Η Τράπεζα Πειραιώς υπό τη σημερινή της μορφή είναι το αποτέλεσμα του τελευταίου κύκλου συγκέντρωσης του εγχώριου χρηματοπιστωτικού κλάδου που πυροδοτεί το 2012 το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους (PSI), στο πλαίσιο του δεύτερου μνημονίου.

Η απόφαση αυτή μπορεί να βελτιώνει το δημοσιονομικό προφίλ της χώρας, προκαλεί ωστόσο εν μία νυκτί άνευ προηγουμένου ζημιές στις τράπεζες λόγω της μεγάλης τους έκθεσης σε κρατικούς ομολογιακούς τίτλους.  Κάποια μικρότερου μεγέθους πιστωτικά ιδρύματα δεν αντέχουν το βάρος των απωλειών και τίθενται σε εκκαθάριση.

Ταυτόχρονα, καταγράφεται μαζική έξοδος των ξένων τραπεζών από την Ελλάδα, οι οποίες μάλιστα πληρώνουν για να ρευστοποιήσουν τις θυγατρικές τους.

Πρωταγωνιστής

Σε αυτόν τον κύκλο εξαγορών και συγχωνεύσεων η Τράπεζα Πειραιώς είναι αναμφίβολα ο πρωταγωνιστής. Ο συστημικός όμιλος, υπό τη διοίκηση του επίτιμου πλέον προέδρου της Μιχάλη Σάλλα, απορροφά μέσα σε περίπου τρία χρόνου διαδοχικά την Αγροτική Τράπεζα, τη Geniki Bank, τις εν Ελλάδι εργασίες των 3 κυπριακών τραπεζών (Κύπρου, Ελληνική, Marfin Bank), τη Millennium Bank και την Πανελλήνια Τράπεζα. Δημιουργείται με αυτόν τον τρόπο ο μεγαλύτερος ελληνικός όμιλος από άποψης ενεργητικού.

Την ίδια στιγμή, όμως, η διοίκησή του καλείται να αντιμετωπίσει όχι μόνο την ύφεση και την κρίση εμπιστοσύνης του 2015, που κατέληξε στην επιβολή capital controls, αλλά και τις δυσκολίες που συνεπάγεται η ενοποίηση δικτύου και συστημάτων 8 διαφορετικών τραπεζών! Το φιλόδοξο εγχείρημα ολοκληρώνεται με επιτυχία.

Αφήνει πίσω του όμως ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο κόκκινων δανείων, ανομοιογενών σε πολλές περιπτώσεις λόγω των πολλών εξαγορών, γεγονός που δυσκολεύει τη διαχείρισή του. Το μέγεθος του προβλήματος μάλιστα καθιστά αναγκαία τη λήψη κρατικής βοήθειας στις δύο από τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις της τριετίας 2013-2015. Από την τελευταία προέρχεται και το μετατρέψιμο ομολογιακό δάνειο (CoCos) των 2 δισ. ευρώ, που σήμερα αποτελεί ένα μεγάλο βαρίδι για την τράπεζα.

Η περίοδος Μεγάλου

Ο σημερινός διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Χρήστος Μεγάλου αναλαμβάνει το τιμόνι του ομίλου το 2017 και θέτει σε εφαρμογή ένα φιλόδοξο σχέδιο μετασχηματισμού, με στόχο τη δημιουργία ενός μικρότερου, αλλά πιο αποδοτικού και καθαρού από επισφάλειες, σχήματος.

Η πρόοδος έως τώρα είναι σημαντική. Η τράπεζα πουλά μέσα σε δύο χρόνια σχεδόν όλες τις μη τραπεζικές εργασίες της και τις θυγατρικές της στο εξωτερικό και ταυτόχρονα αναδιοργανώνεται για την εξυγίανσή της από τα κόκκινα δάνεια.

Σημαντική στιγμή αποτελεί αναμφίβολα η σύναψη στρατηγικής συνεργασίας με τη σουηδική Intrum για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και της ακίνητης περιουσίας του ομίλου. Για τον λόγο αυτόν ιδρύεται η ανεξάρτητη εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις Intrum Hellas με χαρτοφυλάκιο άνω των 27 δισ. ευρώ και το 80% της νέας θυγατρικής μεταβιβάζεται στον σουηδικό όμιλο.

Μείωση στα κόστη

Επιπλέον, από το 2018 έως σήμερα η τράπεζα ολοκληρώνει πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της τάξης των 3 δισ. ευρώ και μειώνει σημαντικά τα λειτουργικά της κόστη με διαδοχικές εθελούσιες εξόδους και συρρίκνωση του δικτύου των καταστημάτων της.  

Σήμερα βρίσκεται στην τελική φάση δύο μεγάλων τιτλοποιήσεων συνολικού ύψους 7 δισ. ευρώ, μέσω των οποίων ο δείκτης καθυστερήσεων θα πέσει από το 48% κάτω από 30%. Απώτερος στόχος όμως είναι η μείωσή του σε μονοψήφια ποσοστά.

Στη διοίκηση της τράπεζας, στην κεντρική τράπεζα και στην κυβέρνηση θεωρούν πως με τη χρήση των κρατικών εργαλείων στήριξης είναι δυνατή μια τέτοια προσαρμογή μέσα στην επόμενη διετία. Αναμένουν ωστόσο τις αποφάσεις του SSM για να καταστρώσουν το νέο σχέδιο δράσης. Ενα σχέδιο που θα προβλέπει αναμφίβολα και την επαναφορά του ομίλου στον έλεγχο του ιδιωτικού τομέα.