Σε νέα έξοδο στις αγορές αναμένεται να προχωρήσει το Ελληνικό Δημόσιο με στόχο την άντληση έως 1,5 δισ. ευρώ, προκειμένου να ενισχύσει τα ταμειακά του διαθέσιμα.

Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) έδωσε εντολή στις Barclays, Citi, IMI-Intesa Sanpaolo, Morgan Stanley, Nomura και Société Générale για να αναλάβουν ως ανάδοχοι την επανέκδοση του δεκαετούς ομολόγου λήξεως 2030.

Το εν λόγω ομόλογο είχε εκδοθεί τον Ιούνιο με απόδοση 1,5% και σήμερα η απόδοσή του είναι στο 1,13%.

Το ευνοϊκό κλίμα στην αγορά το οποίο διατηρεί την απόδοση του ελληνικού τίτλου κοντά στο 1% σε συνδυασμό με την στρατηγική που ακολουθεί το οικονομικό επιτελείο για την αναπλήρωση των ταμειακών διαθεσίμων που χρησιμοποιούνται για τα μέτρα στήριξης της οικονομίας, οδήγησε στη σχετική απόφαση η οποία και αναμενόταν ευρέως από την αγορά.

Η κίνηση έχει ως στόχο την ενίσχυση των ταμειακών διαθεσίμων του ελληνικού δημοσίου, σε μια περίοδο με αυξημένες ανάγκες. Τα ταμειακά διαθέσιμα του δημοσίου, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, είναι στα 34,7 δισ. ευρώ (ήταν 37,5 δισ. ευρώ τον Μάρτιο αλλά παρά τις πληρωμές εισέρρευσαν νέα κεφάλαια από τις εξόδους στις αγορές, τα έντοκα γραμμάτια και τη «δόση» του ESM).

Με δεδομένο ότι η έξαρση της πανδημίας ανεβάζει τον λογαριασμό για το δημόσιο, καθώς εκτιμάται ότι θα χρειασθούν πρόσθετες παρεμβάσεις για τη στήριξη της οικονομίας τουλάχιστον 4 δισ. ευρώ, το οικονομικό επιτελείο επιχειρεί να ενισχύσει τη χρηματοδοτική δύναμη πυρός και τη ρευστότητα του δημοσίου χωρίς να «ξεφουσκώσει» το μαξιλάρι των ταμειακών διαθεσίμων, που ανέρχεται στα 34-35 δισ. ευρώ.

Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι το πρωτογενές έλλειμμα το πρώτο επτάμηνο της χρονιάς ήταν 7.463 εκατ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1.166 εκατ. ευρώ και πρωτογενούς πλεονάσματος 1.763 εκατ. ευρώ για την ίδια περίοδο το 2019.

Οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2020 ανήλθαν σε 34.757 εκατ. ευρώ και παρουσιάζονται αυξημένες κατά 4.599 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου (30.158 εκατ. ευρώ).