Εμπνευσμένος από το μυθιστόρημα «Vineland» του Τόμας Πίντσον και με πλοηγούς τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο και τον Σον Πεν, o Πολ Τόμας Αντερσον καταφέρνει να κάνει μια ανατριχιαστικά επίκαιρη ταινία μέσω της οποίας, με χιούμορ, ξεμπροστιάζει την Αμερική και κυριαρχεί στις ταινίες της εβδομάδας.

Βαθμολογία

5: εξαιρετική – αριστούργημα

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

«Μια μάχη μετά την άλλη» (Οne battle after another)

Παραγωγή: ΗΠΑ, 2025

Σκηνοθεσία: Πολ Τόμας Αντερσον

Ηθοποιοί: Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Σον Πεν, Τσέιζ Ινφίνιτι, Μπενίσιο Ντελ Τόρο κ.α.

Πίσω από την τελευταία δημιουργία του Πολ Τόμας Αντερσον (Θα χυθεί αίμα), βρίσκεται το «Vineland», μυθιστόρημα του πιο μυστηριώδους, αινιγματικού και αιρετικού Αμερικανού συγγραφέα των τελευταίων 60 χρόνων, του Τόμας Πίντσον. Οπότε, ο Αντερσον ο οποίος έχει μεταφέρει και άλλο μυθιστόρημα του Πίντσον στο σινεμά, το «Εμφυτο ελάττωμα», ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για αυτή την ακραία, δραματοποιημένη εικόνα της Αμερικής των καιρών μας.

Η «Μια μάχη μετά την άλλη» είναι το απόλυτο χάος συμπυκνωμένο μέσα σε 170 λεπτά, με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο να δίνει τον παλμό της ιστορίας σαν χαλασμένος δείκτης καρδιογραφήματος. Πρώην μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης, ο Μπομπ (Ντι Κάπριο) εδώ και 16 χρόνια ζει αποκομμένος από τον υπόλοιπο πλανήτη, κρυμμένος σε ένα δάσος της αμερικανικής suburbia μαζί με την μιγάδα κόρη του (Τσέιζ Ινφίνιτι).

Όμως όλα θα αλλάξουν όταν ο Μπομπ και η κόρη του μπουν στο στόχαστρο του Λόκτζο (Σον Πεν) ενός εντελώς «βαρεμένου» στρατιωτικού που έχει υψηλούς στόχους αλλά για να τους πετύχει θα πρέπει πρώτα να βγάλει από την μέση ένα εμπόδιο. Η κόρη του Μπομπ, ενδέχεται να είναι η δική του κόρη, και αυτό είναι ανεπίτρεπτο. Γιατί προκειμένου να εισχωρήσει στο κλαμπ της ελίτ americana που θέλει, ο Λόκτζο οφείλει να είναι «αμόλυντος». Αυτή η σκιά του παρελθόντος του, πρέπει να εξαφανιστεί.

Μέσα από αυτή την ιδέα που φτιάχνει μια κατάσταση θρίλερ, ο Πολ Τόμας Αντερσον θέτει σε λειτουργία τον μηχανισμό της ταινίας που ακολουθεί κατά γράμμα τον τίτλο της: η μία μάχη ακολουθεί την άλλη σε έναν πόλεμο δίχως τέλος. Το απίστευτο κυνηγητό που θα ακολουθήσει, με τον Ντι Κάπριο να τρέχει σαν τρελός από εδώ κι από κει φορώντας μια φθαρμένη καρό ρόμπα, στόχο έχει να ξεμπροστιάσει την Αμερική με τον πιο αμείλικτο, τον πιο άγριο, τον πιο βάναυσο, μα και πιο αστείο τρόπο.

