Ανακεφαλαιώνω και συμπληρώνω τα δεδομένα της περασμένης Κυριακής για ένα καίριο καβαφικό ποίημα, που φώλιασε στα «Ανέκδοτα» − άλλως πώς στα «Κρυφά». Το εντόπισε το 1962 ο Γ. Π. Σαββίδης και το «χάρισε» στον Στρατή Τσίρκα, όσο βρισκόταν ακόμη στο Κάιρο, έχοντας περατώσει τα δύο μέρη της διάσημης τριλογίας του: τη «Λέσχη» (1961) και την «Αριάγνη» (1962) − «Η Νυχτερίδα» μετακομίζει στην Αθήνα και δημοσιεύεται το 1965, συμπληρώνοντας τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες». Στο μεταξύ, προκύπτουν οι δύο θεμελιακές καβαφικές μελέτες του. Προηγείται «Ο Καβάφης και εποχή του» (1958) και έπεται «Ο πολιτικός Καβάφης» (1971). Στην προηγούμενη πεζογραφική του επίδοση εξέχει «Ο Νυρεντίν Μπόμπα και άλλα διηγήματα» (1966). Αυτά σε ουδέτερο ύφος με τηλεγραφική συντομία.
Επανέρχομαι στο αυτόγραφο καβαφικό ποίημα «27 Ιουνίου 1906, 2 μ.μ.», τίτλος που έγινε επίτιτλος του ευχετήριου τεύχους, το οποίο διέθεσε στους αναγνώστες του το Μορφωτικό Ιδρυμα της Εθνικής Τραπέζης για το 2016, δυσοίωνο στο έπακρο. Περιέχοντας Εισαγωγή του Γιάννη Παπαθεοδώρου και δύο ανέκδοτα γράμματα μεταξύ Τσίρκα – Σαββίδη, που απηχούν την υποδοχή του καβαφικού ποιήματος, η οποία εγκαινιάζεται από τον Γ. Π. Σαββίδη τον Δεκέμβριο του 1962. Θυμίζω και συμπληρώνω τις πρώτες αμοιβαίες αντιδράσεις.
Ο Σαββίδης χαρακτηρίζει το εύρημά του «προχωρημένο και εμπνευσμένο σχεδίασμα-ποίημα, με θέμα την απαγχόνιση ενός νεαρού Αραβα». Ο Τσίρκας αποφαίνεται ότι πρόκειται για μείζον γεγονός της αιγυπτιακής ιστορίας, που αφορά «την τραγωδία του Ντενσουάι». Δικαιώνοντας το ερμηνευτικό σχήμα γύρω από «έναν άλλον, πολιτικό Καβάφη», σχετικό «με την ιστορία της εποχής του, τα παροικιακά πράγματα και τους αντιαποικιακούς αγώνες». Αποψη που τεκμηριώνεται στην παρεπόμενη μελέτη του «Ο Καβάφης και η σύγχρονη Αίγυπτος», η οποία δημοσιεύεται στο καβαφικό αφιέρωμα της «Επιθεώρησης Τέχνης» τον Δεκέμβριο του 1963 (18/108).
Συγκεκριμένα στοιχεία για την «τραγωδία του Ντενσουάι» συγκεντρώνει ο Γιάννης Παπαθεοδώρου στην Εισαγωγή του, τα οποία εδώ συνοψίζονται. Στις 13 Ιουνίου 1906, ομάδα βρετανών αξιωματικών μετακινείται από το Κάιρο στην Αλεξάνδρεια και φτάνει στο Ντενσουάι, όπου επιδίδεται στο άγριο κυνήγι περιστεριών, τα οποία οι ιθαγενείς τα θεωρούν οικόσιτα. Η κατάσταση γίνεται έκρυθμη: οι βρετανοί ένοπλοι βάζουν φωτιά σε ένα αλώνι και πληγώνουν βαριά μια μάνα με παιδί. Οι φελάχοι αντεπιτίθενται, κατορθώνουν να τους αφοπλίσουν και τους ξυλοκοπούν. Ο λόρδος Κρόμερ, άγγλος τοποτηρητής της Αιγύπτου, στήνει έκτακτο δικαστήριο και με συνοπτικές διαδικασίες επιβάλλει αποτρόπαιες τιμωρίες: τέσσερις Αιγύπτιοι καταδικάζονται σε απαγχονισμό, δύο σε ισόβια καταναγκαστικά έργα, τρεις σε φυλάκιση ενός χρόνου και δημόσια μαστίγωση. Οι Βρετανοί επευφημούν. Ο δεύτερος από τους τέσσερις του απαγχονισμού είναι ο Ιωσήφ Χουσεΐν Σελίμ.
Τα γεγονότα του Ντενσουάι κάνουν τον γύρο του πολιτισμένου κόσμου και στιγματίζονται. Στις 20 Φεβρουαρίου του 1910, νεαρός αιγύπτιος, σπουδασμένος στη Δύση, ονόματι Ιμπραήμ ελ Ουαρντάνι δολοφονεί τον πρωθυπουργό της Αιγύπτου Μπούτρος, συλλαμβάνεται, δικάζεται και θανατώνεται, κερδίζοντας τη συμπάθεια των Αιγυπτίων, που πενθούν με μαύρες γραβάτες στην ταφή του.
Η προβολή του καβαφικού ποιήματος και η παρεπόμενη αιγυπτιακή συμπαράσταση του Τσίρκα άνοιξαν τον δρόμο για την ιστορική και πολιτική προσέγγιση του Καβάφη, που την υπερασπίζεται συστηματικά ο Γ. Π. Σαββίδης, βασισμένος και στον Σεφέρη. Με την αίσθηση, όπως σημειώνει ο Παπαθεοδώρου, «που μας κάνει να βλέπουμε την Ιστορία ως την Πολιτική του χτες, και την Πολιτική ως την Ιστορία του αύριο». Πρόκειται για ευρύχωρο ερμηνευτικό σχήμα, που προβάλλει μια νέα καβαφική ταξινόμηση, την οποία αργότερα θα την υιοθετήσει και ο Τσίρκας.
Κλείνω το προκείμενο Μονοτονικό με μια υπόθεση εργασίας. Ο διψήφιος τίτλος του («Το τι και το πώς») υπονοεί ότι στην ανάγνωση του καβαφικού μας ποιήματος, πλάι στο δίδυμο «ιστορία και πολιτική», ευνοείται και ένας τρίτος συντελεστής, που εδώ παραλείπεται. Προτείνω να τον ονομάσουμε ποιητολογικό. Γιατί και πώς, θα φανεί ελπίζω προσεχώς. Προς το παρόν δοκιμάζεται ενδεικτικά.
Το ποίημα εμφανίζεται ως ντοκουμέντο, τόσο με τον τίτλο του όσο και με το θέμα του, μοιρασμένο σε δύο ισόστιχες περιόδους. Με τον τίτλο του χρονολογείται επακριβώς και στο υστερόγραφό του υπογράφεται με το όνομά του. Τα δρώντα πρόσωπα είναι δύο: ένας γιος που απαγχονίζεται και η μάνα του που τον μοιρολογεί. Λανθάνει ο ποιητής στον ρόλο του αυτόπτη και αυτήκοου μάρτυρα. Αυτά στην επιφάνεια.
Στο βάθος όμως μεταποιούνται κάποια πραγματολογικά στοιχεία, που καθιστούν το ντοκουμέντο σπαρακτικό ποίημα. Παράδειγμα: ο επώνυμος νεαρός γιος που υπογράφεται, χάνει στη ροή του ποιήματος το όνομά του, όχι όμως χωρίς ποιητικό αντάλλαγμα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