Το δημοκρατικό ρήγμα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Βαδίζοντας στις εκλογές, η Ελλάδα βιώνει ένα βαθύ δημοκρατικό ρήγμα. Ενα ρήγμα το οποίο δεν θα επουλωθεί, ούτε θα γεφυρωθεί εύκολα. Και το οποίο θα προσδιορίσει καθοριστικά και απρόβλεπτα όχι μόνο το αποτέλεσμα των εκλογών αλλά και τις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν.
Τρεις παρατηρήσεις.
Πρώτον, από όλες τις έρευνες και τα στοιχεία που έχουμε υπ’ όψιν μας προκύπτει ότι «το πλήγμα των Πρεσπών» είναι σαφώς βαθύτερο από εκείνο που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις.
Πολλοί δημοσκόποι θεωρούν ότι οι αρνητικές αντιδράσεις στη Συμφωνία είναι στην πραγματικότητα πιο έντονες και πολύ πιο εκτεταμένες, αλλά συγκαλύπτονται από φιλοκυβερνητικά ανακλαστικά που ανεβάζουν τις θετικές αντιδράσεις για τη Συμφωνία σε ένα 20-22% – περίπου όσο και η επιρροή της κυβέρνησης…
Είναι χαρακτηριστική μια μέτρηση της Rass (24 Ιανουαρίου) που πέρασε σχετικά απαρατήρητη.
Η έρευνα αυτή δεν έθεσε το τυπικό ερώτημα «Ναι ή όχι» στη Συμφωνία των Πρεσπών με την κυβερνητική ή αντικυβερνητική διάσταση που περιέχει.
Ρώτησε, αντιθέτως, τι πρέπει (κατά τη γνώμη των ερωτηθέντων) να κάνει το κόμμα που θα ψηφίσουν στις εκλογές – όποιο κι αν είναι αυτό… Η απάντηση είναι «να καταψηφίσει τη Συμφωνία» σε ποσοστό 95,6%!
Δεύτερον, το «πλήγμα των Πρεσπών» δεν είναι απλώς μια διαφωνία ή έστω μια πολιτική σύγκρουση για ένα εξωτερικό θέμα ή μια διεθνή συμφωνία.
Ερχεται να επικαθίσει πάνω σε προϋπάρχοντα αλλά υπαρκτά ρήγματα που διαπερνούν την ελληνική κοινωνία.
Στην αντίθεση «Αθήνα/Περιφέρεια». Στην αντίθεση «Βορράς/Νότος». Στην αντίθεση «κοινοβουλευτικό/αντικοινοβουλευτικό». Ακόμη και στην αντίθεση «λαός/ ελίτ».
Οι Πρέσπες εκλαμβάνονται ως επιβεβαίωση όλων των αιτιάσεων που πιο παραδοσιακές αντιθέσεις έχουν γεννήσει.
Η «Δημοκρατία που πούλησε τη Μακεδονία» και οι «αλήτες προδότες πολιτικοί» έρχονται να κουμπώσουν πάνω στο «να καεί, να καεί, το μπ… η Βουλή» και «Αθήνα γ…μένη, ο ΠΑΟΚ δεν πεθαίνει».
Τρίτον, είναι η πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες που μια πολιτική σύγκρουση στην Ελλάδα περιέχει έντονα ψυχολογικά στοιχεία.
Στοιχεία ταπείνωσης, προδοσίας, υστέρησης, εγκατάλειψης.
Λογικό. Το «πλήγμα των Πρεσπών» δεν αφορά ένα εθνικό ζήτημα όπως (ας πούμε) το Κυπριακό. Αποτελεί ταυτοτική υπόθεση μιας μεγάλης μερίδας του ελληνικού πληθυσμού και μιας μεγάλης περιοχής της Ελλάδας.
Τα ψυχολογικά αυτά στοιχεία ενισχύθηκαν από τις μεθοδεύσεις για την ψήφιση της Συμφωνίας και από την αποφυγή κάποιας στοιχειώδους εκλογικής νομιμοποίησης, ακόμη περισσότερο από τις κυβερνητικές ύβρεις για «ακροδεξιούς», «λαϊκιστές» και «εθνικιστές».
Ετσι παγιώθηκε ευρύτατα η αίσθηση ότι η κυβέρνηση έδρασε όχι μόνο εναντίον των συμφερόντων της χώρας, αλλά και εναντίον της λαϊκής βούλησης.
Την περιφρόνηση προς «την ευαισθησία των πολλών» τροφοδότησαν και μεμονωμένοι πολιτικοί, πανεπιστημιακοί ή άλλοι παράγοντες που (για διάφορους λόγους, αλλά με ανεξήγητη θέρμη)) συντάχθηκαν με τις κυβερνητικές απόψεις χαρακτηρίζοντας το Μακεδονικό «αχρείαστη διαμάχη» ή «περιττή εκκρεμότητα».
Επέδειξαν μια πρωτοφανή έλλειψη συναισθηματικής νοημοσύνης.
Οι τρεις παράγοντες που περιγράψαμε συγκροτούν από κοινού ένα εκρηκτικό μείγμα και ένα βαθύ ρήγμα, ακόμη κι αν δεν ξέρουμε ακόμη πώς το ένα θα πυροδοτήσει το άλλο.
Το βέβαιο είναι πως η αντίθεση παίρνει ταχύτατα τη μορφή ενός δημοκρατικού κενού που ξεφεύγει από τους συνήθεις «μικρούς εμφυλίους» που βασανίζουν τη δημοκρατία μας.
Είναι απρόβλεπτο επειδή μας είναι άγνωστο. Και είναι απροσδιόριστο επειδή είναι ανεξέλεγκτο.
Μόνο ανεγκέφαλοι μπορεί να θεωρούν ότι δημιουργήθηκε ή τροφοδοτήθηκε από την αντίθεση στη Συμφωνία διότι το ρήγμα είναι η Συμφωνία. Οχι φυσικά ως νομικό κείμενο αλλά ως πολιτική πράξη.
Και η συνέχεια;
Με μια κυβέρνηση ηττημένη και βαθιά απαξιωμένη, είναι αποκλειστικά στο χέρι της αντιπολίτευσης να καταπραΰνει τις εξάρσεις, να κατευνάσει τις αντιδράσεις και να συμπονέσει τις διαφωνίες.
Αν το καταφέρει, θα έχει επιτελέσει εθνικό έργο. Αν αποτύχει, θα υποστούμε εθνική ζημιά.
Εξηγήσεις
Μέσα στις ανεξάντλητες εξηγήσεις που παρέχει ο Στ. Θεοδωράκης για την υπερψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών συγκράτησα δύο πράγματα.
Πρώτον, απόρησε «γιατί να με πιέσουν για κάτι που είχα ξεκαθαρίσει ότι θα κάνω». Οταν δηλαδή είσαι εθελοντής δεν χρειάζεται να είσαι και πιεζόμενος. Σωστό.
Δεύτερον, αναρωτήθηκε «αν τα κόμματα που είπαν “όχι” πιέστηκαν από τη ρωσική πρεσβεία».
Ομολογώ πως δεν το γνωρίζω.
Δεν θυμάμαι όμως τον ρώσο πρέσβη να περιφέρεται δεξιά κι αριστερά κατακρίνοντας τη Συμφωνία, ούτε άκουσα για συναντήσεις πολιτικών αρχηγών με τον ρώσο πρέσβη.
Γενικώς δεν έχει μαθευτεί τίποτα για τον ρώσο πρέσβη. Μόνο για τον Αμερικανό (και τον Γερμανό) κάτι πήρε το αφτί μου.