Και τα καταφέρνει. Δεν υπάρχει τομέας που αυτή η ταινία να μην θίγει (το σενάριο του Αντερσον θα κερδίσει σίγουρα υποψηφιότητα για Οσκαρ, ενώ η ταινία θα αποσπάσει και άλλες υποψηφιότητες). Από το τεράστιο ζήτημα των λαθρομεταναστών μέχρι την στρατιωτική παράνοια και από την μάστιγα του ρατσισμού μέχρι τα μυστικά κυκλώματα εκείνων που στην πραγματικότητα κινούν τα νήματα σε όλο αυτό το θέατρο του παραλόγου. Εν ψυχρώ δολοφονίες, κατάχρηση εξουσίας, βία για την βία, σμπαραλιασμένες οικογένειες, ένα κράτος υπό διάλυση, ένα έθνος για τα μπάζα – αλλά όλα αυτά με χιούμορ, αυτό το βιτριολικό χιούμορ που χαρακτηρίζει όλες τις δουλειές του Αντερσον και που εδώ απογειώνεται.

Βαθμολογία: 3 ½

Προβάλλεται σε περισσότερες από 120 αίθουσες της Ελλάδας

————————————————

«Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη» (Reading Lolita in Tehran)

Παραγωγή: Ισραήλ/ Αγγλία/ Ιταλία, 2024

Σκηνοθεσία: Εραν Ρίκλις

Ηθοποιοί: Γκολσιφτέχ Φαραχανί, Zαρ Αμίρ Εμπραχίμι κ.α.

Γραμμένο πριν από 22 χρόνια το μπεστ σέλερ «Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη» της Ιρανής Αχάρ Ναφέσι βρήκε επίσης τον δρόμο προς την μεγάλη οθόνη από τον ισραηλινό Εραν Ρίκλις, γνωστό από ταινίες που εστιάζουν σε θέματα που αναδεικνύουν την γυναικεία προσωπικότητα (γνωστότερη η αγαπημένη και στην Ελλάδα «Λεμονιά» του 2008). Εδώ, η πάντα γοητευτική Γκολσιφτέχ Φαραχανί υποδύεται την συγγραφέα, μια δυναμική Ιρανή καθηγήτρια πανεπιστημίου που έχοντας επιστρέψει στη χώρα της από σπουδές στην Δύση, αποφασίζει να ανοίξει τα μάτια φοιτητών και φοιτητριών εντάσσοντας στα μαθήματά της, δυτική λογοτεχνία.

Όμως οι εποχές είναι δύσκολες και το θεοκρατικό καθεστώς της ιρανικής επανάστασης του Αγιατολάχ Χομεϊνί που ανεβαίνει στην εξουσία ενώ η καθηγήτρια ήδη διδάσκει δεν επιτρέπει αναγνώσματα όπως η «Λολίτα» του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, η «Περηφάνεια και προκατάληψη» της Τζέιν Οστιν ή ο «Μεγάλος Γκάτσμπι» του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ.

Ο Ρίκλις είναι πολύ καλός storyteller, η άποψή του είναι συμπαγής και ολοκληρωμένη και το γεγονός ότι έχει μοιράσει την ταινία σε κεφάλαια ανάλογα με τα βιβλία που η Ναφέσι διδάσκει, βοηθά την ταινία να αποκτήσει μια πλήρη εικόνα μιλώντας για την χειραφέτηση της γυναίκας υπό δύσκολες κοινωνικές συνθήκες. Βιβλίο και ταινία βέβαια, δεν λένε κάτι καινούργιο υποστηρίζοντας ότι ο πολιτισμός είναι η ισχυρότερη μορφή αντίστασης καθώς το σώμα μπορεί να υποκύψει, το πνεύμα όμως ποτέ.

Βαθμολογία: 3

ΑΘΗΝΑ: CINOBO ΟΠΕΡΑ – VILLAGE ΠΑΓΚPATI – ΑΝΕΣΙΣ (ΕΚΤΟΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ) –

ΔΑΝΑΟΣ – ΔΙΑΝΑ – ΕΚΡΑΝ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΒΑΚΟΥΡΑ

————————————————

Μπερλινγκουέρ Η μεγάλη ελπίδα (Berlinguer: La grande ambizione)

Παραγωγή: Ιταλία, 2024

Σκηνοθεσία: Αντρέα Σέγκρε

Ηθοποιοί: Ελιο Τζερμάνο, Πάολο Πιερομπόν, κ.α.

