Ο πόλεμος των λαθρεμπόρων καυσίμων για την απόκτηση μεγαλύτερων «μεριδίων» σε πρατήρια, καθώς και η αλληλουχία των συμβολαίων θανάτου φαίνεται να υποκρύπτονται πίσω από τη δολοφονία του 53χρονου Γιάννη Σκαφτούρου πριν από οκτώ ημέρες στο οικογενειακό σπίτι του στα Σκούρτα Βοιωτίας.

Πλέον, οι αρχές ασφαλείας επιχειρούν να συγκεντρώσουν τυχόν εκμεταλλεύσιμα στοιχεία (δείγμα DNA, αποτυπώματα, δεδομένα καμερών ή τηλεφωνικών κλήσεων), αφού τουλάχιστον δύο από τους δράστες φέρονται να έμειναν στην περιοχή για περίπου 40 λεπτά, χωρίς να ενοχληθούν από τους αστυνομικούς, μια και η εν λόγω περιοχή αστυνομεύεται από τις υπηρεσίες της Θήβας (σε απόσταση 55 χιλιομέτρων). Αυτό το γεγονός άλλωστε φαίνεται να συνεκτίμησαν και να εκμεταλλεύθηκαν οι εκτελεστές, αφού αναλώθηκαν για αρκετή ώρα στην προσπάθεια επισκευής της ανατραπείσας μοτοσικλέτας τους, ελάχιστα λεπτά μετά τη δολοφονία του 53χρονου.

Εμπειροι ερευνητές της ΕΛ.ΑΣ. ωστόσο θεωρούν ότι τα λάθη που έγιναν από τους φυσικούς και τους ηθικούς αυτουργούς της ιδιόμορφης φονικής επίθεσης – πριν και μετά την τέλεσή της σε αγροτική περιοχή μακριά από την Αττική – αποτελούν μια «χρυσή ευκαιρία» όχι μόνο για να διαλευκανθεί η συγκεκριμένη ενέργεια αλλά και για να βρεθεί η άκρη του νήματος σε κάποια από τα 25 συμβόλαια θανάτου που έχουν καταγραφεί την τελευταία πενταετία και έχουν μείνει ανεξιχνίαστα. Ολα αυτά βέβαια με τον φόβο ότι μπορεί να υπάρξει συνέχεια της αιματοχυσίας.

Κοινά στοιχεία

Οι ίδιοι εκτιμούν ότι τουλάχιστον τέσσερις δολοφονικές επιθέσεις με θύματα τους Μανώλη Καραγιάννη, Δημήτρη Μάλαμα, Βασίλη Στεφανάκο και τον δημοσιογράφο Γιώργο Καραϊβάζ έχουν πραγματοποιηθεί με παρόμοιο τρόπο και ενδεχομένως από το ίδιο «εγκληματικό κέντρο». Μάλιστα, όπως τονίζουν, είναι αξιοσημείωτο ότι σχεδόν σε καμία από αυτές τις περιπτώσεις η ΕΛ.ΑΣ. δεν εντόπισε τις μοτοσικλέτες που είχαν χρησιμοποιήσει οι δράστες, αφού φρόντιζαν να τις εξαφανίζουν προκειμένου να μην υπάρχουν αξιοποιήσιμα ίχνη τους.

Ενδεικτικό των παραπάνω είναι ότι το μοναδικό δίτροχο που χρησιμοποιήθηκε σε κάποια από τις προαναφερόμενες εκτελέσεις και εντοπίστηκε ήταν εκείνο που οι δράστες «επιστράτευσαν» για τη δολοφονία του αποφυλακισθέντα ποινικού Βασίλη Στεφανάκου, τον Ιανουάριο του 2018 (είχε βρεθεί σε «δεξαμενή» με νερό και χώματα στην Πανεπιστημιούπολη του Ζωγράφου).

Επιπλέον, όσον αφορά την ίδια υπόθεση, οι αστυνομικοί είχαν καταφέρει να εντοπίσουν και το Καλάσνικοφ των δραστών πεταμένο στα Λιμανάκια της Βάρκιζας. Στελέχη της Ασφάλειας Αττικής επιχείρησαν τότε να βρουν δεδομένα για την ταυτότητά τους από το δρομολόγιο Χαϊδάρι-Λιμανάκια που ακολούθησαν, χωρίς όμως κάποιο απτό αποτέλεσμα.

Νοθεία καυσίμων

Παράλληλα πάντως ερευνάται και το ενδεχόμενο η δολοφονία του Γιάννη Σκαφτούρου να έχει σχέση με παλαιότερη εγκληματική εκκρεμότητα ποινικών από την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά, οι οποίοι πλέον δραστηριοποιούνται επίσης στο λαθρεμπόριο καυσίμων, όπως φέρεται να έκανε και το θύμα.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., ο 53χρονος κατείχε τουλάχιστον επτά πρατήρια βενζίνης στα δυτικά προάστια της Αττικής και σε άλλες περιοχές της χώρας, με πολλά ακόμα (επίσης υπό την κυριότητά του) να εμφανίζονται ότι ανήκουν σε «αχυρανθρώπους» ή σε άτομα από το προσωπικό περιβάλλον του αλλά και το δίκτυο των ποινικών που αποθήκευε λαθραία καύσιμα και υλικά νόθευσης από γειτονικές χώρες σε παράνομες δεξαμενές σε Ασπρόπυργο, Μαγούλα κ.ο.κ. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, τα υλικά νόθευσης φέρεται να τα εισήγαγε στη χώρα μέσω συγγενών του από τη Βουλγαρία, ενώ από προ τριετίας έρευνα της Οικονομικής Αστυνομίας είχε προκύψει συνεργασία του κυκλώματος με ιδιώτη από την Κύπρο που είχε συστήσει στη Βουλγαρία μεταφορική εταιρεία.

Το άτομο αυτό, μάλιστα, είχε κατηγορηθεί για συμμετοχή στο οργανωμένο έγκλημα της Μεγαλονήσου, με τις Αρχές να του αποδίδουν αιματηρές επιθέσεις την περίοδο 1999-2004 και συνεργασία με ενόπλους από τη Βουλγαρία και χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης.

Τέλος, οι αστυνομικοί εξετάζουν εάν και κατά πόσο οι δράστες της δολοφονίας του «θείου Τζο», όπως ήταν γνωστός ο 53χρονος ποινικός, γνώριζαν ότι τις ώρες που σημειώθηκε η δολοφονική επίθεση είχε ζητήσει να αποσυρθεί η τετραμελής-πενταμελής φρουρά του, υπεύθυνος της οποίας ήταν πρώην διοικητής αστυνομικού τμήματος. Από την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα  θα αποδειχθεί αν η πληροφορία αυτή δόθηκε στους εκτελεστές από άγνωστη πηγή ή προέκυψε κατόπιν πολυήμερης παρακολούθησης.