Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας δεν πρωτοτύπησε μιλώντας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ. Επιτέθηκε στην κυβέρνηση υποστηρίζοντας ότι έφερε την ύφεση πριν από τον κορωνοϊό και κατηγόρησε τις τράπεζες για ανεπαρκή χρηματοδότηση στις επιχειρήσεις.

Γνωρίζουν καλά ο κ. Τσίπρας και το οικονομικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ ότι το αφήγημα της ανόδου του ΑΕΠ πριν από τις εκλογές του 2019 και της πτώσης στο τέταρτο τρίμηνο του ίδιου έτους με κυβέρνηση της ΝΔ δεν έχει βάση, καθώς τον Μάιο του 2019, λίγο πριν από τις ευρωεκλογές και μπροστά στο φάσμα της ήττας, μοίρασε πρόωρα 1,1 δισ. ευρώ ως 13η σύνταξη, ποσό που ενίσχυσε το ΑΕΠ εκείνου του τριμήνου σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2018 αλλά ψαλίδισε το ΑΕΠ του τέταρτου τριμήνου, αφού έλειψαν αυτά τα χρήματα σε σχέση πάντα με τον Δεκέμβρη του 2018, όταν είχε μοιραστεί η 13η σύνταξη της χρονιάς εν όψει Χριστουγέννων.

Για την αδυναμία των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν τις επιχειρήσεις μπορεί περιπτωσιολογικά να έχει δίκιο, αλλά δικαιούται να ομιλεί ο άνθρωπος που με τις πολιτικές του στέρησε από τη χώρα τον πακτωλό των δισεκατομμυρίων ευρώ που μοίραζε το QE του Ντράγκι;

Είπε και άλλα ο κ. Τσίπρας. Οτι η χώρα σήμερα δεν επενδύει σε υποδομές, όταν η κυβέρνησή του είχε σχεδόν μηδενίσει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, και ότι δεν προστατεύει τα πολυτιμότερα περιουσιακά της στοιχεία, λες και τη δέσμευση των δημοσίων assets για 99 χρόνια την είχε υπογράψει κάποιο άλλο κόμμα.

Εκεί όμως που το τερμάτισε ήταν όταν ισχυρίστηκε ότι η κυβέρνηση έχει μπλοκάρει αναπτυξιακά έργα όπως το Πάτρα – Πύργος και τον ΒΟΑΚ Κρήτης. Στο πρώτο ο ίδιος είχε σπάσει το έργο σε οκτώ κομμάτια για να το πάρει ο φίλος Καλογρίτσας που χρεοκόπησε και στο δεύτερο η εξαγγελία Σπίρτζη να μην πληρώνουν διόδια οι Κρητικοί αλλά μόνο οι… τουρίστες έδιωξε κάθε σοβαρό επενδυτή.

Σε δύο πράγματα είχε δίκιο ο κ. Τσίπρας στην ομιλία του: στην ανάγκη να ενισχυθεί η συμμετοχή της βιομηχανίας ως ποσοστό του ΑΕΠ και στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής που προσφέρει η ασφάλεια στην εργασία, όταν αυτή δεν απειλείται από το ξήλωμα των συλλογικών συμβάσεων.