Το φάντασμα του Κάλβου εξακολουθεί να γοητεύει τους Ελληνες φιλολόγους. Αλλά και να τους ταλαιπωρεί στην επιθυμία τους να το φέρουν στα μέτρα τους. Τους προκαλεί ακόμη περισσότερο στις μέρες μας, μετά την πρόσφατη προνομιακή εμφάνισή του στον Λεύκιο Ζαφειρίου, στον οποίο ενεχείρισε τους – λανθάνοντες – πρώτους ελληνικούς στίχους («Ελπίς πατρίδος») του ποιητή των Ωδών.


Αναφέρομαι στο πολυτελές βιβλίο με τίτλο Φάσμα Κάλβου (Εκδόσεις Ergo), στο οποίο τρεις πανεπιστημιακοί φιλόλογοι συνεργάζονται για να παρουσιάσουν ως πιθανά έργα του Κάλβου έξι ανώνυμα λατινικά ποιήματα του 1823, επιγραφόμενα «Ολυμπιακές ωδές για τους αγώνες των Ελλήνων και την ελευθερία», που βρέθηκαν σε ένα χειρόγραφο του Σπουδαστηρίου Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σχήμα 4ο, σκληρά χαρτόδετα εξώφυλλα, χαρτί «ιλλουστρασιόν», φωτογραφική αναπαραγωγή του χειρογράφου δίπλα στην τυπογραφική μεταγραφή του, ελληνική μετάφραση των κειμένων, «Επίμετρο» (μια μελέτη για την αρχαιογνωσία του Κάλβου) και πλούσιο φωτογραφικό παράρτημα συνθέτουν μια πολύφερνη έκδοση, που για τη «μελέτη και προετοιμασία» της χρειάστηκαν «πέντε χρόνια απασχόλησης» και που δηλώνει μεγαλόφωνα την επιθυμία της να αποτελέσει εκδοτικό γεγονός.


Αναρωτιέται κανείς τι άλλο παρά ευσεβείς πόθοι είναι εκείνο που έκανε τους επιμελητές της έκδοσης να πιστεύουν ότι τα ποιήματα αυτά μπορεί να γράφτηκαν από τον Κάλβο. Διότι όλα τα βασικά στοιχεία της έκδοσής τους δείχνουν ότι ο ποιητής τους είναι Γάλλος· πράγμα που επισήμανε ήδη ο καθηγητής Μιχάλης Πασχάλης («Η Καθημερινή», 22-4-2007), που διαπίστωσε και την ανεπάρκεια της ελληνικής μετάφρασης των ποιημάτων· η οποία φαίνεται να καθοδηγήθηκε, και αυτή, από το αίσθημα των ευγενών ελπίδων, αφού, στην επιθυμία να στηριχτεί η ελληνική ταυτότητα των λατινικών ποιημάτων, ο στίχος του ανώνυμου φιλέλληνα ποιητή «Ελλάδα, μη διστάζεις· με τις δικές μας ευχές (votis) θα δοξαστείς» μεταφράζεται με τρόπο που φέρνει στον νου Ελληνα ποιητή: «με τις δικές μας θα τιμηθείς θυσίες». Ο Πασχάλης υπογράμμισε, επίσης, και το προφανές· ότι η αφιέρωση των ποιημάτων του ανώνυμου ωδοποιού στον διάσημο στην εποχή του Γάλλο ποιητή Casimir Delavigne («au plus élégant de nos Poétes»: «στον πιο κομψό από τους Ποιητές μας») δεν αφήνει αμφιβολία για τη γαλλική τους πατρότητα. Ωστόσο στον κατάλογο αρκετών βιβλιοπωλείων του Διαδικτύου η έκδοση αναφέρεται ήδη ως βιβλίο του Κάλβου.


