«Πρέπει να βρεθεί μια λύση» είπε ο επικεφαλής της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ερωτηθείς πριν από λίγο σε συνέντευξη Τύπου για την Ελλάδα, ενώ σημείωσε ότι μίλησε με την επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ με την οποία είναι σε διαρκή επαφή.
«Η απόφαση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου να αποσύρει την ομάδα του από τις Βρυξέλλες δεν σημαίνει πως το Ταμείο έχει εγκαταλείψει την προσπάθεια εξεύρεσης συμφωνίας με την Ελλάδα», δήλωσε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
«Δεν νομίζω πως μπορεί να ερμηνεύσει κανείς την ενέργεια του ΔΝΤ ότι σημαίνει πως το ΔΝΤ θα φύγει από τις διαπραγματεύσεις», προσέθεσε.
Ο ίδιος αποσαφήνισε πως οι επαφές τους με τις εμπλεκόμενες πλευρές θα είναι συνεχείς. «Μίλησα επί μακρόν με τον Έλληνα πρωθυπουργό χθες το βράδυ και πιθανότατα θα το ξανακάνω τις επόμενες ημέρες… νομίζω πως μια λύση είναι απαραίτητη», σημείωσε.
Στο μεταξύ σε συνέντευξή του σήμερα το πρωί στο γαλλικό ραδιόφωνο «France Culture» ο πρόεδρος της Κομισιόν εμφανίστηκε καθησυχαστικός σε σχέση με τη χθεσινή αποχώρηση των τεχνικών κλιμακίων του ΔΝΤ.
Σχετικά με την αποχώρηση του ΔΝΤ παρατήρησε ότι «Το ΔΝΤ δεν έφυγε νωρίτερα» και προσέθεσε: «Όσοι φεύγουν επανέρχονται. Δεδομένου ότι η συμφωνία είναι απαραίτητη πρέπει να υπάρχουν και οι τρεις θεσμοί, οπότε κατ’ αρχάς θα πρέπει να υπάρξει διαπραγμάτευση σε τεχνικό επίπεδο και στη συνέχεια σε πολιτικό επίπεδο».
Ξεκινώντας τη συνέντευξη, ο δημοσιογράφος τον ρώτησε εάν κοιμήθηκε χθες καλά (ο πρόεδρος της Κομισιόν έχει πει ότι το θέμα της Ελλάδας δεν τον αφήνει να κοιμηθεί), με τον κ. Γιούνκερ να απαντά: «Ναι κοιμήθηκα καλά. Εξέτασα επισταμένα το θέμα, είδα τον Έλληνα πρωθυπουργό για δύο ώρες, αφού τον έχω ήδη δει πάρα πολλές φορές, διατύπωσα μερικές παρατηρήσεις, προτάσεις στις οποίες επικεντρώθηκε η ελληνική κυβέρνηση χθες».
Στην παρατήρηση δε ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός άλλα λέει μαζί του και άλλα όταν επιστρέφει στη χώρα του, εξήγησε:
«Αυτό είναι πραγματικό πρόβλημα, που δεν είναι αποκλειστικότητα της Ελλάδος … οι πρωθυπουργοί απευθύνονται με διαφορετικές εκφράσεις. Εγώ πάντοτε προσπάθησα να μη μπαίνω σε αυτή τη διελκυστίνδα και να λέω τα ίδια πράγματα με τις ίδιες εκφράσεις παντού. Συνεπώς ο Έλληνας πρωθυπουργός θα πρέπει να τα βγάλει πέρα με τη δική του πλειοψηφία, που διαφέρει από τα άλλα κόμματα, γιατί δεν είναι ένα κόμμα, αλλά ένα σύνολο από διαφορετικά κινήματα. Από την πλευρά του πρέπει να βρει τον καλύτερο τρόπο ώστε να πείσει τους οπαδούς του».
– Μήπως του λέτε καμιά φορά «δεν πρέπει να τηρείς τις υποσχέσεις του φίλε Αλέξη»;
– «Όχι δεν του λέω τέτοια πράγματα» απάντησε ο πρόεδρος της Κομισιόν και προσέθεσε: «Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις υποσχέσεις που δίνει, οι οποίες δεσμεύουν εκείνους τους οποίους τις διατυπώνουν. Δεν υπεισέρχομαι στον ελληνικό εσωτερικό πολιτικό διάλογο. Αυτό είναι ζήτημα της ελληνικής κυβέρνησης, του ελληνικού Κοινοβουλίου, να κάνουν τα απαραίτητα βήματα σε σχέση με αυτά που έλεγαν στην προεκλογική καμπάνια. Δεν είναι δικό μου πρόβλημα, δεν είναι δική μου ανησυχία, αλλά είναι ένα στοιχείο το οποίο δεν διαφεύγει της παρατήρησής μου».
