Με αιχμηρή ανακοίνωση στην οποία σημειώνεται ότι «με το «νόμο Ραγκούση» οι φερόμενες ως «αξιοκρατικές» κρίσεις των προϊσταμένων έγιναν με απλή άθροιση αυθαίρετων μορίων, βάσει μεταβατικών διατάξεων» απαντά με δελτίο Τύπου το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στις αιτιάσεις του πρώην υπουργού κ. Γιάννη Ραγκούση. Καταλήγει μάλιστα στο ότι «από τους πρωτεργάτες του «λεφτά υπάρχουν», οποιαδήποτε αναφορά σε «πολιτικά κακουργήματα» μόνο γέλιο μπορεί να προκαλέσει».
Το δελτίο Τύπου του υπουργείου αναφέρει επί λέξει:
«Η Βουλή των Ελλήνων, μετά από εκτεταμένη δημόσια διαβούλευση, ψήφισε τον περασμένο Ιούνιο, το Νόμο 4275/2014, για το νέο τρόπο επιλογής προϊσταμένων στο Δημόσιο.
Ο Γιάννης Ραγκούσης ως πρώην υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, προσεκλήθη προσωπικά από τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Κυριάκο Μητσοτάκη, να συμμετάσχει στη διαβούλευση καταθέτοντας τις απόψεις του. Ουδέποτε το έπραξε.
Σήμερα, τέσσερις μήνες αργότερα, αποφάσισε να σχολιάσει στο Facebοοκ το νόμο, με σκαιότατο μάλιστα τρόπο.
Ως προς την ουσία της ανάρτησης του κ. Ραγκούση, το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, επισημαίνει τα εξής:
«Ο Νόμος 3839/2010 (νόμος Ραγκούση) για την επιλογή προϊσταμένων ψηφίστηκε το Μάρτιο του 2010 και ουδέποτε -με ευθύνη της τότε πολιτικής ηγεσίας- εφαρμόστηκε, παρά μόνο στις μεταβατικές του διατάξεις.
Μέχρι και την ψήφιση του νέου νόμου, τον Ιούνιο του 2014, καμία πολιτική ηγεσία, και ιδίως αυτής του κ. Ραγκούση, δεν ξεκίνησε ούτε καν τις προπαρασκευαστικές ενέργειες για την πλήρη εφαρμογή του.
Με το «νόμο Ραγκούση» οι φερόμενες ως «αξιοκρατικές» κρίσεις των προϊσταμένων έγιναν με απλή άθροιση αυθαίρετων μορίων, βάσει μεταβατικών διατάξεων. Θεωρούσε ο νόμος, στις μεταβατικές του διατάξεις, ότι ένας κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος είναι κατ’ ανάγκη καλύτερος από όλους τους άλλους για να διοικήσει, ανεξαρτήτως των πραγματικών προσόντων και της δυνατότητας να ασκεί αποτελεσματική διοίκηση.
Με το Νόμο 4275/2014 η κυβέρνηση εισήγαγε διαδικασίες επιλογής προϊσταμένων στο Δημόσιο που συνάδουν με τις ανάγκες της αναδιοργάνωσης των δομών και των νέων Οργανογραμμάτων που αποκτά η Δημόσια Διοίκηση μετά από 40 χρόνια.
Η παρούσα πολιτική ηγεσία, όχι μόνο ψήφισε ένα νέο, σύγχρονο τρόπο επιλογής προϊσταμένων, ο οποίος προάγει την αξιοκρατία, αλλά άμεσα και σε μικρό χρονικό διάστημα ξεκίνησε την εφαρμογή του νόμου με βάσει τις πάγιες διατάξεις. Σε αντίθεση με τον κ. Ραγκούση που δεν είχε την πολιτική βούληση να προχωρήσει στην υλοποίηση του νόμου που ο ίδιος έφερε στη Βουλή.
Στο πλαίσιο αυτό, μέσα στις επόμενες ημέρες θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του ΑΣΕΠ η πρώτη προκήρυξη για την κάλυψη των θέσεων γενικών διευθυντών. Στο μεταξύ, και μέχρι να επιλεγούν με το νέο σύστημα όλοι οι νέοι γενικοί διευθυντές, διευθυντές και τμηματάρχες, παραμένουν μεταβατικά στις θέσεις ευθύνης όσοι τις κατείχαν. Μόνο στις περιπτώσεις όπου οι θέσεις ευθύνης μειώνονται, κάποιοι απομακρύνονται, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου Υπουργού.
Το παράδειγμα στο οποίο αναφέρεται ο κ. Ραγκούσης και το οποίο χαρακτηρίζει «πολιτικό κακούργημα σε βάρος του τόπου», αναφέρεται στην αιτιολογημένη μεταβατική απομάκρυνση ενός γενικού διευθυντή! Ας σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος μπορεί, συμμετέχοντας στο νέο σύστημα αξιολόγησης, να επιλεγεί ως γενικός διευθυντής, σε μερικούς μήνες.
Η λογική και το ύφος του κ. Ραγκούση εκφράζουν την παρωχημένη νοοτροπία της επετηρίδας στη διοίκηση του κράτους. Εμείς απέναντι στην επετηρίδα των μορίων αντιπαρατάσσουμε ένα νέο, σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης που προάγει την αξιοκρατία.
Η ταχύτατη εφαρμογή του Νόμου 4275/2014, που ενσωματώνει τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές στην ελληνική πραγματικότητα, αποτελεί σαφές δείγμα της αντίληψης για ένα νέο Δημόσιο και αποδεικνύει το ποιοι βαδίζουν στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων και ποιοι απλώς τις επικαλούνται επιφανειακά.
Και κάτι τελευταίο. Από τους πρωτεργάτες του «λεφτά υπάρχουν», οποιαδήποτε αναφορά σε «πολιτικά κακουργήματα» μόνο γέλιο μπορεί να προκαλέσει».

