Ένα απλό τεστ σάλιου μπορεί να επιφέρει καθοριστικές αλλαγές στην πρώιμη διάγνωση πολλών σοβαρών παθήσεων, όπως ο καρκίνος, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση «Clinical Chemistry».

Η ανάλυση

Η μελέτη που εκπόνησε ο Δρ Ντέιβιντ Γουονγκ, ειδικός στοματικής υγείας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες, εστίασε στην ανάλυση 165 εκατομμυρίων γενετικών αλληλουχιών, λεπτομερείς πληροφορίες των οποίων δημοσιεύθηκαν στην προαναφερόμενη ιατρική επιθεώρηση.

Πρόκειται για την πληρέστερη μέχρι σήμερα ανάλυση που έχει γίνει για ένα συγκεκριμένο τύπο μορίων στο ανθρώπινο σάλιο. Οι ερευνητές διαπιστώνουν για πρώτη φορά ότι, το σάλιο μας περιέχει πολλά από τα ίδια μόρια που εμπεριέχονται στο αίμα και αποτελούν δείκτες ασθενειών.

«Αυτό μπορεί να οδηγήσει κάποτε στην ανάπτυξη μικροσυσκευών αυτό-διάγνωσης για παθήσεις όπως η άνοια, η νόσος Αλτσχάιμερ, ο διαβήτης τύπου ΙΙ, αλλά και αυτοάνοσα νοσήματα», εξηγεί ο Δρ Γουονγκ. Συγκεκριμένα, ο Δρ Γουονγκ και οι συνεργάτες του ανακάλυψαν ότι κάποιο από το RNA των ανθρώπινων κυττάρων είναι παρόν επίσης και στο σάλιο, και μπορεί να αξιοποιηθεί για τη διάγνωση πολλών παθήσεων.

Οι ελπίδες

Η διαπίστωση αυτή θεωρείται αρκετά αναπάντεχη δεδομένου ότι, τα ένζυμα του σάλιου μπορούν να αποδομήσουν το κυτταρικό RNA, πράγμα που σημαίνει ότι η στοματική κοιλότητα είναι εχθρικό περιβάλλον για το RNA.

Ο ερευνητής ελπίζει ότι αν καταστεί εφικτό στο άμεσο μέλλον να καθοριστούν τα σαφή όρια των μοριακών στόχων στο σάλιο, τότε οι επιστήμονες θα μπορούν να εστιάσουν σε συγκεκριμένα συστατικά που σηματοδοτούν, για παράδειγμα, τα πρώιμα στάδια του καρκίνου της στοματικής κοιλότητας ή του παγκρέατος και έτσι να βελτιστοποιηθεί η εξατομικευμένη θεραπεία. «Αν δεν ελέγχουμε το σάλιο του ασθενή, τότε μπορεί να μας ξεφεύγουν πολύτιμοι δείκτες της νόσου. Τελικά το σάλιο αποδεικνύεται ένας πραγματικός επιστημονικός ‘θησαυρός’», υπογραμμίζει ο Δρ Γουονγκ.