Ηταν 14 χρόνων και έφαγε πολύ ξύλο από τον πατέρα του, ο οποίος ωρυόμενος του είπε: «Καραγκιοζοπαίχτης θα γίνεις, ρε!». Ο Νίκος Μαμαγκάκης δεν έγινε φυσικά καραγκιοζοπαίχτης, αλλά 50 χρόνια αργότερα έγραψε μια όπερα για τον Καραγκιόζη.


Δεν είναι η πρώτη του ­ έχει γράψει άλλες τρεις: την «Οδύσσεια» του Καζαντζάκη, τον «Ερωτόκριτο» του Κορνάρου και την «Ερωφίλη» του Χορτάτζη. Για την «Οπερα των Σκιών» υπάρχει ένα χρονικό. Ο Νίκος Μαμαγκάκης είναι γλαφυρός στην αφήγησή του.


«Φεύγουν οι Γερμανοί από την Κρήτη και την Ελλάδα. Η χώρα σπαραγμένη. Οι περισσότεροι άνδρες σκοτωμένοι στους δύο πολέμους. Οι Αμερικανοί στέλνουν τρόφιμα. Το υπουργείο Παιδείας δημιουργεί παιδικές κατασκηνώσεις. Δεν με δέχονται γιατί είμαι 14 χρόνων. Πάω, λοιπόν, μόνος μου. Σκαστός από το σπίτι. Βρίσκω κάτι φιγούρες του Καραγκιόζη σε χαρτόνια της αμερικανικής βοήθειας, αυτά που είχαν μέσα τα γάλατα και ήταν σκληρά σαν δέρματα. Με εντυπωσίασαν. Επιασα και έκανα δικούς μου Καραγκιόζηδες σε μεγάλο ανάστημα, στήνω έναν μπερντέ, παίρνω τα τσουβαλάκια της ζάχαρης, τα πρώτα νάιλον που μπήκαν στην Ελλάδα, και αρχίζω να παίζω».


Μεγάλη επιτυχία. Την τρίτη βραδιά τού παραχωρεί η διεύθυνση της κατασκήνωσης ειδικό αντίσκηνο όπου έμενε με τον μάγειρο. Ηρθαν όλα τα γύρω χωριά και παρακολουθούσαν την παράσταση. Τραγουδούσε όμορφα και έπαιζε κιθάρα. Θυμάται ακόμη με καμάρι αυτό που έγραψε ο επιθεωρητής όλων των σχολείων του κράτους σε μια εφημερίδα. Εναν ύμνο: «Ο ιδιοφυής, αυτοσχέδιος και αυτόκλητος καραγκιοζοπαίχτης Νίκος Μαμαγκάκης».


* Εγραφε επί 19 μήνες


Μόλις γύρισε στο Ρέθυμνο τον έδειρε ο πατέρας του. Τον άλλο χρόνο, πάντως, προσελήφθη επίσημα από τη Γενική Επιθεώρηση επί χρήμασι για να ψυχαγωγεί τα παιδιά της κατασκήνωσης. «Μετά δεν ξαναείδα ούτε ξανάκουσα Καραγκιόζη». Εκανε μια φοβερή πορεία ταξιδεύοντας, σπουδάζοντας. Καραγκιόζης δεν υπήρχε πουθενά, ούτε καν στη μνήμη. Ωσπου πριν από δύο χρόνια τον επισκέφτηκε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής κ. Νίκος Τσούχλος και του πρότεινε να γράψει κάτι για το Μέγαρο. Εντελώς αυθόρμητα είπε πως θα κάνει την «Οπερα των Σκιών». Αρχισε, λοιπόν, να μελετά τις πηγές. Βρήκε αναφορά στον ελληνικό Καραγκιόζη σε μια εφημερίδα των Αθηνών, η οποία έγραφε πως το 1850 ο Μπαρμπα-Γιάννης Μπραχάλης, μαθητής του Μαυρομμάτη από την Κωνσταντινούπολη, έπαιζε κάθε βράδυ Καραγκιόζη κοντά στην Ομόνοια.


