Ο ψύχραιμος και συνάμα ψυχρός 33χρονος πιλότος, που δολοφόνησε τη γυναίκα του, ένα κορίτσι που δεν είχε ακόμη κλείσει τα 20 χρόνια και, μάλιστα, μπροστά στο 11 μηνών παιδί τους, ένας άνθρωπος που έδειχνε να τα έχει υπολογίσει όλα και κατόρθωσε να παίξει θέατρο επί 37 ημέρες, μη διστάζοντας να προσφέρει παρηγοριά στους ανθρώπους, από τους οποίους ο ίδιος στέρησε το μοναχοπαίδι τους, υπήρξαν τουλάχιστον δύο φορές που έχασε τόσο την «περίφημη» ψυχραιμία του, όσο και την πολυδιαφημισμένη ευγένειά του.

Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, ώστε να «τα βάλει» με αυτούς που αποκάλεσε «αδέλφια» του και από τους οποίους ζήτησε συγγνώμη για τα ψέματα που τους έλεγε τόσο καιρό: τους αστυνομικούς.

Όσο περνούν οι μέρες, μετά την ομολογία του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου για το φόνο της άτυχης Καρολάιν, τόσο αρχίζουν να βγαίνουν στο φως λεπτομέρειες από την ψυχοσύνθεση και τη συμπεριφορά του δράστη.

Τις 37 ημέρες που κατόρθωσε ο πιλότος να καλύψει την εγκληματική του πράξη, είχε συνεχή επικοινωνία με έναν συγκεκριμένο αστυνομικό του τμήματος Ανθρωποκτονιών της ΕΛΑΣ, ο οποίος – σημειώνεται – ήταν διαφορετικός από αυτόν που του απέσπασε την περασμένη Πέμπτη την ομολογία του.

Σύμφωνα με τον τηλεοπτικό σταθμό Open, η συμπεριφορά του 33χρονου δολοφόνου δεν ήταν πάντοτε σταθερή. Συγκεκριμένα, τις πρώτες 15 ημέρες, η επικοινωνία του με τον αστυνομικό ήταν καθημερινή και ο ίδιος ήταν απόλυτα συνεργάσιμος και ψύχραιμος.

Πότε έγινε έξαλλος ο «ψύχραιμος και ατσαλάκωτος» πιλότος

Όταν, όμως, άρχισαν οι φήμες και οι υποψίες για το πρόσωπό του, είχε πει στον αστυνομικό: «Ο κόσμος λέει τα δικά του. Εγώ έχω να μεγαλώσω ένα παιδί. Τι θα κάνω; Θα αρχίσω τις μηνύσεις και τις αγωγές;».

Αυτό δεν τον εμπόδισε, βέβαια, από το να «απειλήσει» με προσφυγή στη Δικαιοσύνη και αγωγές, όταν πληροφορήθηκε ότι ένας ιερέας επικοινώνησε με την εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη, προκειμένου να μιλήσει για την υπόθεση των Γλυκών Νερών. Χωρίς, μάλιστα, να ξέρει τι ειπώθηκε στο τηλεφώνημα, ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος απειλούσε με αγωγές γιατί, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ο ιερέας μαρτύρησε πως ο πιλότος είχε πρόβλημα στο γάμο του με την Καρολάιν.

«Μόλις μου μεταφέρανε ότι πήρε τηλέφωνο ένας ιερέας στην εκπομπή και είπε ότι πήγε η γυναίκα μου για εξομολόγηση και του είπε για υποτιθέμενα προβλήματα μεταξύ μας. Αν αυτός που πήρε είναι όντως ιερέας, πράγμα απίθανο, τότε η ψευδομαρτυρία του είναι από καθαρή κακία, που δεν ταιριάζει σε κληρικό και θα λογοδοτήσει. Θέλω όνομα, τηλέφωνο και ενορία. Εκτός από την εισαγγελία, θα πάνε και στην αρχιεπισκοπή όλα τα στοιχεία. Προλαβαίνει να με πάρει ένα τηλέφωνο. Επειδή είμαι καλός άνθρωπος, θα του δώσω μια ευκαιρία να απολογηθεί πριν δει το όνομά του σε δικογραφία. Ας τον ενημερώσει κάποιος ότι εκτός από αμαρτία, είναι και παράνομο να ψευδομαρτυρεί κάποιος με δόλο…».

