Βαθμολογία

5: εξαιρετική

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

«Κορσές» (Corsage, Αυστρία/ Γερμανία/ Λουξεμβούργο/ Γαλλία, 2022)

 

Ξεκαθαρίζω από την αρχή ότι ο «Κορσές» της Μαρί Κρόιτσερ, είναι πραγματικά μια από τις πιο αξιόλογες, ως τώρα, ταινίες της νέας χειμερινής σεζόν. Αυτή η ταινία «εποχής» που άρχισε να συζητιέται πολύ μετά την πρώτη προβολή της στο τελευταίο φεστιβάλ των Καννών,  θεματολογικά ,αναμειγνύει Ιστορία και μυθοπλασία, εμβαθύνοντας με σχολαστική προσοχή στις λεπτομέρειες, στην προσωπικότητα της πάλαι ποτέ Πρώτης Κυρίας της Αυστρίας, της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ (1837-1898) – κατά κόσμον Σίσσυ.

 

Ξεχνάμε τις παραμυθένιες, λαμπρά στολισμένες «ταινίες – τούρτες» που έκαναν διάσημη την Ρόμι Σνάιντερ στην δεκαετία του 1950. Εδώ έχουμε το υπέροχα φτιαγμένο πορτρέτο μιας κυρίας (αυθαίρετο ενίοτε αλλά δεν έχει σημασία) μιας ανατριχιαστικά βασανισμένης, εύθραυστης αλλά συγχρόνως δυναμικής, φίνας  γυναίκας, πανέξυπνης, ετοιμ’ολογης, γεμάτης από ενδιαφέροντα στοιχεία, πολύ μπροστά από την εποχή της.

 

Αλλά λόγω ακριβώς αυτής της ιδιαιτερότητας της ως ανθρώπινη φύση, η Ελισσάβετ βρίσκεται «στην απ’ έξω» και εκεί βλέπουμε την αντανάκλαση αυτής της ταινίας στις μέρες μας. Δεν της επιτρέπεται ο λόγος, η έκφραση, η άποψη, όλα αυτά τα στοιχεία στα οποία είναι τόσο καλή, μα και όλα αυτά τα στοιχεία που δικαιολογούν την αντίδραση των γυναικών που έχει κορυφωθεί τον τελευταίο καιρό με τα γνωστά γυναικεία κινήματα.

 

Το ανδρικό κατεστημένο, από τον ίδιο της τον σύζυγο, αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ Α’, μέχρι τους υπηρέτες, αισθάνεται άβολα απέναντι σε μια γυναίκα με πυγμή. Την προτιμά σαν ένα όμορφο, άψυχο μπιχλιμπίδι. Ξαφνιάζεται με το ταμπεραμέντο της τόσο μακρινό από τον ρόλο που η Ελισάβετ «οφείλει» να έχει. Και εκείνη αντιστέκεται, παλεύει, τόσο με τους απέναντι όσο και με τον ίδιο της τον κλονισμένο εσωτερικό κόσμο.

 

Η αφήγηση της είναι γεμάτη κουβέντες σοφίας («στην ηλικία των 40 ο άνθρωπος αρχίζει να μαραίνεται») αλλά το μυαλό της χαμένο. Εχοντας στην διάθεσή της μια θαυμάσια ηθοποιό, την Βίκι Κριπς, που ολοφάνερα πιστεύει στον ρόλο της τον οποίο θα πρέπει να είχε μελετήσει ενδελεχώς, η Κρόιτσερ με θάρρος και θράσος φτιάχνει ένα εύγευστο κινηματογραφικό κοκτέιλ, τολμώντας να προσθέσει γεύσεις από την σύγχρονη εποχή σε μια ταινία περιόδου.