«Η παράδοση των καραγκιοζοπαιχτών αναφέρει ότι ο Μαυρομμάτης ήταν ο πρώτος άνθρωπος ο οποίος έπαιξε ελληνικό Καραγκιόζη. Υδραίος που βρέθηκε στην Κίνα, γοητεύθηκε από τις φιγούρες των Κινέζων, πέρασε ελληνικές κωμωδίες στις σκιές και είχε μεγάλη επιτυχία. Εβγαλε μάλιστα και μαθητές. Η ιστορία της «Οπερας των Σκιών» είναι η ζωή του πρώτου καραγκιοζοπαίχτη, σκηνοθέτη θεάτρου σκιών μου αρέσει καλύτερα να τον λέω, που πάει στην Κωνσταντινούπολη και στήνει τον μπερντέ του απέναντι από το Σαράι, το σπίτι της εξουσίας. Η εξουσία τον διώκει, αλλά αυτός δεν φεύγει γιατί εν τω μεταξύ ερωτεύεται μια Σουλτάνα».


Επί 19 μήνες, 17 ώρες την ημέρα έγραφε την «Οπερα των Σκιών». Δημοσιοποιεί την ανεπιφύλακτη ευγνωμοσύνη του στους ανθρώπους του Μεγάρου και κυρίως στον κ. Λαμπράκη, στον οποίο την αφιερώνει. «Αν δεν υπήρχε και δεν μου την παρήγγελλε όλη αυτή η ζωτικότητα των 19 μηνών θα γύριζε στον αέρα. Αφήστε που δεν αποκλείεται να είναι και κάτι καλό».


Αναφερόμενος στη μουσική της όπερας ο συνθέτης δεν θέλει να την αναλύσει. «Εχω φτάσει σε ένα σημείο να μπορώ να μην είμαι σκλάβος των διαφόρων τάσεων της μουσικής και των διαφόρων μονολιθικοτήτων, αλλά να μπορώ να προγραμματίζω τον αυτοσχεδιασμό μου με την καρδιά μου. Είναι τόσο εύκολο να αρχίσει κανείς να κάνει αναλύσεις. Είμαι συνθέτης. Μόνο οι συνθέσεις με ενδιαφέρουν».


* Το «μπερντέ ανσάμπλ»


Το μόνο που τελικά λέει είναι πως η μουσική δεν έχει άμεσες αναφορές. Εμμεσες μόνο. «Είμαι Ελληνας, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς». Πρόκειται για μια μουσική ιδέα επεξεργασμένη στο έπακρον. Η μουσική στον Καραγκιόζη είναι ανύπαρκτη, τονίζει. Οι καραγκιοζοπαίχτες ήταν και σκηνοθέτες και συγγραφείς και ζωγράφοι και όλα. Γι’ αυτό δεν μπορούσαν να είναι και καλοί συνθέτες. «Το καλύτερο τραγούδι του Καραγκιόζη είναι το χειρότερο λαϊκό τραγούδι. Ακόμη και αυτή η μουσική που παίζεται δεν είναι ελληνική, είναι μια ρουμανική χώρα». Εψαξε βαθιά για να βρει στοιχεία. Αυτά που μπορεί, αυτά που κουβαλάει. Υπάρχει ένα τραγουδισμένο μέρος που φιλοδοξεί να είναι μια άποψη. Οδηγός του υπήρξε πάντα το λιμπρέτο, ο λόγος. Η παράσταση αρχίζει με ένα μπαλέτο ­ οι όπερες είχαν μπαλέτο, επισημαίνει. Αργότερα καταργήθηκε. «Θέλω να πιστεύω ότι είναι μια βακχική γιορτή. Χορεύουν συμπυκνωμένη την ιστορία και εκεί όπου υπάρχει λύτρωση ακούγεται η κραυγή της χορωδίας. Ετσι άρχιζαν οι γιορτές στην αρχαία Ελλάδα».


Αυτό που κυριαρχεί σε όλη την παράσταση είναι οι σκιές. Σκιές στην αποθέωσή τους. Και κάπου στη σκηνή τρία όργανα εκτός συμφωνικής ορχήστρας. Ενα μπουζούκι, ένα σαντούρι και κρουστά. Είναι το περίφημο «μπερντέ ανσάμπλ». Είναι τα όργανα που αναφέρονται στην παράδοση. «Η ελληνικότητα πηγάζει από το αποτέλεσμα», λέει. «Δεν θέλω η μουσική μου να παραπέμπει ή να μην παραπέμπει κάπου. Εγραψα 30.000 μέτρα μουσικής, δεν μπορείς να πεις ότι παραπέμπουν κάπου, γιατί υπεραπλουστεύεις. Οι χοροί του Σκαλκώτα παραπέμπουν στους ελληνικούς χορούς, αν όμως από τους χορούς αφαιρέσεις τις μελωδίες, τις οποίες ενορχήστρωσε ο Σκαλκώτας, αυτό που μένει είναι ένα συγκλονιστικό καλλιτέχνημα».