Αυτά έλεγε στην Αγγελική Νικολούλη ο «ψύχραιμος» πιλότος, αδυνατώντας να κρύψει τον πανικό του, αφού πίστευε ότι ο ιερέας είχε αποκαλύψει τα όσα του είχε εξομολογηθεί η άτυχη Καρολάιν.

Τις πρώτες ημέρες μετά τη δολοφονία, πάντως, οι αστυνομικοί συνέστησαν στον πιλότο να περιορίσει τις δημόσιες εμφανίσεις του και εκείνος συμφώνησε.

Ωστόσο, η συμπεριφορά του άλλαξε τελείως μετά τη δημοσίευση συνέντευξης της «ψυχολόγου», Ελένης Μυλωνοπούλου. Τότε, ο 33χρονος έγινε κυριολεκτικά έξαλλος, διαμαρτυρήθηκε στους αστυνομικούς και τους είπε: «Πώς είναι δυνατόν η ψυχολόγος να δίνει συνεντεύξεις για εμένα και την Καρολάιν;».

Αργότερα, μάλιστα, άρχισε να εμφανίζεται πολύ περισσότερο εκνευρισμένος όταν μιλούσε με τον αστυνομικό,  αφήνοντας υπονοούμενα πως μπορεί η αστυνομία να διέρρεε τα προσωπικά δεδομένα του ίδιου και της Καρολάιν.

Πώς τον «έκαψε» η «ψυχολόγος»

Μιλώντας στα ΜΜΕ η δικηγόρος της «ψυχολόγου» που επισκεπτόταν η Καρολάιν, Σταματία Μάρκου, αποκάλυψε πως η Ελένη Μυλωνοπούλου είχε αναφέρει στην αστυνομία τα προβλήματα του ζευγαριού και, μάλιστα, είχε αναφέρει και τις επικοινωνίες που είχε με την Καρολάιν, εν αγνοία του συζύγου της.

Η κυρία Μάρκου δήλωσε ότι δόθηκαν οδηγίες από την αστυνομία στην Ελένη Μυλωνοπούλου να μην αποκαλύψει στον πιλότο ότι κατέθεσε.

Έτσι, έλεγε καλά λόγια, για να μην υποψιαστεί κάτι ο 33χρονος. Τόνισε, μάλιστα, ότι η κατάθεσή της έχει μείνει απόρρητη και η ίδια ήταν σε συνεχή επικοινωνία με το τμήμα Ανθρωποκτονιών.

«Πάντα είχε επαφές με την Καρολάιν και, μάλιστα, το τελευταίο διάστημα, που είχαν έρθει οι σχέσεις τους σε πλήρη ρήξη, η 20χρονη είχε εκμυστηρευτεί στην εντολέα μου ότι είχε πάρει απόφαση να χωρίσει από τον καθ’ ομολογίαν δολοφόνο και μάλιστα είχε προχωρήσει στην αναζήτηση κατοικίας και είχε εντοπίσει και κατοικία, προκειμένου να μισθώσει στο κέντρο της Αθήνας. Είχε σχεδιάσει να εισαχθεί σε σχολή μαγειρικής, έχουν κατατεθεί μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια από την εντολέα μου, από την πρώτη κατάθεση», είπε χαρακτηριστικά η δικηγόρος μιλώντας στο Star.

