Σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής αναστολών του ΣτΕ κατά της συμφωνίας των Πρεσπών, αίτηση που είχαν καταθέσει η Παμμακεδονικές Οργανώσεις, ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Σταύρος Κοντονής έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Η χθεσινή απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν αποτελεί μόνο κόλαφο στους ακροδεξιούς και πατριδοκάπηλους, οι οποίοι επί εβδομάδες επιδίδονται σε βιαιότητες και ακρότητες με ισχυρισμούς περί «παραδόσεως» και «προδοσίας». Κυρίως αποτελεί πλήρη και απολύτως εμπεριστατωμένη επιστημονικά απάντηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου έναντι αβάσιμων ισχυρισμών της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. περί τετελεσμένων γεγονότων, ακόμη και στην περίπτωση μη κύρωσης της Συμφωνίας. Η φαιά προπαγάνδα έπεσε στο κενό με τη σφραγίδα της Δικαιοσύνης και αποδεικνύεται με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο ότι η Κυβέρνηση έχει διασφαλίσει απολύτως τα εθνικά συμφέροντα και ως προς την ουσία, αλλά και ως προς τη διαδικασία που προβλέπεται ν’ ακολουθηθεί.
Πέραν όμως της μη ύπαρξης κινδύνου τετελεσμένων, στην απόφαση διαλαμβάνονται και τα ακόλουθα αποκαλυπτικά και ενδιαφέροντα:
-Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης της 5.12.2011, περί παραβίασης της ενδιάμεσης συμφωνίας από την Ελλάδα σχετικά με την υποψηφιότητα της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ κατά τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου του 2008.
-Δεν αναφέρεται στη Συμφωνία των Πρεσπών αναγνώριση Μακεδονικής Εθνότητας, αλλά Ιθαγένειας.
-Δεν προκύπτει ότι επίκειται οπωσδήποτε αναθεώρηση των σχολικών εγχειριδίων, πολύ περισσότερο δε προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί αυτή, εφ’ όσον κριθεί αναγκαία.
-Δεν διαπιστώνεται κίνδυνος απώλειας της ονομασίας «Μακεδονικός» για τα ελληνικά προϊόντα.
Αναμένουμε από τη Ν.Δ. μετά την απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας να σταματήσει την ακατάσχετη ψευδολογία και παραπληροφόρηση, αν θέλει εμπράκτως ν’ αποδείξει ότι σέβεται τις δικαστικές αποφάσεις και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.
Διαφορετικά ας δηλώσει ότι διαφωνεί με την απόφαση, προτάσσοντας επιχειρήματα και όχι άναρθρες κραυγές και ψέματα, που δεν έχουν καμία σχέση με το κείμενο της συμφωνίας των Πρεσπών και όσα αυτό προβλέπει».