Γουίντεϊ Χιούστον, μία από τις κορυφαίες ερμηνεύτριες όλων των εποχών. Την αποκαλούσαν «η Φωνή» για τις τεράστιες δυνατότητες της φωνής της και όλοι περίμεναν από την πρώτη της εμφάνιση να φτάσει στην κορυφή, αλλά κανείς δεν φανταζόταν το μέγεθος του άστρου της και πολύ περισσότερο το τέλος της.

Γεννήθηκε στις 9 Αυγούστου 1963 και πέθανε στις 11 Φεβρουαρίου 2012. Τραγουδίστρια και ηθοποιός, το 2009 το Βιβλίο Γκίνες την ονόμασε ως την πιο πολυβραβευμένη γυναίκα τραγουδίστρια όλων των εποχών. Ανάμεσα στις 415 συνολικά βραβεύσεις της έχει κερδίσει 2 Emmy, 6 Grammy, 30 Billboard Music Awards και 22 American Music Awards. Η Χιούστον είναι επίσης μία από τις εμπορικότερες τραγουδίστριες παγκοσμίως, έχοντας πουλήσει πάνω από 170 εκατομμύρια άλμπουμ και σινγκλς.

Ξεκίνησε το τραγούδι στην παιδική γκόσπελ χορωδία του Νιου Τζέρσεϊ στην ηλικία των 11. Αργότερα άρχισε να τραγουδά σε νυχτερινά κλαμπ στη Νέα Υόρκη, όπου την ανακάλυψε ο επικεφαλής της δισκογραφικής εταιρίας Arista Records, Κλάιβ Ντέιβις.

Είναι η μοναδική καλλιτέχνης που κατέκτησε την κορυφή του Billboard 100 επτά συνεχόμενες φορές με τα τραγούδια «Saving All My Love for You», «How Will I Know», «Greatest Love of All», «I Wanna Dance with Somebody (Who Loves Me)», «Didn’t We Almost Have It All», «So Emotional» και «Where Do Broken Hearts Go». Το ντεμπούτο άλμπουμ της με τον τίτλο Whitney Houston που κυκλοφόρησε το 1985 έγινε το εμπορικότερο άλμπουμ από γυναίκα καλλιτέχνη τη χρονιά της κυκλοφορίας του. Το περιοδικό Rolling Stone το ονόμασε το καλύτερο άλμπουμ του 1986 και το κατέταξε στη 254η θέση στα λίστα του με τα 500 Σπουδαιότερα Άλμπουμ Όλων των Εποχών. Το δεύτερο άλμπουμ της με τίτλο Whitney (1987) έγινε το πρώτο άλμπουμ από γυναίκα καλλιτέχνη που έφτασε την 1η θέση την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του στο chart του Billboard 200. Η δημοτικότητά της σε δημοφιλή μουσικά charts καθώς και στο MTV επηρέασαν αρκετές γυναίκες τραγουδίστριες να ακολουθήσουν τα βήματά της.

Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο έγινε στην ταινία Ο Σωματοφύλακας (The Bodyguard) το 1992. Το σάουντρακ της ταινίας κέρδισε το 1994 το Βραβείο Grammy Άλμπουμ της Χρονιάς. Το πρώτο single «I Will Always Love You» έγινε το εμπορικότερο single όλων των εποχών από γυναίκα καλλιτέχνη στη ιστορία της μουσικής. Με το σάουντρακ, η Χιούστον κατάφερε να γίνει η πρώτη τραγουδίστρια που πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα μέσα σε μια εβδομάδα. Το σάουντρακ καταλαμβάνει την 4η θέση στη λίστα με τα εμπορικότερα άλμπουμ όλων των εποχών. Η Χιούστον συνέχισε να πρωταγωνιστεί σε ταινίες και να συμμετέχει σε σάουντρακ, συμπεριλαμβανομένων των ταινιών Επί Τέλους, Πού Πήγαν οι Άντρες; (Waiting to Exhale, 1995) και Φτερωτός Έρωτας (The Preacher’s Wife). Το σάουντρακ της ταινίας Φτερωτός Έρωτας έγινε το εμπορικότερο γκόσπελ άλμπουμ στην ιστορία. Τρία χρόνια μετά την κυκλοφορία του τέταρτου στούντιο άλμπουμ της My Love Is Your Love (1998), ανανέωσε το συμβόλαιό της με την Arista Records. Κυκλοφόρησε το πέμπτο της στούντιο άλμπουμ Just Whitney το 2002 και το χριστουγεννιάτικο άλμπουμ One Wish: The Holiday Album το 2003. Το 2009, κυκλοφόρησε το έβδομο και τελευταίο άλμπουμ της με τίτλο I Look to You.

Παντρεύτηκε τον τραγουδιστή Μπόμπι Mπράουν, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη, την Μπόμπι Κριστίνα. Η θυελλώδης σχέση τους απασχόλησε συχνά τα πρωτοσέλιδα του μέχρι το 2006, οπότε χώρισαν οριστικά.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 η αστραφτερή καριέρα της άρχισε να φθίνει, εξαιτίας της χρήσης ναρκωτικών. Η ίδια είχε παραδεχτεί δημόσια ότι έκανε χρήση κοκαΐνης, μαριχουάνας και χαπιών. Η φωνή της σύντομα έχασε την κρυστάλλινη χροιά της, αδυνατώντας να πιάσει τις υψηλές νότες. Οι πωλήσεις δίσκων μειώνονταν, ενώ η δημόσια εικόνα της, αλλά και η φωνή της, δέχθηκαν σοβαρό πλήγμα.

Στις 11 Φεβρουαρίου 2012 ανακοινώθηκε ο θάνατος της Χιούστον, σε ηλικία 48 ετών. Η ιατροδικαστική έκθεση έδειξε ότι πέθανε στην μπανιέρα της. Είχε προλάβει να ολοκληρώσει τα γυρίσματα της ταινίας Sparkle, ριμέικ της ομότιτλης ταινίας του 1976. Η Χιούστον κυκλοφόρησε συνολικά στην καριέρα της επτά στούντιο άλμπουμ και τρία σάουντρακ, τα οποία έγιναν όλα διαμαντένια, πλατινένια ή χρυσά.

Με πληροφορίες από το Wikipedia.org