Ανταπάντηση Ραγκούση

«Σημασία δεν έχουν τα ψέματα του κ. Μητσοτάκη για το τι συνέβη στον αγώνα για την καθιέρωση της αξιοκρατίας στο δημόσιο, ούτε η ανύπαρκτη πολιτική του ευθιξία που αν την διέθετε θα έπρεπε να τον έχει οδηγήσει σε παραίτηση.
Σημασία έχει η ομολογία και παραδοχή του πως πράγματι είναι αυτός που έπαψε τους πρώτους, στην ιστορία του ελληνικού κράτους, αξιοκρατικά επιλεγμένους προϊσταμένους για να τους αντικαταστήσει με τους κομματικά αρεστούς.
Σημασία έχει το γεγονός οτι ο κ.Μητσοτάκης γυρίζει το κράτος στις πρακτικές της σκοτεινής πλευράς της μεταπολίτευσης που μας χρεοκόπησε.
Το πολιτικό αυτό στίγμα θα τον συνοδεύει για πάντα
».

Οι απόφοιτοι της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης

«Πίσω ολοταχώς: Το κομματικό κράτος κάνει ρεσάλτο στη Δημόσια Διοίκηση

Ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης αμύνεται της αξιοκρατίας στη θεωρία καταργώντας την στην πράξη. Έχει φροντίσει, βέβαια, να περιβάλλει την απροσχημάτιστη παρέμβασή του στην διοικητική ιεραρχία με τον μανδύα της νομιμότητας, χάρη σε μια μεταβατική «διάταξη» κρυμμένη κάτω από το μανδύα μιας ακόμα “αριστοτεχνικής έμπνευσης μεταρρύθμισης”.