Γνωρίζοντας τι εστί Ενρίκο Μπερλινγκουέρ (1922-1984) και πόσο έντονη προσωπικότητα υπήρξε ως ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας στην πιο ισχυρή περίοδό του, την δεκαετία του 1970, στεναχωριέσαι κάπως νιώθοντας ότι αυτό που απουσιάζει από την ταινία του Αντρέα Σέγκρε, είναι το νεύρο.

Προκειμένου να τονίσει το ενωτικό πνεύμα του Μπερλινγκουέρ (τον οποίο υποδύεται ο Ελιο Τζερμάνο σε έναν ρόλο για τον οποίο βραβεύθηκε) οραματιστή ενός σοσιαλιστικού έθνους όχι για το θεαθήναι αλλά για το καλύτερο μέλλον της χώρας, ο Σέγκρε δίνει έμφαση στα συμβούλια, στις συναντήσεις και στα συνέδρια του Μπερλινγκουέρ με διάφορα πρόσωπα της πολιτικής σκηνής όπως ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης Λεονίντ Μπρέζνιεφ ή ο Τζούλιο Αντρεότι ενώ βρισκόταν πια στο τιμόνι του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος.

Δεκτόν αλλά από κάποια στιγμή κάπως βαρετό και επαναλαμβανόμενο. Θα έλεγε κανείς ότι η προσπάθειά του Μπερλινγκουέρ συγκινεί με έναν καθαρά νοσταλγικό τρόπο, λες και η ταινία αναρωτιέται που είναι αλήθεια σήμερα ηγέτες όπως ο Μπερλινγκουέρ;

Ως βιογραφικό-ιστορικό δράμα η ταινία ακολουθεί με συνέπεια (και προφανώς καλά μελετημένα τα ιστορικά γεγονότα) στιγμές από τη ζωή και την δραστηριότητα του δημοφιλέστερου ίσως ηγέτη του ΚΚΙ, που το 1976 με 1,7 εκατομμύρια ψηφοφόρους παραλίγο να οδηγηθεί στην εξουσία. Αλλά το καλοφτιαγμένο σύνολο έχεις την αίσθηση ότι κινείται στον αυτόματο πιλότο και ότι το λάδι από τις μηχανές της ταινίας λείπει.

Βαθμολογία: 2 ½

ΑΘΗΝΑ: ΑΣΤΟΡ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ – ΚΑΡΜΕΝ – ΣΤΕΛΛΑ – ΔΑΦΝΗ – ΟΡΦΕΑΣ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΒΑΚΟΥΡΑ

————————————————

«Harvest»

Παραγωγή: διεθνής συμπαραγωγή 2024

Σκηνοθεσία: Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη

Ηθοποιοί: Κέιλεμπ Λόντρι Τζόουνς, Χάρι Μέλινγκ κ.α.

Ανάμεικτα συναισθήματα αφήνει πίσω της η ενδιαφέρουσα αλλά παράξενη τελευταία ταινία της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη «Harvest» (που σημαίνει θερισμός). Παρακολουθούμε στιγμές από την καθημερινότητα των κατοίκων μιας «κοινότητας» σε μια αγροτική περιοχή στην οποία και ζουν και εργάζονται. Ο χρόνος δεν ορίζεται, πιθανόν κάπου στον μεσαίωνα παρότι μικρές λεπτομέρειες – κάποια αντικείμενα ή η μορφή κάποιων κτισμάτων – δηλώνουν μια πολύ πιο πρόσφατη εποχή, σύγχρονη.

