«Η απαίτηση για απονομή Δικαιοσύνης που για εκατομμύρια πολίτες είναι αίτημα, για τους δικαστές είναι καθήκον», επισημαίνει η ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων που παρεμβαίνει στην υπόθεση των Τεμπών χωρίς διάθεση να παρέμβουν στην εξέλιξη της υπόθεσης που εδώ και δύο χρόνια βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας.

«Στο όνομα των αδικοχαμένων επιβατών της αμαξοστοιχίας, του ελληνικού λαού, που διψάει για την αποκάλυψη της αλήθειας, των δημοκρατικών θεσμών, που αμφισβητούνται έντονα από την κοινωνία ως προς την αποτελεσματικότητά τους, της Δικαιοσύνης, που υποστασιοποιείται με το κύρος των αποφάσεών της, αισθανόμαστε βαρύ το χρέος που πέφτει στους ώμους μας. Η απαίτηση για απονομή Δικαιοσύνης που για εκατομμύρια πολίτες είναι αίτημα, για εμάς είναι καθήκον», αναφέρει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων.

Ακολουθεί ολόκληρη η ανακοίνωση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων :

Στο όνομα των αδικοχαμένων επιβατών της αμαξοστοιχίας, του ελληνικού λαού, που διψάει για την αποκάλυψη της αλήθειας, των δημοκρατικών θεσμών, που αμφισβητούνται έντονα από την κοινωνία ως προς την αποτελεσματικότητά τους, της Δικαιοσύνης, που υποστασιοποιείται με το κύρος των αποφάσεών της, αισθανόμαστε βαρύ το χρέος που πέφτει στους ώμους μας. Η απαίτηση για απονομή Δικαιοσύνης που για εκατομμύρια πολίτες είναι αίτημα, για εμάς είναι καθήκον. Το ανθρώπινο ποτάμι που κατέκλεισε τους δρόμους όλων των ελληνικών πόλεων πριν λίγες ημέρες ζητώντας την αποκάλυψη της αλήθειας, εκφράζει ενεργά ένα σταθερό κοινωνικό διακύβευμα να κάνουμε ελεύθερα και ανεξάρτητα το λειτούργημά μας χωρίς φόβο και αυτό για τη Δικαιοσύνη είναι δύναμη.

Οι δικαστές και εισαγγελείς είμαστε οι πρώτοι που σε κάθε ευκαιρία αναδείξαμε τις διαχρονικές παθογένειες τις κρατικής οργάνωσης, τις ελλείψεις σε υποδομές και εκπαιδευμένο επιστημονικό δυναμικό που πρέπει να επικουρεί μόνιμα και αξιόπιστα τις δικαστικές αρχές. Επιδιώξαμε την λειτουργία της δικαστικής αστυνομίας όχι για να δημιουργηθεί ένα επιπλέον ένστολο προσωπικό αστυνομικών καθηκόντων, όπως έγινε, αλλά για να στελεχωθεί με προσωπικό πραγματογνωμόνων διαφόρων επιστημονικών πεδίων, που θα προσεγγίζει τουλάχιστον τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε ταχύτητα, σε ευελιξία και σε επάρκεια. Με τις παθογένειες αυτές είμαστε καθημερινά αντιμέτωποι και αυτές καλούνται να αντιμετωπίσουν σε υπερθετικό βαθμό οι δικαστές που ερευνούν την υπόθεση, όπως και στη συνέχεια και αυτοί που θα κληθούν να τη δικάσουν.

Παράλληλα, έχουμε αποδείξει ότι πρώτοι εμείς επιδιώκουμε σταθερά την θωράκιση της ανεξαρτησίας μας και την αποσύνδεση από οποιαδήποτε συσχέτιση με την εκτελεστική εξουσία, ζητώντας τόσο απαγόρευση κατάληψης δημοσίων θέσεων από δικαστικούς λειτουργούς που αφυπηρετούν από το Σώμα, όσο και την αλλαγή του τρόπου επιλογής της ηγεσίας με συνταγματική αναθεώρηση. Επανειλημμένα δε, αποκρούσαμε κάθε είδους υποδείξεις προς τους δικαστικούς λειτουργούς, ανεξαρτήτως προέλευσης ή ισχύος, ενώ στο παρελθόν, αντιλαμβανόμενοι την σημασία που θα έχει η περιφρούρηση της δικαστικής μας ανεξαρτησίας για την ουσία και τη εικόνα της Δικαιοσύνης, δεν διστάσαμε να εκφράσουμε δημόσια τη διαμαρτυρία μας για την με αριθμό πρωτ. 1204/06.03.2023 επιστολή του Πρωθυπουργού προς τον τότε Εισαγγελέα του ΑΠ, που περιλάμβανε δημόσιες υποδείξεις σχετικά με τη διερεύνηση του δυστυχήματος των Τεμπών, εκτιμώντας ότι συνιστούσε «ευθεία παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών και έμμεση υπονόμευση του κύρους της Δικαιοσύνης».

Οι πολίτες μπορούν να είναι βέβαιοι λοιπόν ότι η Δικαιοσύνη θα ανταποκριθεί στο δίκαιο κοινωνικό αίτημα για αποκάλυψη της αλήθειας, όχι γιατί ζει σε έναν ουτοπικό κόσμο που δεν υπάρχουν ισχυρά συμφέροντα, όχι επειδή δεν υπάρχουν πολιτικές επιδιώξεις, όχι επειδή αυτή η υπόθεση δεν αντανακλά χρόνιες παθογένειες του πολιτικοοικονομικού μας συστήματος, αλλά ακριβώς γιατί θεσπίστηκε για να υπάρχει και να λειτουργεί πέρα από όλα αυτά.