Ηπρώτη αναδρομική έκθεση (28 Μαρτίου- 4 Μαΐου) προς τιμήν της Ναταλίας Μελά που εγκαινιάζεται σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη- Κτίριο οδού Πειραιώς παρουσιάζει τις κορυφαίες στιγμές μιας πορείας η οποία επωάστηκε τόσο μέσα από την τριβή της με τους γόνιμους κύκλους των διανοουμένων ( Πικιώνη, Τσαρούχη, Εγγονόπουλο και άλλους πολλούς) όσο και χάρη στη δική της καλλιτεχνική οξυδέρκεια. Η απήχηση του έργου της ξεπέρασε τα σύνορα της Ελλάδας.

«Πρόκειται για την πιο ευφρόσυνη,την πιο εγκάρδια,την πιο γοητευτική έκθεση που διοργανώθηκε ποτέ σε αυτόν τον χώρο» δήλωσε στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου ο διευθυντής του Μουσείου κ. Αγγελος Δεληβορριάς. Συγκεντρώθη- καν 182 έργα από ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές, ενώ παρουσιάζεται επίσης σε φυσικό μέγεθος η ακριβής αναπαράσταση του ατελιέ της γλύπτριας, στο οποίο βρίσκονται τα βασικά εργαλεία, τα προπλάσματα, καθώς και άλλα ημιτελή έργα.

Η έκθεση φωτίζει τις δύο περιόδους της καλλιτεχνικής της δράσης, που θα μπορούσαν να οριστούν αδρά ως η εποχή πριν και μετά το 1960. Το 1960 μαθαίνει να λειτουργεί με την οξυγονοκόλληση, οπότε παρουσιάζεται η μεγάλη στροφή στην τεχνοτροπία και στη φιλοσοφία της. Στρέφεται πλέον στο μέταλλο και χρησιμοποιεί ready made σιδηρικά και εργαλεία. Εμπνέεται από τη μυθολογία, δημιουργεί τους διάσημους Πολεμιστές της και την εξαιρετικά περίτεχνη σειρά από τα πτηνά, τα δίποδα και τα τρίποδα τα οποία χαρακτηρίζονται από παιγνιώδη διάθεση και χιούμορ. Την έκθεση επιμελήθηκε η κόρη της Αλεξάνδρα Τσουκαλά. «Μέσα μου αποκρυ σταλλώθηκε η ιδέα ότι η Ναταλία είναι μια ειδική περίπτωση στη γλυπτική» εξήγησε χθες ο ζωγράφος Αλέκος Λεβίδης. «Ανήκει στη γενιά του ΄30 αλλά δούλεψε στο δικό της περιθώριο,στη δική της προσωπική νήσο,σε μόνιμο διάλογο με τις επιρροές του εξωτερικού, επιρροές περασμένες όμως από τη δική της μυλόπετρα». Και ο συγγραφέας Τάκης Θεοδωρόπουλος προσθέτει: «Η τέχνη της αισθάνεσαι ότι καταπίνει τα σύμβολα, τα αφομοιώνει και αναπλάθει κάτι άλλο. Η νεανικότητα είναι αυτό που χαρακτηρίζει το ιδιοσυγκρασιακό της έργο, η ευφορία της δημιουργίας». Κείμενά τους συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο της έκθεσης (εκδόσεις Ωκεανίς και Μουσείο Μπενάκη), μαζί με κείμενα των Αγγελου Δεληβορριά, Νέλλης Ανδρικοπούλου,Ισμήνης Καπάνταη, τον οποίο έχει επιμεληθεί η εγγονή της γλύπτριας Ναταλία Τσουκαλά. Οταν πήρε τη σκυτάλη η Ναταλία Μελά, τα λόγια της ήταν σπινθηροβόλα και σύντομα: «Εμένα να με συγχωρέσετε. Πρώτον, είμαι γριά και είναι απαίσιο.Δεύτερον, δεν χωράω σε συρτάρι. Τρίτον, οι άνθρωποι γύρω μου είναι θαυμάσιοι.Είμαι φριχτά συγκινημένη. Σε μερικά αρχαία αγάλματα έχουν χαραχθεί οι σκέψεις άλλων καλλιτεχνών επειδή οι γλύπτες επισκέπτονταν ο ένας τον άλλον και έπαιζαν μεταξύ τους. Σε ένα ωραίο αττικό ανάγλυφο υπήρχε η φράση:“Αν μπορείς φτάσε με”.Αν μπορείτε εσείς, να μας φτάσετε, εμένα, την κόρη μου και την εγγονή μου».

Στο περιθώριο της συνέντευξης Τύπου η Ναταλία Μελά με δική της πρωτοβουλία εξέφρασε δύο λόγια παραπάνω στο «Βήμα». «Αυτό είναι το καλύτερό μου έργο» δήλωσε δείχνοντας το γλυπτό από σίδερο με τίτλο «Ευγενής Ακρίτας». Δεν γίνεται αμέσως αντιληπτός ο λόγος για τον οποίο ξεχωρίζει το συγκεκριμένο γλυπτό και η κυρία Μελά εξηγεί: «Εχω χαράξει επάνω του το ρητό της οικογένειάς μου:είναι η αρχαία φράση “Μένε και φθόνει”, δηλαδή να επιμένεις και να φθονείς.Να φθονείς με την έννοια της φιλοδοξίας. Προσπάθησα πολλές φορές να σχηματίσω τον Διγενή Ακρίτα αλλά δεν μου έβγαινε ο θάνατος. Ισως να τον φοβάμαι. Για αυτό δημιούργησα τον Ευγενή Ακρίτα. Θα μου πείτε, όταν φτιάχνω έναν Μινώταυρο, αυτό είναι θάνατος. Αλλά πώς να τα εκφράσει κανείς αυτά τα πράγματα; Είναι τόσο δύσκολο».

Και η συζήτηση κύλησε προς την κλασική τέχνη, που ήταν «ιδεοκρατική», όπως της είχε υποδείξει ο Τσαρούχης για την αρχαία αντίληψη. «Θυμάμαι όλα όσα είχαμε συζητήσει. Μου έλεγε “σκίαζε το μέτωπο” για να δίνω βάθος στο βλέμμα. Αν δείτε αργότερα τη φράγκικη τέχνη, δεν δίνεται αυτό το βάθος, τουλάχιστον στη γλυπτική.Αλλά υπάρχει σε όλη την ελληνική τέχνη και στη βυζαντινή ακόμη». Και καταλήγει με μια ευχή: «Ας μου δώσει ο Θεός να τελειώσω μια μέρα κάποια άλλα έργα που έχω αρχίσει». Η Ναταλία Μελά γεννήθηκε το 1923 στην Αθήνα.