Ο ιδιοκτήτης της περιοχής (Χάρι Μέλινγκ) προσπαθεί να διαχειριστεί την θέση του ως «εξουσιαστής» αυτής της μικρής, ενωμένης κοινότητας χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα, ενώ ένας από τους κατοίκους, ο Γουόλτερ (Κέιλεμπ Λόντρι Τζόουνς) – ο οποίος γνωρίζει τον ιδιοκτήτη από παιδί – θα γίνει ο καταλύτης της ιστορίας. Βάση του σεναρίου είναι το ομότιτλο μυθιστόρημα του Τζιμ Γκρέις που κατά δήλωσή της η Τσαγγάρη αγάπησε (το σενάριο υπογράφει η ίδια με την Τζόσλιν Μπαρνς).

Σε αντίθεση π.χ. με προηγούμενες ταινίες της σκηνοθέτριας, το «Attenberg» ή το «Chevalier» όπου η αφήγηση είναι πιο ξεκάθαρη, εκείνο που κυρίως εκτιμάς στο «Harvest» είναι το «guerrilla filmmaking», το οποίο υπερτερεί του στόρι, που κάπως σχηματικά, δείχνει να βάζει στο εδώλιο του «κατηγορουμένου» τον καπιταλισμό με την άφιξη ενός εξωτερικού παράγοντα, έτοιμο να ισοπεδώσει τα πάντα. Η ταινία μοιάζει να υποστηρίζει κάτι σαν «είμαστε όλοι μαζί σε ένα τίποτα», μότο που απ’ ότι φαίνεται ότι υπήρξε «οδηγός» της και ως κατασκευής.

Βαθμολογία: 3

ΑΘΗΝΑ: ΕΚΡΑΝ – CINOBO ΟΠΕΡΑ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ – CINE PARIS – ΔΑΝΑΟΣ – ΛΑΟΥΡΑ – ΦΛΕΡΥ ΘΕΣ/ΚΗ: ΒΑΚΟΥΡΑ

————————————————

«Χαμένα όνειρα» (Dreams)

Παραγωγή: ΗΠΑ/ Μεξικό, 2025

Σκηνοθεσία: Μισέλ Φράνκο

Ηθοποιοί: Τζέσικα Τσαστέιν, Ισαάκ Χερνάντεζ κ.α.

Αυτή η δεύτερη συνεργασία του Μεξικανού σκηνοθέτη Μισέλ Φράνκο με την Αμερικανίδα σταρ Τζέσικα Τσαστέιν μετά την «Μνήμη» (2023), δίνει την ευκαιρία στην Αμερικανίδα σταρ να παίξει έναν κόντρα ρόλο που περιέχει αρκετές «καυτές» ερωτικές σκηνές, εκείνες που δεν θα έβλεπες ποτέ με εκείνη σε μια μεγάλη παραγωγή του Χόλιγουντ. Μέχρι εδώ καλά.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι νιώθεις ότι για αυτές τις σκηνές και μόνο γυρίστηκε ολόκληρη η ταινία. Στην πραγματικότητα, ο Φράνκο δεν έχει και πολλά να πει. Δόξα τω Θεώ από ταξικά μελοδράματα έχουμε χορτάσει και αυτό ακριβώς είναι τα «Χαμένα όνειρα»: μια ιστορία αδιέξοδου «ταξικού έρωτα» αμπαλαρισμένη ως art house ταινία, πράγμα που σημαίνει μινιμαλισμό στους διαλόγους, σχεδόν μηδενική δράση και κάμερα που κουνιέται δίχως λόγο.

Δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει να μας απασχολήσει σήμερα, ένα θέμα τόσο χιλιοειπωμένο που σου δίνει την εντύπωση ότι ξέρεις ακριβώς τι θα δεις πολύ πριν το δεις. Άρα το μόνο που μένει είναι το γυμνό της Τσαστέιν, δηλαδή αυτό που δεν είχε ο «Μάγκας στα σαλόνια» του Κώστα Καραγιάννη με την Μέμα Σταθοπούλου και τον Γιάννη Βόγλη.

