«Είμαστε σε διαρκή επαγρύπνηση. Αναγνωρίζουμε την πανευρωπαϊκή νεοναζιστική και φασιστική απειλή κατά της δημοκρατίας. Οι ναζιστικές πλατφόρμες και η ναζιστική ρητορική εξαπλώνονται και στη Βόρεια και στη Νότια Ευρώπη. Και εργαζόμαστε σκληρά για να τις καταπολεμήσουμε, καθώς θέτουν σε κίνδυνο τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Εργαζόμαστε και για να εμποδίσουμε τη διάδοσή τους» σχολιάζει στο «Βήμα» ο Χουάν Φερνάντο Λόπεθ Αγκιλάρ, πρώην υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση του ισπανού πρωθυπουργού Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Λας Πάλμας ντε Γκραν Κανάρια και πολιτικός του ισπανικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (PSOE), ο οποίος σήμερα εκτελεί χρέη προέδρου της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου και είναι μέλος της ευρωομάδας της Προοδευτικής Συμμαχίας Σοσιαλιστών και Δημοκρατών.

Ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι δεν ανήκει στις αρμοδιότητες της Επιτροπής μια οριζόντια πανευρωπαϊκή νομοθεσία που θα θέτει εκτός νόμου όλες τις νεοναζιστικές πλατφόρμες και τα νεοναζιστικά μορφώματα, που τελευταία έχουν αποκτήσει και επίσημη πολιτική φωνή και εκπροσώπηση, καθώς «δεν είναι αρμοδιότητα της ΕΕ να απαγορεύει πολιτικούς ή ιδεολογικούς συνασπισμούς. Υιοθετούμε όμως ψηφίσματα. Και ζητούμε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναλαμβάνει δράσεις για να διατηρούνται οι συμφωνίες της. Να είναι φρουρός των συμφωνιών αυτών» προσθέτει ο κ. Αγκιλάρ, εστιάζοντας κατ’ επανάληψη κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας στο ψήφισμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά της ρητορικής μίσους.

Τελευταία σημειώνεται μια εντυπωσιακή άνοδος πανευρωπαϊκά των νεοναζιστικών τάσεων και είσοδος εκπροσώπων τους στην επίσημη πολιτική σκηνή των κρατών-μελών. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχετε σκεφτεί μια ευρωπαϊκή οριζόντια απαγόρευση των νεοναζιστικών ομάδων, μορφωμάτων και πλατφορμών για τα κράτη-μέλη;

«Οχι. Δεν είναι αυτός ο ευρωπαϊκός τρόπος, παρ’ όλο που, ασφαλώς, έχουν υπάρξει συνταγματικά παραδείγματα σε κράτη-μέλη, τα οποία με τη νομοθεσία τους θεωρητικώς απαγορεύουν τις νεοναζιστικές ή φασιστικές πλατφόρμες. Η εμπειρία μάς έχει δείξει ότι ο ναζιστικός και ο φασιστικός λόγος μεταμφιέζονται για να είναι παρόντες στον πολιτικό ανταγωνισμό υπό διαφορετικές ονομασίες και ταμπέλες, όπως Εναλλακτική για τη Γερμανία (Alternative für Deutschland), Χρυσή Αυγή, Σουηδοί Δημοκράτες κ.ο.κ. Είναι όμως νεοναζί και φασίστες. Και είναι μια απειλή για τη δημοκρατία. Ωστόσο, δεν είναι αρμοδιότητα της ΕΕ να απαγορεύει πολιτικούς ή ιδεολογικούς συνασπισμούς. Η ΕΕ είναι σε εγρήγορση σε σχέση με τη ρητορική μίσους που εξωθεί σε εγκλήματα μίσους. Γι’ αυτό έχουμε αναλάβει την πρωτοβουλία των ψηφισμάτων κατά της ρητορικής μίσους και των εγκλημάτων μίσους. Αυτό είναι κάτι που θέτουμε, μέσα από τον ευρωπαϊκό τρόπο θεώρησης, ως πλαίσιο στις νεοναζιστικές και φασιστικές πλατφόρμες, το οποίο συνδέεται με την προϋπόθεση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης των κρατών-μελών. Φυσικά, η πλειονότητα των ευρωπαϊκών δικαστηρίων ευθυγραμμίζεται στην ευρωπαϊκή ιδέα της δημοκρατίας, που υπερασπίζεται τα θεμελιώδη δικαιώματα.

Ως αρχή, όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ πρέπει να αποδείξουν τις δημοκρατικές ποιότητές τους για να εισέλθουν στο ευρωπαϊκό club και να παραμείνουν σε αυτό. Σε αυτόν τον αγώνα έχουμε δημιουργήσει ένα κανονιστικό πλαίσιο για τη δημοκρατία και τα θεμελιώδη δικαιώματα, με τακτικό στόχο την ετήσια αξιολόγηση για την ποιότητα της δημοκρατίας όλων των κρατών-μελών, που διαβιβάζεται από τον επίτροπο Δικαιοσύνης. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μια νομοθεσία με συνταγματικό αντίκτυπο για τη διασφάλιση της διαφάνειας, της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης κ.ο.κ. Κάθε παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως η ελευθερία του λόγου, θα πρέπει να συζητηθούν και συχνά συμβαίνει να συζητούνται στην Επιτροπή».

Είναι αρκετά όλα όσα περιγράφετε; Και, επομένως, δεν χρειάζεται ενίσχυση της δημοκρατίας με περαιτέρω μέτρα, ψηφίσματα, νομοθετήματα;

«Το κατά πόσο χρειάζεται μια οριζόντια λύση είναι ένα debate δεκαετιών. Η δημοκρατία μπορεί να προστατεύσει τον εαυτό της, σύμφωνα με τις αξίες της και τους κανόνες της. Τα θεμελιώδη δικαιώματα, η ελευθερία του λόγου πρέπει να προστατεύονται, χωρίς παράλληλα καμία εγκληματική ενέργεια να μένει ατιμώρητη. Δεν είναι ανεκτές εγκληματικές ενέργειες όταν είναι μεταμφιεσμένες σε πολιτική δραστηριότητα. Εξ ου πρέπει να μπορεί να διακρίνει κανείς τη διαφορά βάσει του ποινικού δικαίου. Υπάρχει ένα πανευρωπαϊκό δίκτυο για να καταπολεμηθούν τα εγκλήματα και ιδίως όσα συνδέονται με τις νεοναζιστικές ομάδες. Και η ΕUROPOL συμβάλλει με την έρευνά της και συνεργάζεται με τα κράτη-μέλη. Ως Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου, επαναλαμβάνω, είμαστε σε διαρκή εγρήγορση. Αυτό είναι το χρέος μας. Σταματάμε τις ροές ευρωπαϊκών χρημάτων στα κράτη-μέλη που οι κυβερνήσεις τους παραβιάζουν αυτούς τους κανόνες του ευρωπαϊκού αξιακού συστήματος. Και, βεβαίως, συζητούμε για όλα αυτά τα ζητήματα ετησίως, όπως και για την ποιότητα της δημοκρατίας στα κράτη-μέλη».