– Πως μπορεί να νοιώθει κανείς όταν ένα μέρος της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης σε βλέπει σαν τον κόμη δράκουλα, σαν τον στραγγαλιστή των κοινωνιών του Νότου της Ευρώπης και χωρίς ευαισθησία για τα κοινωνικά και ανθρωπιστικά ζητήματα; ρώτησε ο δημοσιογράφος.
– «Θα περίμενα το ερώτημά σας πιο εμπεριστατωμένο, γιατί σας έχει ξεφύγει ότι είμαι από τους πιο δημοφιλείς πολιτικούς στην Ελλάδα, κάτι που είναι επίτευγμα μετά από τα προγράμματα που οι φίλοι Έλληνες χρειάστηκε να εφαρμόσουν, και είμαι μεταξύ εκείνων τους οποίους οι Έλληνες εμπιστεύονται» είπε ο κ. Γιούνκερ.
– Σχετικά για την περίπτωση εξόδου της Ελλάδας, και εάν αυτό θα ήταν η χειρότερη λύση, ο πρόεδρος της Επιτροπής ανέφερε:
– «Έχω μια μεγάλη έγνοια, τα προγράμματα προσαρμογής που τέθηκαν σε εφαρμογή οδήγησαν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Ελλάδας στο όριο της φτώχειας.
Το 25% των Ελλήνων δεν έχουν πλέον ασφάλιση, η ανεργία, και κυρίως των νέων, είναι πολύ αυξημένη, οι Έλληνες είναι δυστυχισμένοι, υπάρχουν πάρα πολλοί Έλληνες που είναι κάτω από το όριο της φτώχιας και δεν θέλουν να βλέπουν πλέον την πολιτική λιτότητας να συνεχιστεί και να εντατικοποιηθεί.
Η μόνη δικιά μου έννοια είναι οι Έλληνες, όχι η ελληνική κυβέρνηση, όχι το ελληνικό Κοινοβούλιο. Εγώ όταν λέω ότι η Ελλάδα με εμποδίζει να κοιμηθώ είναι γιατί έχω πολλές επαφές στην Ελλάδα. Τηλεφωνώ τρεις φορές την εβδομάδα σε Έλληνες φίλους για να μου πουν τι συμβαίνει στους δρόμους, ”πείτε μου πως ζούνε οι φίλοι σας” και μου λένε δεν έχουν λεφτά για να πληρώσουν τα φάρμακα, οι γυναίκες δεν μπορούν να αγοράσουν φάρμακα -και θα μπορούσα να συνεχίσω τον κατάλογο των προβλημάτων. Συνεπώς αισθάνομαι πολύ κοντά στους Έλληνες που υποφέρουν».
– Σε ένα τελευταίο ερώτημα, εάν φοβάται από μια «ακαμψία» στις θέσεις της καγκελαρίου της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ, ο κ. Γιούνκερ δήλωσε:
– «Δεν φοβάμαι τίποτα από την κ. Μέρκελ. Και θα σας το πω μια και καλή, αλλά είναι ένα μήνυμα που δεν περνάει: η Γερμανία δεν είναι από τις πιο απαιτητικές χώρες απέναντι στην Ελλάδα. Η Φιλανδία, η Αυστρία, η Ολλανδία, η Σλοβακία, η Σλοβενία, η Μάλτα ήταν και είναι πάντα πιο απαιτητικές από τη Γερμανία, και για έναν λόγο που θεωρώ κατανοητό: ο κατώτατος μισθός σε αυτές τις χώρες είναι κατώτερος απ’ ό,τι στην Ελλάδα, οι συντάξεις σε ορισμένες απ αυτές τις χώρες είναι κατώτερες απ’ ό,τι στην Ελλάδα. Είναι δύσκολο επομένως το να απαιτήσουμε από τον Σλοβάκο υπουργό Οικονομικών να πάει στο Κοινοβούλιο της Μπρατισλάβα και να ζητήσει την έγκρισή του για ένα πρόγραμμα το οποίο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα της Σλοβακίας, η οποία είναι πολύ χειρότερη από την ελληνική πραγματικότητα» κατέληξε ο κ. Γιούνκερ.
Ντομπρόβσκις: Ο χρόνος για την Ελλάδα εξαντλείται
Ο χρόνος για την επίτευξη συμφωνίας εξαντλείται προειδοποίησε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Βάλντις Ντομπρόβσκις, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, ενώ κάλεσε την Ελλάδα να επισπεύσει τις διαδικασίες.
«Η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Ελλάδας» πρόσθεσε.
Να υπενθυμίσουμε ότι την Πέμπτη, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν είχε εκτιμήσει πως «είναι δυνατόν να επιτευχθεί πρόοδος και μια συμφωνία είναι δυνατή», ενώ είχε συμπληρώσει ότι «αυτό που πραγματικά απαιτείται είναι πολιτική βούληση».