Ράϊνερ Μαρία Ρίλκε

Οι σημειώσεις του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε

Μετάφραση – επίμετρο – σημειώσεις Αλέξανδρος Ισαρης

Εκδόσεις Κίχλη, 2018, σελ. 308, τιμή 15,20 ευρώ

«Ενα αριστούργημα που δεν συγκρίνεται με κανένα άλλο». Ετσι χαρακτηρίζει τις Σημειώσεις του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε η Ελίζαμπεθ Χάρντγουικ. Και όταν αυτό λέγεται από μια δοκιμιογράφο της δικής της αξίας, έχει ιδιαίτερη σημασία. Αλλά η Χάρντγουικ δεν ήταν η μόνη. Πλήθος κριτικών, συγγραφέων και φιλοσόφων έχουν εκφραστεί υμνητικά για αυτό το βιβλίο: από τον Χάιντεγκερ ως τον Γκαστόν Μπασλάρ και από τον Βαλερί και τον Στίβεν Σπέντερ ως τον Γουίλιαμ Γκας.

Εχουν περάσει 118 χρόνια από την έκδοση αυτού του εμβληματικού βιβλίου και ο χρόνος όχι απλώς δεν το έχει αγγίξει αλλά το έχει αναδείξει ως ένα από τα μείζονα λογοτεχνικά επιτεύγματα του 20ού αιώνα. Εργο μείζον καθαυτό αλλά και προδρομικό. Μοντέρνο πριν από την επιβολή του μοντερνισμού, είναι ένα μεγάλο εξπρεσιονιστικό μυθιστόρημα, που προλέγει επίσης τον υπαρξισμό (ο αναγνώστης δεν θα δυσκολευτεί να βρει τις ομοιότητές του με την κατοπινή διάσημη Ναυτία του Σαρτρ). Ομοιότητες έχουν εντοπιστεί ακόμα και με το μεταγενέστερο Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο του Προυστ.

Ο Ρίλκε δεν ήθελε να θεωρούν το βιβλίο του μυθιστόρημα ούτε ένα είδος αυτοβιογραφίας και προτιμούσε να το θεωρούν απλώς ένα βιβλίο γραμμένο σε πρόζα. Ωστόσο δεν είναι λίγα τα αυτοβιογραφικά στοιχεία που περιέχει. Και αν κρίνουμε από την εξέλιξη της πεζογραφίας στον 20ό αιώνα, πρόκειται χωρίς αμφιβολία για το πρώτο μοντερνιστικό μυθιστόρημα, έστω κι αν δεχτούμε την άποψη πως κατά μιαν άλλη εκδοχή μπορεί να θεωρηθεί και εκτενέστατο ποίημα σε πρόζα.

Αποξένωση,
υπαρξιακή αγωνία

Ο Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε, ένας 28χρονος γόνος παρηκμασμένης αριστοκρατικής οικογένειας από τη Δανία, μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου θα ζήσει σε συνθήκες έσχατης ένδειας. Φιλοδοξεί να γράψει ποιήματα. Αλλά πρώτα να δει: τον περίγυρο, την πόλη, τους ανθρώπους όπου πάνω τους προβάλλει εικόνες του δικού του εσωτερικού κόσμου που κυριαρχείται από το άγχος. Θέλει «βλέποντας» να ξεπεράσει τον φόβο του, την κρίση ταυτότητας του νεοφερμένου σε μια μεγάλη πόλη, το αίσθημα της αποξένωσης που του δημιουργεί.

Οι θόρυβοι της πόλης περνούν μέσα στο δωμάτιό του, ζει σε καθεστώς απόλυτης μοναξιάς, το Παρίσι είναι μια φυλακή, αλλά μεταφορικά μιλώντας και μια πόλη γεμάτη καθρέφτες, στο βάθος των οποίων ο πρωταγωνιστής αντικρίζει το είδωλο του εαυτού του. Η αποξένωση μετατρέπεται έτσι σε υπαρξιακή αγωνία.

Ο φόβος
του πλήθους

Τα πλήθη τού προκαλούν επίσης φόβο, που δεν πρόκειται για τον φόβο της επαφής αλλά για το αίσθημα του θανάτου, όπως άλλωστε ο Ρίλκε μάς προειδοποιεί με την πρώτη (περίφημη) φράση του βιβλίου: «Ωστε, λοιπόν, οι άνθρωποι έρχονται εδώ για να ζήσουν, εγώ θα έλεγα πως έρχονται για να πεθάνουν».

