Ηταν ένα από τα πιο εντυπωσιακά εξώφυλλα της χρονιάς. Και όταν κάποιο έντυπο με το εκτόπισμα του γερμανικού «Der Spiegel» βγαίνει με εξώφυλλο έναν λαχταριστό κύβο ζάχαρης αλλά ο τίτλος είναι «Εξαρτησιογόνο: ζάχαρη» και ο υπότιτλος «Η επικίνδυνη μανία για το γλυκό» καταλαβαίνεις πόσο πολύ η κατανάλωση της ζάχαρης έχει αρχίσει να δημιουργεί μεγάλα κοινωνικά προβλήματα. Και πραγματικά στις περίπου δέκα σελίδες του άρθρου γίνεται έντονα αισθητό ότι και στη Γερμανία και στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σημάνει συναγερμό. Είναι εύκολο να σκεφθείς ότι το σύνθημα, εξαιτίας του φόβου για έναν υπέρβαρο πληθυσμό με όλες τις σχετικές συνέπειες, θα περιείχε και την κλασική παραίνεση: περισσότερη άσκηση, λιγότερο φαγητό. Οχι όμως, δεν ήταν έτσι, και το μεγάλο βάρος φαίνεται να πέφτει στα επιχειρήματα και στα συνθήματα κατά της ζάχαρης. Ευθεία βολή κυριολεκτικά!
Το γεγονός αυτό εκπλήσσει διπλά. Πρώτα απ’ όλα όποιος έχει διατρέξει ένα μεγάλο μέρος της Γερμανίας με το τρένο, του μένει νομίζω μεταξύ άλλων και η ζωηρή εντύπωση από τις απέραντες αγροτικές εκτάσεις όπου καλλιεργούνται σακχαρότευτλα με ένα από τα βασικά τελικά προϊόντα αυτής της καλλιέργειας να είναι βέβαια η ζάχαρη. Το άλλο είναι πως μεταξύ των επιστημόνων που ασχολούνται με τα θέματα του σωματικού βάρους έχει δημιουργηθεί ένα ρεύμα. Οσοι εντάσσονται σε αυτό θεωρούν ότι δεν παίζουν ρόλο η άσκηση και η κίνηση αλλά η διατροφή. Δηλαδή, έχουν γίνει εργασίες όπου μετρήθηκαν οι θερμίδες που καταναλώνει ένας άνθρωπος του γραφείου σε τυπική επιχείρηση στη Νέα Υόρκη και δεν βρέθηκαν πολύ διαφορετικές σε αριθμό από τις θερμίδες ενός κυνηγού και τροφοσυλλέκτη στη φυλή των Hadza που ζουν στην ανατολικοαφρικανική σαβάνα! (σύμφωνα με εργασία που υπογράφει ο ανθρωπολόγος Herman Pontzer). Επίσης σε έρευνα άγγλων ειδικών αναφέρεται ότι τα παιδιά στα σχολεία της Βρετανίας δεν κινούνται σήμερα λιγότερο απ’ ό,τι τα συνομήλικά τους πριν από πενήντα χρόνια. Αυτό μπορούμε να σκεφθούμε ότι συμβαίνει και στη δική μας χώρα, όπου ναι μεν κάποτε τα παιδιά έπαιζαν έξω στους δρόμους της γειτονιάς αλλά σήμερα ακολουθούν προγράμματα προπόνησης σε διάφορα αθλήματα, έχουν ποδήλατα, ασκούνται ώρες ατελείωτες στις τροχοσανίδες και στον χορό. Και άλλες ακόμη εργασίες υπάρχουν σχετικά που στέλνουν όλες μαζί ένα μήνυμα: δεν αρκεί να αρχίσουν να τρέχουν περισσότερο, να μπουν σε περισσότερα προγράμματα γυμναστικής μεγάλοι και παιδιά, για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που φέρνει μαζί της η παχυσαρκία. Κυρίως διαβήτη, καρδιοπάθειες και προβλήματα στήριξης του σκελετού. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι ένα άλλο μήνυμα: Μην περιμένετε, όταν έχετε γίνει υπέρβαροι, να κατεβείτε εντυπωσιακά σε κιλά μόνο με τη γυμναστική. Αρκεί άλλωστε να σκεφθεί κάποιος ότι ιδιαίτερα στα παιδιά η σωματική άσκηση ανοίγει και την όρεξη (σύμφωνα με εργασία των ερευνητών στο Harvard Steven Gortmaker και Kendrin Sonnerville), άρα κάπου αρχίζει να φαίνεται μια ρωγμή στο παλιό οικοδόμημα που ήθελαν να στέκεται επάνω στην υπερ-απλουστευμένη (και έμμονη) ιδέα: περισσότερη σωματική άσκηση για καλύτερη υγεία.
Ο ενδοκρινολόγος Terry Wilkin με την ομάδα του, έπειτα από παρατηρήσεις δώδεκα ετών σε παιδιά σχολικής ηλικίας, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όσο και αν γυμνάζονταν τα παιδιά αυτό δεν είχε επίδραση στο πόσο σωματικό λίπος θα είχαν. Αντίθετα μάλιστα, όταν παρατηρούσαν αύξηση του λίπους αυτό ήταν ένα μήνυμα ότι τα παιδιά με το πέρασμα του χρόνου θα ήθελαν όλο και λιγότερο να γυμνάζονται. Ενα ακόμη συμπέρασμα ήταν πως η διατροφή και ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου παίζει ρόλο. Και ως συνέχεια αυτού, εστιάζοντας ακόμη περισσότερο στην αναζήτηση του ενόχου σήμερα η ζάχαρη κάθεται στο εδώλιο. Η γενική σύσταση είναι: οι θερμίδες από την κατανάλωση ζάχαρης να μην υπερβαίνουν το 10% των καθημερινών θερμίδων. Αυτό όμως δεν είναι κάτι εύκολο. Διότι, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει με το λίπος, τις πρωτεΐνες ή άλλους σύνθετους υδατάνθρακες που φθάνουν στο έντερο και εκεί αρχίζουν να διαχέουν τα διάφορα συστατικά τους, όταν τρώμε ζάχαρη αυτή μάς ανοίγει την όρεξη για να καταναλώσουμε ακόμη περισσότερη καθώς περνάει κατευθείαν στο αίμα. Εκκρίνεται αμέσως ινσουλίνη που ξαναφέρνει την ισορροπία αλλά μαζί και τη διάθεση να συνεχίσουμε την κατανάλωση ζαχαρένιων προϊόντων. Και τι θυμίζει αυτή η διαδικασία; Τη δράση ενός ναρκωτικού. Γι’ αυτό, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η αντιμετώπιση αυτού του μηχανισμού που κάποτε βοήθησε τον άνθρωπο να επιζήσει τώρα απαιτεί δύσκολες αποφάσεις.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