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΨΥΧΙΚΟ -ΔΕΞΑΜΕΝΗ -ΧΛΟΗ – ΛΙΛΑ – ΑΚΤΗ – ΦΙΛΙΠ – ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ – ΑΛΟΜΑ – ΑΕΛΛΩ – ΝΑΝΑ κ.α.

Επανεκδόσεις

«Η γη της επαγγελίας» (Ziemia obiecana, Πολωνία, 1976).

Ενα ιδιαίτερα σημαντικό φιλμ του Αντρέι Βάιντα, λιγότερο ίσως γνωστό σήμερα συγκρινόμενο με άλλα του προβάλλεται στην αίθουσα ΑΤΕΝΕ. Με βάση το ομότιτλο μυθιστόρημα του Βλάντισλαβ Ρέιμοντ και με φόντο το Λοτζ, ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κέντρα υφαντουργίας του 19ου αιώνα, ο κορυφαίος Πολωνός σκηνοθέτης κατέγραψε τη μετάβαση της Πολωνίας στον καπιταλισμό, με όλες τις κοινωνικές εντάσεις που συνόδευσαν τη διαδικασία – από την εργατική εκμετάλλευση και τις ανισότητες, ως την διαφθορά, τον ανταγωνισμό και την ηθική παρακμή. Εξαιρετικά επίκαιρη. Παίζουν Ντανιέλ Ολμπρισκί, Αντρέι Σεβερίν, Βόιτσε Πσόνιακ (να σημειωθεί ότι η ταινία υπήρξε υποψήφια για το Οσκαρ διεθνούς ταινίας 1976).

Βαθμολογία: 4

«Ιστορίες του Σηκουάνα» (La Belle Equipe, Γαλλία, 1936)

Χαρακτηριστικό δείγμα ποιητικού ρεαλισμού στον γαλλικό κινηματογράφο και με επίσης διαχρονικά επίκαιρο θέμα, η ταινία του Ζιλιέν Ντιβιβιέ που παίζεται επίσης στο ΑΤΕΝΕ έχει ως άξονα της ιστορίας την προσπάθεια πέντε ανέργων (ανάμεσά τους οι Ζαν Γκαμπέν και Σαρλ Βανέλ) να χρησιμοποιήσουν τα κέρδη ενός λαχνού για να ανοίξουν ένα υπαίθριο κέντρο εστίασης. Ο Ντιβιβιέ και ο σεναριογράφος του Σαρλ Σπάακ μας υπενθυμίζουν ότι ενώ η «οικονομική αλληλεγγύη» ακούγεται καλή στην θεωρία, στην πράξη τα πράγματα αλλάζουν και η ανθρώπινη φύση στην οποία η απληστία παίζει σημαίνοντα ρόλο μπορεί να καταστρέψει τα πάντα.

Βαθμολογία: 3

ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ

Στο καλά σκηνοθετημένο αλλά ανόητο splatter «Κλείδωσες; Οι άγνωστοι 2» (The Strangers: Chapter 2, HΠA, 2025) ένας μασκοφόρος τύπος με τσεκούρι τσεκουρώνει ότι βρει μπροστά του. Τέλος. Τελικά μεγάλο κακό έκανε ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ με το τσεκούρι της αριστουργηματικής «Λάμψης» (1980) αλλά το χειρότερο εδώ είναι το που κατέληξε ο φουκαράς ο Ρένι Χάρλιν του «Πολύ σκληρός για να πεθάνει 2» (βαθμολογία 1 ½) .

Τέλος προβάλλεται και η παιδική ταινία «Το κουκλόσπιτο της Γκάμπι: Η ταινία» (Gabby’s Dollhouse: The Movie, HΠΑ/ Καναδάς, 2025) του Ράιαν Κρέγκο που στηρίζεται σε γνωστή σειρά ψηφιακής πλατφόρμας.