Είναι γενικώς παραδεκτό ότι η διαταραχή στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, εξαιτίας κυρίως της πανδημίας, προκάλεσε κύμα πληθωριστικών πιέσεων διεθνώς, πλήττοντας ιδιαιτέρως τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Μεσολαβούσης δε της κλιματικής κρίσης και της ανάγκης υπερχρησιμοποίησης του φυσικού αερίου ως καυσίμου μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η πληθωριστική πίεση εντάθηκε πλήττοντας και την ενεργειακά εξαρτημένη από το φυσικό αέριο χώρα μας. Κάτι που ήδη καταγράφεται στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος και σε πλήθος καταναλωτικών αγαθών, των τροφίμων συμπεριλαμβανομένων. Μια ματιά στα ράφια των μεγάλων εμπορικών αλυσίδων αρκεί για να επιβεβαιωθεί του λόγου το αληθές. Οπως και αν έχει, ο πληθωρισμός επανέκαμψε δριμύτερος και στην Ελλάδα έπειτα από σχεδόν δυο δεκαετίες σταθερότητας των τιμών. Οι απόψεις ωστόσο διίστανται για το βάθος, το βάρος και τη διάρκεια του φαινομένου. Οι κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας λαμβάνουν σοβαρά την πληθωριστική απειλή, την αντιμετωπίζουν ως παράγοντα αβεβαιότητας και λαμβάνουν μέτρα, κατευθυνόμενες κυρίως προς αύξηση επιτοκίων. Ηδη η βρετανική κεντρική τράπεζα προχώρησε σε πρώτη αύξηση των βασικών επιτοκίων της από 0,1% σε 0,25%. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από την πλευρά της δείχνει πιο επιφυλακτική και τηρεί στάση αναμονής, στηριζόμενη στις δικές της προγνώσεις που θέλουν το επανακάμψαν πληθωριστικό κύμα παροδικό και ελέγξιμο στη διάρκεια του 2022. Παρά ταύτα είναι βέβαιο πως όσο διατηρείται το φαινόμενο, θα εντείνεται και η πίεση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ιδιαιτέρως από την έχουσα αρνητικές μνήμες από τα χρόνια του Μεσοπολέμου Γερμανία, για εφαρμογή αντιπληθωριστικών μέτρων και ιδιαιτέρως για αύξηση των επιτοκίων. Κάτι που το θέτουν εδώ και καιρό άλλωστε δηλώνοντας με κάθε ευκαιρία ότι η πολιτική των μηδενικών επιτοκίων ευνοεί τη διαχείριση των χρεών του υπερδανεισμένου ευρωπαϊκού Νότου σε βάρος των γερμανών αποταμιευτών. Ωστόσο κάτι τέτοιο θα έπληττε βάναυσα τις μεταπανδημικές ευκαιρίες των φτωχότερων χωρών και ιδιαιτέρως την Ελλάδα.

Η δική μας περίπτωση πάντως είναι ξεχωριστή και οφείλουμε ξεχωριστή ματιά στο τρέχον πληθωριστικό κύμα και κατ’ επέκταση στην όποια μεταβολή της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής. Η ιδιαιτερότητά μας έγκειται στο γεγονός ότι η ελληνική οικονομία έζησε έναν υπερδεκαετή κύκλο αποπληθωρισμού και απαξίωσης τόσο των τιμών αγαθών και υπηρεσιών, όσο και των αμοιβών, που παραμένουν καθηλωμένες, χωρίς συλλογικές διαπραγματεύσεις από το 2010 και εντεύθεν.

Στα έντεκα αυτά χρόνια κατέρρευσαν παραγωγικά σχήματα, οι τιμές αγαθών και υπηρεσιών έπεσαν στα Τάρταρα, η καλλιέργεια βασικών αγροτικών αγαθών κατέστη ασύμφορη, εξαιτίας ακριβώς της υποχώρησης των τιμών, αλλά και των αμοιβών των εργαζομένων. Οι τελευταίες δυναμικές ανάσες ανάκαμψης έμοιαζαν ικανές να διαμορφώσουν ατμόσφαιρα σταδιακής αποκατάστασης τόσο των τιμών όσο και των αμοιβών. Με άλλα λόγια, ένας πληθωρισμός της τάξης του 3%-4%, όπως και μια λογική αναπροσαρμογή των αμοιβών, δεν θα εμπόδιζε την ελληνική οικονομία να ανακάμψει.

Αντιθέτως ίσως να επέτρεπε την επιτάχυνση της ανάκαμψης, προσφέροντας ένα επιπρόσθετο κίνητρο τόσο για τους επιχειρηματίες όσο και για τους εργαζομένους. Αυτά τουλάχιστον περιγράφουν τα πανεπιστημιακά εγχειρίδια.

Ο πληθωρισμός μπορεί να προσθέτει δυναμική σε μια οικονομία όταν κινείται σε ελεγχόμενα επίπεδα. Και η μικρή ανεργία επίσης, η λεγόμενη «ανεργία τριβής», στα όρια του 4%-5%, δηλώνει την κινητικότητα της αγοράς εργασίας και φανερώνει τον δυναμισμό μιας οικονομίας.

Κοινώς στην ελληνική περίπτωση κάποιες ελεγχόμενες πληθωριστικές πιέσεις μπορεί να είναι αποδεκτές και ικανές να επιτρέψουν την αποκατάσταση μιας νέας, επιβεβλημένης εκ των συνθηκών, ισορροπίας. Γιατί αν συνεχίσουμε να κινούμεθα στο ίδιο μοτίβο, με τις τιμές να καταδικάζουν τους παραγωγούς σε διαρκή δυσκολία και τους εργαζομένους σε διαρκή ανέχεια την ώρα που οι ανισότητες διευρύνονται, δεν θα δούμε ανάπτυξη, παρά συγκρούσεις στους δρόμους. Και σε κάθε περίπτωση, βεβαίως, δεν χρειαζόμαστε απανωτές αυξήσεις επιτοκίων. Και αυτές την υπερχρέωση θα επέτειναν και τις συγκρούσεις στους δρόμους θα προετοίμαζαν.