Τη δέσμευση της κυβέρνησης «να αναδιανέμεται στους πιο αδύναμους κάθε ευρώ που πλεονάζει από τους διαθέσιμους πόρους» υπογραμμίζει σε συνέντευξή της η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, σημειώνοντας πως το έκτακτο επίδομα που θα καταβληθεί σε χαμηλοσυνταξιούχους αποτελεί «έμπρακτη αναγνώριση των θυσιών του ελληνικού λαού και όχι επιστροφή των όσων εκείνοι έχουν χάσει στη διάρκεια της κρίσης».
Αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι «προφανώς και δεν αναπληρώνει τα όσα έχασαν οι απόμαχοι της δουλειάς στα χρόνια των μνημονίων».
Η υπουργός Εργασίας επαναλαμβάνει ότι η «η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές ότι δεν συζητά νομοθέτηση επιπλέον μέτρων για μετά τη λήξη του προγράμματος, ενώ έχει αποκλείσει τις πρόωρες εκλογές».
«Εργαζόμαστε λοιπόν αδιάκοπα για να υπάρξει συμφωνία με τους θεσμούς, μέσω ενός έντιμου συμβιβασμού (και όχι ενός τέταρτου μνημονίου), όπως είπε Ευκλείδης Τσακαλώτος, στη βάση των αρχών που έχει περιγράψει ο πρωθυπουργός. Πιστεύουμε ότι θα βρεθεί μια χρυσή τομή, μέσω των τεχνικών συζητήσεων αλλά κυρίως μέσω των πολιτικών πρωτοβουλιών που έχει ήδη αναλάβει η κυβέρνηση. Η Ελλάδα έχει τηρήσει όσα συμφωνήθηκαν και αυτή τη στιγμή είναι καθήκον των δανειστών της να τηρήσουν κι εκείνοι τις δεσμεύσεις τους»
Όσον αφορά στα εργασιακά, θέτει ως προμετωπίδα των διαπραγματεύσεων την άρνηση υποχώρησης σε όσα προτείνονται και προαναγγέλλει εκ βάθρων αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας των Επιθεωρήσεων Εργασίας.
«Στόχος της κυβέρνησης είναι η όσο το δυνατόν καλύτερη υπεράσπιση των συμφερόντων του κόσμου της εργασίας. Γι’ αυτό δίνουμε τη μάχη για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα, για να αποκτήσουν ξανά οι εργαζόμενοι διαπραγματευτική ισχύ και να μπορούν να διεκδικήσουν καλύτερους όρους εργασίας» σημειώνει και τονίζει:
«Η θέση μας αυτή εναρμονίζεται με τις ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές και υποστηρίζεται από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και από το γνωστό πόρισμα της Διεθνούς Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων. Για τον ίδιο λόγο αντιστεκόμαστε στην απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, και ιδίως στην αύξηση του ορίου, που επιδιώκουν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι και το ΔΝΤ. Τυχόν ικανοποίηση των απαιτήσεών τους δεν θα πετύχει τίποτα περισσότερο παρά να απορρυθμίσει περαιτέρω την ήδη απορρυθμισμένη αγορά εργασίας».
Αναφερόμενη στις επαφές που είχε στις Βρυξέλλες για τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, μίλησε για «κύμα συμπαράστασης» από πολιτικές δυνάμεις στις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης για την επαναφορά του ευρωπαϊκού κεκτημένου στην ελληνική αγορά εργασίας, για την ανάκτηση κύριων συλλογικών εργατικών δικαιωμάτων.
«Ελπίζουμε ότι αυτή η συμπαράσταση θα μεταφραστεί σύντομα και σε μια σύγκλιση στο επίπεδο της διαπραγμάτευσης, καθώς η θέση της ελληνικής κυβέρνησης δεν εκφράζει τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από το ότι το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο θα πρέπει να εφαρμόζεται στην Ελλάδα, όπως εξάλλου προβλέπει και η συμφωνία του Ιουλίου του 2015 με τους θεσμούς» υπογραμμίζει.
Σχετικά με το ΔΝΤ, η κ. Αχτσιόγλου αναφέρει: «Η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να συμφωνήσει σε ένα σχήμα που αφενός θα περιλαμβάνει περισσότερα μέτρα λιτότητας, όπως ζητά το ΔΝΤ, αφετέρου δεν θα περιέχει μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Η επίτευξη ενός συμβιβασμού σημαίνει ότι όλα τα εμπλεκόμενα μέρη θα πρέπει να κάνουν πίσω σε κάτι κι αυτό το καταλαβαίνουν όλες οι πλευρές».