Χιλιάδες πρόσφυγες από την Ονδούρα βρίσκονται τις τελευταίες μέρες εγκλωβισμένοι πάνω σε μια γέφυρα, στον ποταμό Σουτσιάτε στα σύνορα Γουατεμάλας – Μεξικού, περιμένοντας ώστε οι φύλακες να ανοίξουν τη μεθοριακή πύλη: μητέρες με μικρά παιδιά στην αγκαλιά τους, ηλικιωμένοι σε ημιλιπόθυμη κατάσταση, οικογένειες ταλαιπωρημένες, που περπατούν νυχθημερόν για μια ολόκληρη εβδομάδα προκειμένου να φθάσουν στο Μεξικό. Οι περισσότεροι θέλουν να συνεχίσουν το ταξίδι προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και από τα νότια μεξικανικά σύνορα όπου βρίσκονται, τους απομένουν περίπου 3.000 χιλιόμετρα να διασχίσουν.
Αλλά, μετά από συνεννόηση με τις ΗΠΑ, τα σύνορα παραμένουν κλειστά και οι μεξικανικές αρχές προσπαθούν να εμποδίσουν αυτό το ανθρώπινο τσουνάμι να εισέλθει στη χώρα. Στο σημείο ξεσπούν βίαια επεισόδια, η μεξικανική αστυνομία ρίχνει δακρυγόνα, με τον αμερικανό πρόεδρο Τραμπ να ευχαριστεί τις αρχές για τις προσπάθειες ανάσχεσης των μεταναστευτικών ροών και να δίνει τα εύσημα σε έξι αστυνομικούς που τραυματίστηκαν σε αψιμαχίες.
Οι άνθρωποι αυτοί θέλουν πάση θυσία να ξεφύγουν από τη σκληρή βία, την εκτεταμένη φτώχεια και τους πολιτικούς διωγμούς που βιώνουν στη χώρα τους. Η αποφασιστικότητά τους είναι πιο δυνατή από κάθε εμπόδιο και η πιθανότητα επιστροφής στην απόλυτη ανέχεια και μιζέρια αποτελεί το μεγαλύτερο κίνητρο για να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Εκατοντάδες βουτούν στο λασπώδες ποτάμι και κολυμπούν για να περάσουν απέναντι, άλλοι επιχειρούν να το διασχίσουν με αυτοσχέδιες λέμβους αψηφώντας τις προειδοποιήσεις και τον κίνδυνο της ζωής τους. Και οι στρατιές όλο και αυξάνονται.
Σύμφωνα με νεότερες εκτιμήσεις, ο αριθμός των μεταναστών που έχουν εισέλθει παράτυπα σε μεξικανικό έδαφος αγγίζει τους 5.000. Πολλοί επαναπροωθούνται στη Γουατεμάλα με στρατιωτικά λεωφορεία, εκατοντάδες άλλοι έχουν υποβάλει αίτηση ασύλου. Περίπου 1.500 άτομα επιλέγουν να παραμείνουν στη Γουατεμάλα, με την επιδίωξη να μπουν νομότυπα στο Μεξικό.
«Δεν πρόκειται να κολλήσω εδώ και να με απελάσουν. Θα κατευθυνθώ βόρεια» δηλώνει στους «Financial Times» ο 33χρονος οδηγός λεωφορείου Χασεάλ Ροντρίγκες. «Εχω πίστη στον Θεό πως οι πύλες θα ανοίξουν».
Υπό τον φόβο δεκάδες άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους από τη ζέστη, την πείνα, την έλλειψη νερού και την απίστευτη ταλαιπωρία, το Μεξικό ανοίγει τα σύνορα κυρίως σε ευάλωτες ομάδες και με το σταγονόμετρο. Πρόκειται για γυναίκες με νεογέννητα, για παιδιά και ηλικιωμένους οι οποίοι έχουν κατακλύσει την κεντρική πλατεία της Σιουδάδ Ιδάλγκο (μιας πόλης στη μεξικανική πλευρά των συνόρων) μετατρέποντάς την σε προσφυγικό καταυλισμό.
Η εικόνα είναι άκρως αποκαρδιωτική. Ημίγυμνα νήπια που φορούν ακόμη πάνες παίζουν με βρώμικα αντικείμενα που βρίσκουν καταγής, μητέρες θηλάζουν δίπλα σε σωρούς από σκουπίδια, οικογένειες απλώνουν κουβέρτες πάνω στο χώμα για να ξαπλώσουν.
Πολλοί ντόπιοι προσπαθούν να βοηθήσουν την κατάσταση, άλλοι παρέχοντας τρόφιμα και νερό, άλλοι δίνοντας πάνες και ρούχα. Στο κοινοτικό κέντρο με πρωτοβουλία των αρχών και εθελοντών, στήνεται ένα πρόχειρο καταφύγιο όπου σερβίρονται ζεστά γεύματα. «Δεν μας ενοχλούν οι μετανάστες εδώ, όλοι αγωνίζονται όσο καλύτερα μπορούν, όμως αυτή η εικόνα μάς κάνει να φαινόμαστε απάνθρωποι» λέει η Ινγκριντ Καλντερόν, κοσμηματοπώλισσα στη Σιουδάδ Ιδάλγκο, αναφερόμενη στο πανδαιμόνιο που επικρατεί.
Το Μεξικό δηλώνει ότι θα απελάσει όσους διασχίζουν παράνομα τα σύνορα ενώ θα δώσει περιθώριο 45 ημερών – μια άτυπη δηλαδή άδεια παραμονής – σε αιτούντες άσυλο που θέλουν να φθάσουν στις ΗΠΑ. Το πιο πιθανό είναι να μην τα καταφέρουν. Ο Τραμπ έχει υιοθετήσει σκληρή γραμμή και, εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών για το Κογκρέσο, δεν πρόκειται να κάνει πίσω. Ωστόσο οι περισσότεροι θα πάρουν το ρίσκο γιατί, καθώς λένε, δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής: «Δεν μπορώ να μείνω στην Ονδούρα», είναι τα λόγια της 35χρονης Λέσλι Πινέδα. «Πρέπει να δοκιμάσω να ζήσω σε μια άλλη χώρα».
Η Ονδούρα είναι μια από τις πιο βίαιες χώρες του κόσμου, με ποσοστό 63,75 ανθρωποκτονιών ανά 100.000 κατοίκους ετησίως. Οι ναρκοσυμμορίες σπέρνουν τον τρόμο και επτά στους δέκα κατοίκους ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, πάνω από 500.000 άνθρωποι, ως επί το πλείστον από την Ονδούρα και το Σαλβαδόρ, περνούν κάθε χρόνο τα νότια σύνορα του Μεξικού προσπαθώντας να φτάσουν στις ΗΠΑ.