Ο διαχωρισμός ανάμεσα στις πολιτικές και τις επιχειρησιακές ευθύνες μιας τραγωδίας έχει αρχίσει να αποκτά διαστάσεις στρατηγικής αντίδρασης. Κάθε φορά που χάνονται άνθρωποι, είτε 57 σε σιδηροδρομικό δυστύχημα μετωπικής σύγκρουσης την εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης, είτε ένας πριν από διεθνή αγώνα ποδοσφαίρου ελληνικής ομάδας, λόγω εισβολής νεοναζί οπαδών στη χώρα, η πρώτη σκέψη της κυβέρνησης είναι να πει «από εδώ εσείς, από εκεί εμείς». Ακόμη, όμως, και αν είναι άλλη η αρμοδιότητα ενός Υπουργού και άλλη η αρμοδιότητα ενός αξιωματικού της Αστυνομίας ή της Πυροσβεστικής, στις περισσότερες περιπτώσεις η ζημιά είναι μεγάλη. Θάνατοι, πνιγμοί, καμένες περιουσίες, διαλυμένες οικογένειες.
Ο θάνατος του 29χρονου Μιχάλη Κατσουρή καταγράφεται στη λίστα με εκείνους που συνέβησαν εξαιτίας της οπαδικής βίας, αλλά η συγκεκριμένη ανάγνωση είναι το λιγότερο επιφανειακή, αντίστοιχη με το «πυρκαγιές είχαμε, έχουμε και θα έχουμε» που ακούστηκε τις πρώτες μέρες των φετινών φωτιών. Δυστυχώς και οπαδική βία είχαμε, έχουμε και θα έχουμε αλλά σε ένα κράτος όπου η κυβέρνηση (του 41%) λέει και ξαναλέει τη λέξη «μεταρρύθμιση», δηλαδή τομές και σύνολο αλλαγών που έχουν στόχο την πραγματική και εις βάθος επίλυση προβλημάτων σε συγκεκριμένους τομείς, οι καρατομήσεις στην Αστυνομία χωρίς ανάληψη πολιτικών ευθυνών (όταν μάλιστα το προηγούμενο θύμα οπαδικής βίας, ο Άλκης Καμπανός, είναι επί της ίδιας κυβέρνησης), είναι κινήσεις που θυμίζουν τα καθρεφτάκια που έδειχναν στους ιθαγενείς οι κατακτητές.
Η οπαδική βία δυστυχώς συνδέεται με κοινωνικά, οικονομικά καθώς και εκπαιδευτικά ζητήματα και αδυναμίες που βιώνουν κομμάτια του πληθυσμού. Από τη σχολική μέχρι την ενδοοικογενειακή βία και από την περιθωριοποίηση μέχρι την οικονομική απομόνωση, όλα παίζουν ρόλο στο πώς θα ενταχθεί ένας νέος σε οργανωμένα οπαδικά συστήματα που προκαλούν επεισόδια, εντός (και κυρίως εκτός) γηπέδων. Αν η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη θέλει να κάνει πραγματικές μεταρρυθμίσεις που δεν αρχίζουν και τελειώνουν μόνο στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, θα πρέπει να βάλει κι εκείνη το μαχαίρι στο κόκκαλο, όπως κάνουν οι hooligans. Διαφορετικά μια από τα ίδια και ίσως και χειρότερα.
Έγινε, άλλωστε, αιματηρά σαφές ότι ζεϊμπέκικο χόρευαν κι άλλοι αυτές τις μέρες. Την ώρα που οι νεοναζί Blue Bad Boys ετοιμάζονταν για κάθοδο στην ελληνική επικράτεια, στις αρμόδιες υπηρεσίες τους έβλεπαν τα ενημερωτικά σημειώματα σαν λίστες με τουρίστες που θα έρχονταν για να καταναλώσουν στη Νέα Φιλαδέλφεια, για να βοηθήσουν τις τοπικές επιχειρήσεις γύρω από την ΟΠΑΠ Arena. Γιατί να πάει ο νους τους, για οπαδικό ραντεβού βίας; Συμβαίνουν τέτοια σκηνικά στην Ελλάδα; Γιατί να συνυπολογίσουν την αδελφοποίηση των BBB με ελληνικούς συνδέσμους; Γιατί να θορυβηθούν από τους οπαδούς που το Bleacher Report έχει χαρακτηρίσει από τους πιο επικίνδυνους του πλανήτη και καλό είναι να μην τα βάζεις μαζί τους; Ας περάσουν και βλέπουμε.
Το να τους βλέπουμε βέβαια ξεπέρασε κάθε όριο. Τους είδαμε να κατεβαίνουν εκατοντάδες χιλιόμετρα, να περνάνε χώρες, περιφέρειες, ποτάμια, σιδηροδρομικούς σταθμούς, να κάνουν κανονική παρέλαση μέσα σε ελληνικό έδαφος. Αν ήταν Τούρκοι, θα είχε προκληθεί διπλωματικό επεισόδιο, τώρα που είναι Κροάτες οπαδοί για έναν αγώνα ποδοσφαίρου, είναι απλώς επιχειρησιακή ολιγωρία. Μια κακή στιγμή, μια ακόμη κακή στιγμή σε μόλις 40 μέρες μιας νέας κυβέρνησης. Στις πόσες τελικά κακές στιγμές, αντιστοιχεί έστω μία πολιτική ευθύνη;