Ωστόσο, υπενθυμίζεται ότι λίγες ημέρες μετά το φόνο της Καρολάιν, άρχισαν να διαρρέουν φήμες πως η «ψυχολόγος» αποκάλυψε στην αστυνομία ότι το ζευγάρι είχε κάποια προβλήματα και εντάσεις. Αυτές ακριβώς οι διαρροές ήταν που έκαναν έξαλλο τον 33χρονο δράστη, σε βαθμό να «κατηγορήσει», μάλιστα, την αστυνομία για διαρροή προσωπικών δεδομένων.

Τύψεις χωρίς ομολογία

«Είχα εφιάλτες και τύψεις όλο αυτό το διάστημα. Έβλεπα στον ύπνο μου την Καρολάιν, αλλά δεν θα ερχόμουν μόνος μου να ομολογήσω», είπε στον αστυνομικό που του απέσπασε την ομολογία, αφού ο ίδιος την είχε υπογράψει.

Ο ίδιος, βέβαια, επικαλείται για τις επί 37 ολόκληρες ημέρες προσπάθειές του να γλιτώσει και να ρίξει αλλού τις ευθύνες του φόνου της γυναίκας του, στην αγωνία του για το μέλλον της μικρής Λυδίας, που αφού εκείνος την άφησε χωρίς μητέρα με τα ίδια του τα χέρια, θα έμενε και χωρίς πατέρα εάν αποκαλυπτόταν το έγκλημά του και κατέληγε στη φυλακή.

«Υπήρχε συνείδηση», λέει ο ψυχολόγος της ΕΛΑΣ

«Από την αρχή δεν είχε συναισθηματική συνείδηση ο 33χρονος πιλότος και συνεχίζει να παίζει ένα ρόλο», ανέφερε χαρακτηριστικά – σύμφωνα με πληροφορίες – ο ψυχολόγος της Ελληνικής Αστυνομίας, που συζήτησε μαζί του, μετά την ομολογία της δολοφονίας της Καρολάιν στα Γλυκά Νερά.

Ο ίδιος, μιλώντας στο skai.gr, υποστηρίζει ότι η πράξη του συζυγοκτόνου ήταν συνειδητή και πως το ίδιο συνειδητά σκότωσε και τον σκύλο τους, διαπράττοντας δύο φόνους με σωματική επαφή και με παρουσία του παιδιού του στον χώρο, δείχνοντας απουσία συναισθήματος για την αφαίρεση των δύο αυτών ζωών.

«Νομίζω ότι έγινε πολύ συνειδητά. Ως προς το μυαλό υπήρχε συνείδηση, ως προς το συναίσθημα δεν υπήρχε συνείδηση. Ακόμα και ο τρόπος που την σκότωσε, δηλαδή ότι πέθανε στα χέρια του, είχε σωματική επαφή με το θύμα και ότι την δολοφόνησε ενώ ήταν στο χώρο το παιδί τους, δείχνει επίσης την απουσία συναισθήματος για την πράξη του φόνου», δήλωσε χαρακτηριστικά ο ειδικός της αστυνομίας.

«Πολύ άρρωστη» η θανάτωση του σκύλου

Και πρόσθεσε: «Ακόμη και το να προσπαθήσεις να δικαιολογήσεις ένα φόνο μετά, δείχνει απουσία συναισθήματος. Διαφαίνεται έντονα αυτό και από το γεγονός ότι πήρε ένα κουτάβι, που δεν ήταν καν ενός έτους, και το κρέμασε από την σκάλα για να δικαιολογήσει μια πράξη και να στήσει ένα σκηνικό. Έχει κάνει ήδη ένα φόνο και κάνει έναν δεύτερο. Το κουτάβι, το πήραν με την έννοια να μεγαλώσει δίπλα στο μωρό τους. Δηλαδή, συμβολικά αν το δει κάποιος, αυτό είναι πάρα πολύ άρρωστο».

Παράλληλα, ο ψυχολόγος της ΕΛΑΣ υπογράμμισε ότι η κακοποίηση ζώων συνδέεται άμεσα με την κακοποιητική συμπεριφορά στους ανθρώπους.