 

Ένα μικρό τατουάζ  στον σβέρκο της Ελισάβετ, μουσικοί μέσα στην ταινία παίζουν τραγούδια του Κρις Κριστόφερσον ή των Rolling Stones. Στην μουσική θα πρέπει να σταθώ ιδιαίτερα γιατί παίζει τρομερό ρόλο στην όλη σύνθεση χάρη στην εμπνευσμένη δουλειά μιας άλλης ιδιαίτερης καλλιτέχνιδας, της Καμίγ. Το τραγούδι της εισαγωγής που λέγεται She Was μπορεί να γίνει ως και εθιστικό. Από τότε που το άκουσα για πρώτη φορά στην ταινία, το ακούω κάθε μέρα!

 

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΤΗΣΙΩΝ – ΓΑΛΑΞΙΑΣ – ΙΝΤΕΑΛ – ΑΤΛΑΝΤΙΣ – ΑΒΑΝΑ – ΔΙΑΝΑ –  ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ – ΣΙΝΕΑΚ ΘΕΣ/ΚΗ: ΟΛΥΜΠΙΟΝ – ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΡΝΕΣ –

ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ

—————————————————————————–

 

«Ο σπόρος μιας αγάπης» (Return to Dust/ Yǐn rù chényān, Κίνα, 2022)

 

Μια απέραντη θλίψη περιβάλλει τον «Σπόρο μιας αγάπης», όμως αυτό δεν σε εμποδίζει να παρακολουθήσεις με όρεξη την ταινία του Ρουιτζίν Λιν, η οποία αδικήθηκε στα βραβεία του τελευταίου Φεστιβάλ Βερολίνου όπου δεν απέσπασε  κανένα. Και όμως, αυτή η ταινία με πολύ μεγάλη ευαισθησία και καλές ερμηνείες γίνεται ένα καίριο κινηματογραφικό σχόλιο για ένα τεράστιο ζήτημα των καιρών μας, τη μοναξιά. Αυτή που θα αναγκάσει δύο μεσήλικες, τoν Μα και την Κάο (Ρένλιν Γου, Χάι-Κινγκ) να ενωθούν με τα δεσμά του γάμου χωρίς καλά καλά να γνωρίζονται.

 

Θα το κάνουν επειδή είναι μόνοι και θέλουν λίγη παρέα, χωρίς αυτό να σημαίνει όμως, ότι τα προβλήματά τους θα μειωθούν. Τουναντίον αυξάνονται. Η Κάο έχει προβλήματα υγείας που ο Μα είναι αναγκασμένος πια να «φορτωθεί». Ο ίδιος βλέποντας ότι ο κόσμος στον οποίο ζει «τον κλωτσά», επιμένει να μένει στο αγρόκτημά του. Με όχημα έναν υπομονετικό γαϊδαράκο και εργαλεία τα χέρια του που δουλεύουν ακούραστα, γράφει στα παλαιά του τα παπούτσια τις ευκαιρίες που του γίνονται για να μετακομίσει στην πόλη. «Που θα μένουν, μέσα σε ένα διαμέρισμα οι κότες, τα γουρούνια, ο γάιδαρος;» ρωτά.

 

Ο Μα μένει πιστός στον αγρό του, όμως αγρός σημαίνει φύση και η φύση έχει παράξενα τερτίπια, τεράστια εμπόδια ιδίως όταν είσαι μόνος.  Παρά τα μυριάδες εμπόδια στη «νέα ζωή» του, το ζευγάρι επιμένει. Και έτσι, η λιτά ειπωμένη αυτή ταινία, σε ορισμένες σκηνές μπορεί να γίνει πραγματικά σπαρακτική, την ώρα που σε κάποιες άλλες, όπως το κτίσιμο του σπιτιού του ζευγαριού στον αγρό, με τα ίδια τα χέρια και μόνο του Μα, δεν μπορούν παρά να σου προκαλέσουν τον θαυμασμό για το κουράγιο, την επιμονή και την εργατικότητά του.

