Η πρώτη μελέτη παγκοσμίως η οποία μέτρησε τα επίπεδα των πιο επικίνδυνων ατμοσφαιρικών ρύπων, των αιωρούμενων μικροσωματιδίων της ατμόσφαιρας ΡΜ2,5 (με διάμετρο 2,5 μικρών του μέτρου τα οποία διεισδύουν πολύ βαθιά στους πνεύμονες εγκυμονώντας σοβαρά προβλήματα υγείας) σε ολόκληρο τον πλανήτη, κατέληξε σε ζοφερά συμπεράσματα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μελέτη που διεξήχθη από ερευνητές του Πανεπιστημίου Monash στην Αυστραλία και η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Lancet Planetary Health», μόλις το 0,18% των περιοχών της Γης και το 0,001% του παγκόσμιου πληθυσμού εκτίθενται σε επίπεδα ΡΜ2,5 τα οποία είναι εντός των ορίων ασφαλείας που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).

Πάνω από τα όρια ασφαλείας τις περισσότερες ημέρες

Ηταν μάλιστα σημαντικό, με βάση τα ευρήματα, ότι ενώ τα ημερήσια επίπεδα των μικροσωματιδίων ΡΜ2,5 μειώθηκαν στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική τις δύο τελευταίες δεκαετίες (συγκεκριμένα από το 2000 ως το 2019), κατά την ίδια περίοδο παρουσίασαν αύξηση στη Νότια Ασία, στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία, στη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική. Συνολικά σε ποσοστό άνω του 70% των ημερών του έτους τα επίπεδα των ΡΜ2,5 ήταν πάνω από τα όρια ασφαλείας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Χρήση πλήθους εργαλείων

Η ερευνητική ομάδα υπό τον καθηγητή Γιουμίνγκ Γκούο από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας και Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Monash δημιούργησε για πρώτη φορά έναν χάρτη που αποτυπώνει το πώς έχουν αλλάξει οι συγκεντρώσεις των ΡΜ2,5 στην ατμόσφαιρα σε όλες τις περιοχές της Γης τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Για να το επιτύχουν οι ερευνητές χρησιμοποίησαν πλήθος εργαλείων: «παραδοσιακές» μετρήσεις της ποιότητας του αέρα, ανιχνευτές μετεωρολογικών δεδομένων και δεδομένων ατμοσφαιρικής ρύπανσης που λειτουργούν με βάση δορυφόρους, στατιστικές μεθόδους και μεθόδους μηχανικής μάθησης.

Αρωγός η μηχανική μάθηση

«Στη μελέτη χρησιμοποιήσαμε μεταξύ άλλων μια καινοτόμο προσέγγιση μηχανικής μάθησης στην οποία ενσωματώσαμε πολλαπλά μετεωρολογικά και γεωλογικά δεδομένα προκειμένου να υπολογίσουμε τις ημερήσιες συγκεντρώσεις των μικροσωματιδίων ΡΜ2,5 στο επίπεδο της επιφάνειας της Γης σε υψηλή χωρική ανάλυση της τάξεως των περίπου 10Χ10 χιλιομέτρων μεταξύ των ετών 2000-2019. Επικεντρωθήκαμε στις περιοχές όπου εμφανίζονταν συγκεντρώσεις των ΡΜ2,5 άνω των 15μg/m³, όριο που θεωρείται ασφαλές από τον ΠΟΥ (το όριο αυτό ωστόσο τίθεται υπό αμφισβήτηση και προσφάτως ο ΠΟΥ έχει συστήσει νέο χαμηλότερο)» ανέφερε ο καθηγητής Γκούο.

Ο παγκόσμιος χάρτης της αύξησης και της μείωσης των συγκεντρώσεων

Η μελέτη αποκάλυψε ότι οι ετήσιες συγκεντρώσεις ΡΜ2,5 καθώς και οι ημέρες του έτους με υψηλά επίπεδα των μικροσωματιδίων μειώθηκαν στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική κατά τις δύο δεκαετίες τις οποίες κάλυψε η μελέτη – ωστόσο κατά την ίδια περίοδο η έκθεση σε υψηλά επίπεδα ΡΜ2,5 αυξήθηκε στη Νότια Ασία, στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, στη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική.

Επιπροσθέτως από τη μελέτη προέκυψε ότι ως το 2019 σε περισσότερες από το 70% των ημερών καταγράφηκαν συγκεντρώσεις ΡΜ2,5 υψηλότερες από 15 μg/m³ σε παγκόσμιο επίπεδο.

  •  Στη Νοτιοανατολική Ασία, σε ποσοστό άνω του 90% των ημερών τα επίπεδα των ΡΜ2,5 ήταν υψηλότερα από 15 μg/m³.
  • Στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία κατεγράφη σημαντική αύξηση στον αριθμό των ημερών με υψηλές συγκεντρώσεις ΡΜ2,5 το 2019.
  • Σε παγκόσμιο επίπεδο, η μέση ετήσια συγκέντρωση των ΡΜ2,5 από το 2000 ως το 2019 ήταν 32,8 µg/m³.Οι υψηλότερες συγκεντρώσεις κατεγράφησαν στην Ανατολική Ασία (50 μg/m³) και τη Νότια Ασία (37,2 μg/m³) ενώ ακολουθούσε η Νότια Αφρική (30,1 μg/m³). Η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία (8,5 μg/m³), άλλες περιοχές της Ωκεανίας (12,6 μg/m³) και η Νότια Αμερική (15,6 μg/m³) είχαν τις χαμηλότερες ετήσιες συγκεντρώσεις ΡΜ2,5.
  • Με βάση τη νέα σύσταση του ΠΟΥ του 2021 για χαμηλότερο όριο συγκέντρωσης των ΡΜ2,5 στα 5 μg/m³, μόλις το 0,18% των περιοχών της Γης και το 0,001% του παγκόσμιου πληθυσμού εκτέθηκαν το 2019 σε επίπεδα των μικροσωματιδίων κάτω από το νέο προτεινόμενο όριο.

Εποχικά μοτίβα

Σύμφωνα με τον καθηγητή Γκούο, οι πολύ υψηλές συγκεντρώσεις των ΡΜ2,5 (πάνω από το ανώτατο όριο ασφαλείας) εμφανίζουν και εποχικά μοτίβα. Για παράδειγμα στη Βορειοανατολική Κίνα καισ τη Βόρεια Ινδία είναι υψηλότερες τους χειμερινούς μήνες ενώ στις ανατολικές περιοχές της Βόρειας Αμερικής οι υψηλότερες συγκεντρώσεις καταγράφονται κατά τους θερινούς μήνες. «Καταγράψαμε επίσης σχετικώς υψηλά επίπεδα ΡΜ2,5 τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο στη Νότια Αμερική και από τον Ιούνιο ως τον Σεπτέμβριο στην υποσαχάρια Αφρική» είπε ο καθηγητής.

«Πυξίδα» για νέες στρατηγικές αντιμετώπισης

Κατέληξε τονίζοντας ότι η νέα μελέτη είναι σημαντική επειδή «προσφέρει βαθιά κατανόηση σχετικά με την ατμοσφαιρική ρύπανση και την επίδρασή της

στην ανθρώπινη υγεία. Με τις καινούργιες πληροφορίες οι αρμόδιοι που χαράσσουν τις πολιτικές, οι αρμόδιοι της δημόσιας υγείας και οι ερευνητές μπορούν να αξιολογήσουν καλύτερα τις βραχυπρόθεσμες και τις μακροπρόθεσμες επιδράσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και να αναπτύξουν στρατηγικές αντιμετώπισής της».