Όταν εν μέσω θέρους κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου για το νέο σύστημα επιλογής προϊσταμένων, οι Απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, είχαν εγκαίρως και με σαφήνεια επισημάνει τις συνέπειες της πρότασης για τη λειτουργία του πολύπαθου ελληνικού δημοσίου. (βλ. Δελτίο Τύπου από 9-7-2014). Παρά την έντονη κριτική, η “μεταρρύθμιση” προχώρησε με την ψήφιση του Νόμου 4275/2014. Σήμερα, ήρθε η ώρα της “υπερβατικής μεταρρύθμισης” που λοξοκοιτά την λαμπρή παράδοση της οθωμανικής αυτοκρατορίας δημιουργώντας σύγχρονα βιλαέτια σε ολόκληρη την ελληνική διοικητική επικράτεια. Με πρόσχημα την έναρξη ισχύος των νέων οργανογραμμάτων των υπουργείων, λήγουν οι θητείες όλων των προϊσταμένων κάθε ιεραρχικού επιπέδου (Τμήματος, Διεύθυνσης και Γενικής Διεύθυνσης) και ορίζονται νέοι αποκλειστικά και μόνο με απόφαση του οικείου Υπουργού.

Την αρχή έκανε ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ο οποίος επέλεξε να μην τοποθετήσει σε θέση Γενικού Διευθυντή τον μόνο εν υπηρεσία Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου που τοποθετήθηκε στη θέση αυτή μετά από κρίση του Ειδικού Συμβουλίου Επιλογής Προϊσταμένων (ΕΙΣΕΠ). Τι κι αν ο νόμος, που ο ίδιος ο Υπουργός εισηγήθηκε, προέβλεπε την προτεραιότητα εκείνων των προϊσταμένων που είχαν τοποθετηθεί έπειτα από κρίση του ΕΙΣΕΠ; Συμπτωματικά ή μη, ο εν λόγω προϊστάμενος, ήταν ο μόνος ο οποίος είχε εκφράσει την αντίθεσή του στην εισαγωγή ποσοστώσεων στην αξιολόγηση.

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι κάτω από το εκσυγχρονιστικό περίβλημα, επιχειρείται η εμπέδωση μιας σχέσης άμεσης εξάρτησης της διοικητικής ιεραρχίας από την πολιτική ηγεσία, που θέτει εν αμφιβόλω την κατεύθυνση των υλοποιούμενων μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων με πρώτη εξ αυτών την αξιολόγηση του προσωπικού της δημόσιας διοίκησης, η οποία θα διεκπεραιωθεί από προϊσταμένους που αναδεικνύονται από παρόμοιες μεθοδεύσεις.
Όσο για τις πάγιες διατάξεις και την πλήρη εφαρμογή του Νόμου αρκεί μόνο να αναφερθεί ότι αυτές προϋποθέτουν την έκδοση δεκατριών (13) δευτερογενών ρυθμίσεων και την σύσταση τριάντα (30) επιτροπών.

Εν κατακλείδι, Τί χρείαν έχομεν εις την πόλιν ταύτην, αξιοκρατικά επελεγμένων και αρτίως καταρτισμένων στελεχών; Άραγε, η πολιτική ηγεσία δεν γνωρίζει να επιλέγει τους καλύτερους για εμάς; Ίσως γι αυτό, εμφυτεύτηκε άλλη μια “μεταρρυθμιστική” διάταξη στο έτερο “θερινό” νομοσχέδιο του ΥΔΜΗΔ, με την οποία επιχειρείται να απαξιωθεί πλήρως ο εισαγωγικός διαγωνισμός της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης.

Οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, έχοντας πλήρη αίσθηση της αποστολής και της ευθύνης τους σε αυτή την συγκυρία και παραμένοντας απόλυτα προσηλωμένοι στην προάσπιση των αρχών της νομιμότητας και του δημοσίου συμφέροντος:

• Καταδικάζουν όλες τις προσπάθειες αποδόμησης μιας διοίκησης, η οποία πρέπει επιτέλους να αποτελέσει το θεσμικό αντίβαρο σε ανάλογες “εμπνεύσεις”.

• Υποστηρίζουν την αξιοκρατική και πολιτικά αμερόληπτη τοποθέτηση προϊσταμένων, ασκώντας κάθε ενδεδειγμένο και πρόσφορο διοικητικό και ένδικο μέσο».