 

«Ποτέ σε όλη μου την ζωή δεν σκέφτηκα ότι θα έχω το δικό μου σπίτι» μουρμουρίζει η Κάο και αυτές οι λέξεις χαρακώνονται βαθιά μέσα στην ψυχή σου. Βεβαίως, η ταινία δεν χάνει ποτέ τον ρεαλιστικό της χαρακτήρα, ούτε και ενδιαφέρονται να χαϊδέψει τον θεατή για να τον κάνει να αισθανθεί «όμορφα». Πόσο (και αν) μπορούν να αντέξουν ο Μα και η Κάο απέναντι στις αρρώστιες, στη φτώχεια και στο κόσμο που αλλάζει σε ραγδαίους ρυθμούς; Είναι ένα ερώτημα. Ένα ερώτημα όμως, του οποίου την απάντηση θέλεις να μάθεις, έχοντας, κατά κάποιο τρόπο ταυτιστεί με αυτό το παράξενο αλλά γενναίο ζευγάρι.

 

Βαθμολογία: 3

ΑΘΗΝΑ: ΑΣΤΥ – ΔΑΝΑΟΣ

 

—————————————————————————–

 

 

«Mπάρντο, το ψευδές χρονικό ενός σωρού αλήθειες» (Bardo, falsa crónica de unas cuantas verdades, Mεξικό, 2022)  

 

«Πάντα κάνουμε ότι μπορούμε αλλά ποτέ δεν είναι αρκετό.» Μεγάλη φράση, ακούγεται κάποια στιγμή κατά την διάρκεια της τελευταίας ταινίας του Αλεχάντρο Γκονζάλεθ Ινιαρίτου «και είναι κομβική σε ότι αφορά την πιο παράξενη ως σήμερα, αυτή δημιουργία του, την πιο προσωπική, την πιο αυτοαναφορική, μα και την πιο άνιση. Την φράση τη λέει ο Σιλβέιρο (Ντανιέλ Χιμένεθ Κάτσο), το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας και (προφανώς) alter ego του σκηνοθέτη.

 

Ο Σιλβέιρο είναι μια διασημότητα, ένας από τους πιο αναγνωρισμένους δημοσιογράφους (και ντοκιμαντερίστες) του Μεξικού και πρόκειται να βραβευτεί. Με αυτή την αφορμή, η ιστορία του, στιγμές από το παρελθόν και το παρόν του, γεμάτες επιτυχίες και λάθη σε όλους τους τομείς (έχει οικογένεια και είναι πατέρας δύο παιδιών), είναι το θέμα της ταινίας, που άλλες φορές μοιάζει σαν «ταξίδι παραισθησιογόνων», άλλες σαν κακόβουλος εφιάλτης κι άλλες σαν ένα ρεαλιστικό, άμεσο δράμα. Διαρκεί περίπου τρεις ώρες (εξαντλητική διάρκεια) κατά την διάρκεια των οποίων, ο Ινιαρίτου ενδιαφέρεται να παραθέσει, συχνά με έναν απίστευτο αλλά όχι κρυμμένο ναρκισσισμό, όλα εκείνα που προσωπικά τον απασχολούν, κάποια από τα οποία, ίσως, αφορούν όλους μας.

 

Η σκηνή της «συνάντησης» με τον πατέρα του στην τουαλέτα για παράδειγμα, που όπως πολλά στην ταινία, βρίσκεται μόνο στο μυαλό του Σιλβέιρο σου ραγίζει την καρδιά. Αλλά εκεί που υποκλίνεσαι στην σκηνή της συζήτησης του Σιλβέιρο με έναν άλλο δημοσιογράφο στην δεξίωση της βράβευσης και νιώθεις συνεπαρμένος από τις αλήθειες που απροκάλυπτα λέει γύρω από την βαθιά ψευτιά που μπορεί να είναι κρυμμένη πίσω από την επιτυχία, να σου και κάτι περίεργες φαντασιώσεις από την παιδική ηλικία του Σιλβέιρο σε αποπροσανατολίζουν και σε απογοητεύουν (π.χ. γυναικεία στήθη με αυγά μάτια στη θέση των ρωγών από μια στάρλετ σε εξώφυλλο περιοδικού). Και είναι σκηνές οι οποίες δεν λένε να τελειώσουν, την ώρα που με τους περίεργους φακούς που επιτηδευμένα χρησιμοποιεί ο Ινιαρίτου για να παραμορφώνει τα είδωλα, γίνονται κουραστικές.