Ο Νίκος Μαμαγκάκης έχει ασχοληθεί με όλα τα είδη μουσικής. Θεωρεί πάντως τον συνθέτη στην Ελλάδα ένα καθημαγμένο άτομο. Δεν κερδίζει λεφτά, δεν έχει την ευκαιρία να ακούει «ζωντανά» τη δουλειά του, δεν έχει δυνατότητα να εξελιχθεί. «Για να ζήσει πρέπει να γράφει τραγούδια, αλλά το τραγούδι δεν είναι και το άπαν. Υπάρχουν τόσα εκατομμύρια τραγούδια που δεν μπορείς να ακούσεις άλλα. Ακούς, δεν ακούς, είναι το ίδιο πράγμα. Ποιος να τα αφομοιώσει όλα αυτά. Η μουσική είναι απέραντη τέχνη και πανανθρώπινη. Εχω προσπαθήσει να γράψω τα πάντα. Δεν μπορώ να περιοριστώ. Με στεναχωρεί».


* Προέκταση της τραγωδίας


Τον ενδιαφέρει να αρέσει η «Οπερα των Σκιών». Ξέρει πως δεν έχουμε παράδοση στις όπερες και το θεωρεί δικαιολογημένο. «Οπερες ελληνικές υπάρχουν, δεν υπάρχουν 50. Η όπερα είναι η προέκταση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Η αρχαία ελληνική τραγωδία ήταν όλη μελοποιημένη, δεν υπάρχει αμφιβολία περί αυτού. Το γεγονός ότι εμείς δεν έχουμε παράδοση οφείλεται στα 400 χρόνια σκλαβιάς. Οταν είσαι 400 χρόνια στον ζυγό πώς να αναπτύξεις τις τέχνες. Οι όπερες δεν είναι κουλούρια της Λαμπρής. Για να γράψεις μια όπερα πρέπει να φτύσεις το αίμα της ψυχής σου».


­ Η ελληνική γλώσσα είναι εμπόδιο για την όπερα;


«Είναι γλώσσα όπερας τα ελληνικά. Είναι η πιο ευέλικτη γλώσσα, η πιο εύκολα μελοποιήσιμη γλώσσα».


­ Τι προσπαθήσατε να αποφύγετε γράφοντας την «Οπερα των Σκιών»;


«Προσπάθησα να μην μπορεί εύκολα να μπει στάμπα στη μουσική της. Εχει από πολύ μοντέρνα στοιχεία ως αφάνταστα απλά. Ο,τι ακριβώς απαιτεί και η ζωή. Αφησα τον εαυτό μου εντελώς ελεύθερο. Τώρα θα φανεί τι έκανα. Τώρα ξυρίζουν τον γαμπρό».


* Οπερα των Σκιών. Οπερα σε τρεις πράξεις. Μουσική: Νίκος Μαμαγκάκης. Λιμπρέτο: Νάσος Θεοφίλου. Σκηνοθεσία: Γιάννης Σμαραγδής. Σκηνικά – κοστούμια: Δαμιανός Ζαρίφης. Χορογραφία: Κώστας Ρήγος. Ο Χάρης Αδριανός ερμηνεύει τον Καραγκιόζη, ενώ τους υπόλοιπους ήρωες ενσαρκώνουν οι: Τάσης Χριστογιαννόπουλος (Μαυρομμάτης), Σπύρος Σακκάς (Χατζηαβάτης), Αγγελική Καθαρίου (Ευγενία, Αϊσέ), Τζούλια Σουγκλάκου (Αγλαΐα), Σαβίνα Γιαννάτου (Βαλιδέ), Νίκος Κούρος (Βεληγκέκας). Παίζει η Καμεράτα υπό τη διεύθυνση της Κωνσταντίνας Γουρζή και συμμετέχει η χορωδία Fons Musicalis υπό τη διεύθυνση του Κωστή Κωνσταντάρα. Μέγαρο Μουσικής, 5, 6 και 8 Απριλίου, 8.30 μ.μ.