διαπιστώνεται υποβολή ανακριβούς δήλωσης ΦΠΑ ποσού 250 ευρώ (παράβαση παραγράφου 2 του άρθρου 58Α) και διαπιστώνεται ότι μέρος της ανακρίβειας της δήλωσης οφείλεται στην προαναφερθείσα παράβαση της μη έκδοσης του φορολογικού στοιχείου.
Προκειμένου να μη σωρευθούν τα πρόστιμα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 58 Α, αφαιρείται το πρόστιμο της παραγράφου 1 ως εξής.
Ανακρίβεια δήλωσης 250 ευρώ
Πρόστιμο παρ. 2 (=250 ευρώ * 50%) 125,00 ευρώ
Πρόστιμο παρ.1 (=100 ευρώ * 50%) μείον 50,00 ευρώ
Υπόλοιπο 75,00 ευρώ
Επομένως, θα επιβληθεί πρόστιμο για την παράβαση της παραγράφου 2 το ποσό των 75,00 ευρώ.