 

Καμία αντίρρηση στο ότι ο Μεξικανός δημιουργός της «Βαβέλ», της «Επιστροφής» και του «Birdman» είναι αυτή την στιγμή ένας από τους μεγαλύτερους κινηματογραφιστές του κόσμου • μόνο το στήσιμο μιας σεκάνς όπου βλέπουμε τον Σιλβέιρο να «περπατά στην Ιστορία της χώρας του» (αλλάζουν οι χρονολογίες στο ίδιο μονοπλάνο) είναι αρκετή για να το αποδείξει. Όμως αυτό το δικό του «8 ½», πάσχει από πολλά, κατά πρώτο οικονομία χρόνου, κατά δεύτερον άνευ λόγου φλυαρία και κατά τρίτο ανεξέλεγκτη  επιδειξιομανία.

Βαθμολογία: 2 ½

ΑΘΗΝΑ: ODEON ΟΠΕΡΑ – ΝΙΡΒΑΝΑ –  ΑΕΛΛΩ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – ΝΑΝΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ODEON ΟΠΕΡΑ κ.α.

 

—————————————————————————–

 

 

«Το μενού» (The menu, ΗΠΑ, 2022)

 

Το «Μενού» είναι σίγουρα μια ταινία που έχει τις καλές στιγμές της, κυρίως στο πρώτο ημίωρο όταν οι ήρωες μας συστήνονται και εμείς περιμένουμε ότι κάτι πολύ παράξενο θα συμβεί στην συνέχεια. Οι εν λόγω ήρωες (Νίκολας Χάουλτ, Τζάνετ Μακ Τιρ, Τζον Λεγκουιζάμο κ.α) είναι οι επισκέπτες του νησιού στο οποίο βρίσκεται το εστιατόριο του σπουδαιότερου και εκκεντρικότερου σεφ του κόσμου (Ρέιφ Φάινς) που μπορεί μεν να σερβίρει ψίχουλα με σος από καβούρι (ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων), όμως οι γεύσεις του είναι ανεπανάληπτες. Ολο το τελετουργικό της ξενάγησης των επισκεπτών και της αναφοράς των κανόνων που πρέπει να τηρηθούν από μια ασιάτισσα μετρ (Χονγκ Τσάου) έχει ενδιαφέρον και χιούμορ. Το πρόβλημα αρχίζει όταν ο λόγος που ο σεφ συγκέντρωσε εκεί όλους αυτούς τους επισκέπτες βγαίνει στην επιφάνεια. Τότε, η ταινία του Μαρκ Μάιλοντ μετατρέπεται σε κάκιστη παραλλαγή των «Δέκα μικρών Ινδιάνων» (ή νέγρων) της Αγκαθα Κρίστι που ούτως ή άλλως είχε γίνει μια θαυμάσια παρωδία στο «Πρόσκληση για γεύμα από έναν υποψήφιο δολοφόνο»…

Βαθμολογία: 1

ΑΘΗΝΑ: ΑΘΗΝΑΙΟΝ –  ΔΙΑΝΑ –  VILLAGE THE MALL –  ΑΕΛΛΩ – ΝΑΝΑ –  CINERAMA – ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΑΣ – ΡΕΝΑ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ – ΦΟΙΒΟΣ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: CINEMA ONE – CILLAGE COSMOS – MAKΕΔΟΝΙΚΟ