Αλλά υπάρχει και ένα ακόμη στοιχείο – εκτός από τα ίδια τα ποιήματα – εξίσου προφανές, που καθιστά αδιανόητη κάθε υποψία ότι οι «Ολυμπιακές ωδές» θα μπορούσαν να είναι του Κάλβου. Στην αφιέρωσή του στον Delavigne ο ποιητής τους χαρακτηρίζει τη Μούσα του «αρχάρια και νέα ακόμη» («novice et jeune encore»). Ηταν δυνατόν να έγραφε το 1823 τη φράση αυτή ένας ποιητής όπως ο Κάλβος, που είχε δημοσιεύσει το πρώτο του ποίημα το 1811; που είχε γράψει τραγωδίες και ποιήματα, από τα οποία ως το 1823 είχε τυπώσει τουλάχιστον τρία (μία τραγωδία, δύο φορές: 1818, 1820· και δύο ποιήματα: 1817, 1819); που έδινε διαλέξεις (1818, 1819), συμμετείχε εντύπως σε δημόσιες συζητήσεις (1818), δημοσίευε μεταφράσεις (1820, 1821); – με λίγα λόγια, που η συγγραφική δραστηριότητά του ήταν ήδη τέτοια, ώστε ο συγγραφέας του «Επίμετρου» του εν λόγω βιβλίου να γράφει (φράσεις που δεν τις πρόσεξαν οι επιμελητές της έκδοσής του) ότι «το φθινόπωρο του 1820 ο Κάλβος αφήνει τη σιγουριά και την αναγνώριση του Λονδίνου και κατηφορίζει προς τη Φλωρεντία»;


Περιγράφω τα αυτονόητα στην προσπάθειά μου να δείξω πόσο παραπλανητικά το φάντασμα του Κάλβου κυκλοφορεί ανάμεσά μας, και πόσο επιφυλακτικός θα πρέπει να είναι κανείς, αφού ενίοτε μας κάνει να το βλέπουμε ακόμη και όταν τίποτε δεν υποδηλώνει την παρουσία του. Εννοώ κυρίως τα λανθάνοντα κείμενα του Κάλβου, εκείνα που γνωρίζουμε ότι υπάρχουν και που περιμένουν την ανακάλυψή τους: το «άσμα» για τον Ναπολέοντα, του 1811· τον «ύμνο» του 1817, τα άρθρα στο περιοδικό L’ Ape Italiana του 1819. Εννοώ, ακόμη, και άλλα κείμενα του Κάλβου, που δεν τα γνωρίζουμε, και στοιχεία της βιογραφίας του, που θα πρέπει να υπάρχουν και που, από κάποια ευτυχή συγκυρία, ίσως κάποτε ανακαλυφθούν. Ελπίδες για τέτοιες ανακαλύψεις δίνει η ερευνητική συγκομιδή των τελευταίων χρόνων, που έφερε στο φως άγνωστες επιστολές του Κάλβου, ένα κριτικό του κείμενο, το περιεχόμενο των παραδόσεών του στην Ιόνιο Ακαδημία, βιογραφικά στοιχεία του και το πρώτο ελληνικό του ποίημα.


Ολα αυτά, μαζί με στοιχεία της παλαιότερης έρευνας, θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε καλύτερα την ποίηση του Κάλβου. Και δεν εννοώ μόνο τις Ωδές, αλλά και τα ιταλικά ποιητικά του έργα, χωρίς την κατανόηση των οποίων η άποψή μας για τα ελληνικά του ποιήματα θα εξακολουθεί να αεροβατεί.


ΥΓ.: Ετοιμαζόμουν να παραδώσω αυτή την επιφυλλίδα, όταν πληροφορήθηκα ότι ο Δημήτρης Αρβανιτάκης ανακάλυψε σε βρετανική βιβλιοθήκη το περιοδικό L’Ape Italiana. Ανακάλυψη σπουδαία, γιατί τα άρθρα του Κάλβου σε αυτό ενδέχεται να φωτίζουν τις κατευθύνσεις του σε μια κρίσιμη στιγμή της ποιητικής του πορείας. Περιμένουμε την έκδοσή τους από το Μουσείο Μπενάκη.


Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.