Σήμερα στην Ευρώπη έχει απομείνει περιορισμένος αριθμός παρθένων δασών, τα σπουδαιότερα των οποίων είναι της Bialowicza στην Πολωνία, των Rotwald και Neuwald στην Αυστρία, των Perucica και Recka στην πρώην Γιουγκοσλαβία, των Dobroc και Kubany στη Δημοκρατία της Τσεχίας και στη Σλοβακία. Ολα όμως αυτά τα δάση, ενώ βρίσκονται σήμερα κάτω από απόλυτη προστασία, κινδυνεύουν να χάσουν την οικολογική τους ισορροπία από την υπερβολική αύξηση των θηραμάτων (ζαρκαδιών και ελαφιών) λόγω έλλειψης του φυσικού τους εχθρού, όπως ο λύκος, ο λύγκας κ.ά.
Στη χώρα μας το μοναδικό παρθένο δάσος σε μεγάλη έκταση είναι το δάσος του Παρανεστίου Δράμας. Οι λόγοι για τους οποίους το δάσος αυτό παρέμεινε ανεπηρέαστο από ανθρώπινες επεμβάσεις είναι από τη μία πλευρά η μεγάλη απόσταση από κατοικημένες περιοχές και η έλλειψη δρόμων και από την άλλη πλευρά η τοπογραφική του διαμόρφωση με τις απότομες κλίσεις που το καθιστούν απροσπέλαστο ή ακατάλληλο για βόσκηση. Επίσης το παρθένο αυτό οικοσύστημα βρίσκεται σε σύγκριση με άλλα σε οικολογική ισορροπία χάρη στην αυτορρύθμιση του πληθυσμού των άγριων ζώων, αφού στην περιοχή υπάρχουν σαρκοβόρα ζώα.
Η δενδρώδης βλάστηση του παρθένου δάσους αποτελείται κυρίως από μεικτές συστάδες οξιάς, ερυθρελάτης, ελάτης. Το ύψος της ελάτης και της ερυθρελάτης φθάνει τα 59 μ. και η διάμετρος αυτών είναι πάνω από 1,5 μ., ενώ η ηλικία τους είναι περίπου 600 ετών. Η οξιά φθάνει τα 45 μ. ύψος και έχει ηλικία τουλάχιστον 450 έτη. Αλλα σποραδικά είδη είναι η λεύκη, η σημύδα, η δασική πεύκη, η σουρβιά, η ιτιά, η ορεινή σφένδαμνος, η φουντουκιά κτλ. Στην ποώδη βλάστηση απαντούν πολλά και σπάνια είδη.
Η πανίδα του παρθένου αυτού οικοσυστήματος είναι πλούσια σε ζώα και σε πουλιά, τα σπουδαιότερα από τα οποία είναι το ζαρκάδι, το ελάφι, το αγριογούρουνο, το αγριοκάτσικο, ο λύκος, η αρκούδα, ο λαγός, η αλεπού, το φασσοπερίστερο, η φάσσα, ο δρυοκολάπτης, ο κότσυφας, η αγριόκοτα, ο γερακαετός, ο σταυραετός κ.ά.
Η λειτουργικότητα του παρθένου αυτού οικοσυστήματος είναι πολύπλευρη. Αποτελεί μια πολιτιστική αξία χάρη στην ποικιλία των δομών του, τόσο στον χώρο όσο και στον χρόνο, ενώ η εκπαιδευτική αξία του γίνεται όλο και περισσότερο αντιληπτή από την αναγκαία πια παρουσία της οικολογικής λογικής για σοβαρή μελέτη και έρευνα.
Ο κ. Παύλος Σμυρής είναι καθηγητής Δασοκομίας – Οικολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.