Τα πλήθη όμως που παρατηρεί ο Μάλτε ανήκουν σε δύο κατηγορίες: στους περαστικούς (passants) και στους περιπλανώμενους (flaneurs). Ο ίδιος εν τούτοις, μολονότι παρουσιάζεται με γνωρίσματα και των δύο, είναι κάτι διαφορετικό: είναι ο παρατηρητής, ο οποίος σε όσα παρατηρεί βλέπει να ενεδρεύει ο τρόμος αλλά και το πάθος – αν και ατελέσφορο – της ύπαρξης. Γι’ αυτό δεν είναι συμπτωματικό που στο δεύτερο μέρος ανακαλεί εικόνες της παιδικής του ηλικίας και μέρη στα οποία μπορεί κανείς να έχει έναν «κανονικό» θάνατο, δηλαδή μια διαφορετική ζωή όπου κυριαρχεί η αγάπη. Η μεταφορά έχει τα γνωρίσματα της βυθισμένης εικόνας και είναι προέκταση (ή, πιο σωστά, αντιστροφή) των εικόνων που ζει ο πρωταγωνιστής στη μεγάλη πόλη. Το μυθιστόρημα ως εκ τούτου είναι και ένα ρέκβιεμ για τη χαμένη αθωότητα.

Ολα αυτά και πλήθος άλλα που εμφανίζονται σε τούτο το καλειδοσκοπικό αριστούργημα αναπτύχθηκαν αργότερα σε πολλά έργα του μοντερνισμού. Οι εικόνες του πλήθους, για παράδειγμα, και η σύνδεσή τους με τον θάνατο θα περάσουν έπειτα από μία δεκαετία στο καταστατικό ποίημα του μοντερνισμού, την Ερημη χώρα του Ελιοτ.

Εδώ όμως έχουμε και κάτι ακόμα: η πρόζα του Ρίλκε δένεται άρρηκτα με την ποίησή του και η σχέση αυτού του μυθιστορήματος με τα μεγάλα ποιητικά του έργα, τις Ελεγείες του Ντουίνο και τα Σονέτα στον Ορφέα, είναι εμφανέστατη. Γι’ αυτό και η πρόζα των Σημειώσεων δεν είναι αναλυτική. Πρόκειται για πρόζα ποιητή, ακραίας συμπύκνωσης, που καθιστά το μυθιστόρημα δύσκολο στην ανάγνωση. Μόλις όμως αναγνώστης διατρέξει κάποιες σελίδες, αντιλαμβάνεται την εσωτερική συνοχή του μυθιστορήματος. Αυτό το μωσαϊκό είναι φτιαγμένο με απαράμιλλη μαεστρία. Τα όσα προηγούνται και τα όσα έπονται δεν βασίζονται σε μια χρονική ακολουθία αλλά στις εσωτερικές διακυμάνσεις που προκύπτουν από τον ψυχισμό του πρωταγωνιστή.

Εξαιρετική
μετάφραση

Η μετάφραση ενός τόσο δύσκολου κειμένου συνιστά τεράστια πρόκληση. Ο Αλέξανδρος Ισαρης ήταν ο καταλληλότερος να την αναλάβει. Το βιβλίο είχε πρωτομεταφραστεί πριν από πολλά χρόνια από τον Δημ. Στ. Δήμου και τότε ήταν μια σημαντική προσφορά. Αλλά τα αριστουργήματα πρέπει, όταν χρειάζεται, να ξαναμεταφράζονται και να αναπροσαρμόζονται. Μια νέα μετάφραση των Σημειώσεων ήταν εδώ και καιρό αναγκαία. O Ισαρης έκανε εξαιρετική δουλειά, τόσο σε ό,τι αφορά τη μεταφορά τους στη γλώσσα μας όσο και στις απολύτως αναγκαίες σημειώσεις και στο επίμετρό του. Και του αξίζει κάθε έπαινος.

Οι μεγάλοι ποιητές καταξιώνονται πρωτίστως στη γλώσσα τους. Είναι όμως εντυπωσιακό που η επίδραση του Ρίλκε στη lingua franca της εποχής μας (τα αγγλικά) έχει εκτοπίσει την αντίστοιχη του Τ.Σ. Ελιοτ, σε σημείο να αναρωτιέται κανείς ποια είναι μεγαλύτερη: του Ρίλκε ή του Καβάφη. Το ίδιο έχει αρχίσει να παρατηρείται και στη χώρα μας, αν κρίνει κανείς από το πλήθος των μεταφράσεων του Ρίλκε, εκείνου του άτυχου «Γερμανού» από την Πράγα που πέθανε στα 51 του χρόνια.