Παράλληλα με την οδύνη και το μεγάλο πένθος για τους 57 νεκρούς και τους δεκάδες τραυματίες από τη σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη όλο και εντονότερες είναι οι φωνές που ζητούν την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων αυτής της τραγωδίας. Ωστόσο ελάχιστοι, πλην του νομικού κόσμου, γνωρίζουν ότι η ποινική νομοθεσία και η δικαστική πρακτική μεριμνούν ώστε οι επιβαλλόμενες ποινές να είναι σχετικά ανώδυνες και κατά κανόνα να αναστέλλεται η εφαρμογή τους. Αυτήν τη φιλική προς τους ενόχους πρακτική την είδαμε στις δύο πρόσφατες αποφάσεις του Ειδικού Δικαστηρίου, το οποίο στον μεν κ. Παππά επέβαλε φυλάκιση δύο ετών με αναστολή, στον δε κ. Παπαγγελόπουλο χρηματική ποινή 10.000 ευρώ. Ουδεμία έκπληξη, αφού όλη η ποινική νομοθεσία μας και η δικαστική εφαρμογή της μεριμνούν ώστε οι ένοχοι, ακόμα και των στυγνότερων εγκλημάτων, να πέφτουν στα μαλακά. Και μπορεί μεν να προβλέπεται ακόμα και ποινή ισοβίων δεσμών, αλλά πρόκειται για ψευδεπίγραφη, αφού η ποινή των ισοβίων δεν υπερβαίνει τα 25 χρόνια, που και αυτά υπό προϋποθέσεις περιορίζονται ακόμα περισσότερο.

Την ουσιαστική ατιμωρησία επιτείνει η χρονοβόρα, πολυετής κατά κανόνα, διεξαγωγή των δικών, που ύστερα από ατέρμονες αναβολές καταλήγουν ενίοτε σε παραγραφή των αδικημάτων και ουσιαστική αθώωση των εγκληματιών. Υπενθυμίζω ότι στην υπόθεση Ρικομέξ, όπου στα ερείπιά της τάφηκαν δεκάδες εργαζόμενοι, το δικαστήριο κήρυξε αθώους όλους τους δικαζόμενους ως ενόχους. Για τους νεκρούς της φονικής πλημύρας στη Μάνδρα Αττικής οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν με φυλακίσεις αλλά με αναστολή της ποινής, ενώ στη δίκη για τους 104 νεκρούς στο Μάτι οι 21 κατηγορούμενοι δικάζονται μόνο για πλημμελήματα και η ποινή δεν μπορεί να υπερβεί τα οκτώ χρόνια, ίσως και αυτά με αναστολή έκτισης της ποινής. Δεν αποκλείεται μάλιστα να αποδοθούν λευκοί στην κοινωνία καθώς πλησιάζει η παραγραφή των αδικημάτων, χάρη στην ευρεσιτεχνία των ατέρμονων αναβολών της δίκης.

Σήμερα και πάλι βοά η κοινή γνώμη ζητώντας την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων για τα Τέμπη, αγνοώντας ότι η ποινική νομοθεσία μας και η δικαστική πρακτική μεριμνούν ώστε οι ένοχοι να πέφτουν στα μαλακά και συνήθως η τυχόν ποινή φυλάκισης που τους επιβάλλεται να αναστέλλεται. Και συνεπώς την επομένη της τυχόν καταδίκης τους να πηγαίνουν ελεύθεροι στο σπίτι τους για να συνεχίσουν ανενόχλητοι την εγκληματική τους δραστηριότητα.

Συνεπώς και στους τυχόν ενόχους που θα παραπεμφθούν ενώπιον της ποινικής δικαιοσύνης για το έγκλημα στα Τέμπη, αν κάποτε δικαστούν και καταδικαστούν, μάλλον θα τους επιβληθούν ποινές φυλάκισης, που θα ανασταλεί η εφαρμογή της. Και μολονότι η διάθεση επιείκειας χαρακτηρίζει το ποινικό μας σύστημα, ίσως διότι κατά πλειοψηφία κυριαρχείται από γυναίκες δικαστές, ο κύριος υπεύθυνος για αυτό το αίσχος είναι οι νομοθέτες μας, που δεν είναι άλλοι από τους εκάστοτε κυβερνώντες και τους βουλευτές μας που ψηφίζουν τους σχετικούς νόμους.

Και αυτό το διαβλητό σύστημα βρήκε τα τελευταία χρόνια και μια επαίσχυντη δικαιολογία. Δεν χωρούν άλλους οι υπερπλήρεις φυλακές μας, στις οποίες ζουν με άθλιες συνθήκες οι φυλακισμένοι. Ετσι, αντί να δημιουργούνται νέες φυλακές για τους πολλαπλά αυξημένους ενόχους, θεωρήθηκαν ως λύση οι αποφυλακίσεις ακόμα και βαρυποινιτών, που έχουν διαπράξει στυγερά εγκλήματα.