«Ακόμα και ένας εγκληματίας έχει δικαίωμα σε μια δεύτερη ζωή. Για μένα φρόντισαν να μην έχω αυτή την ευκαιρία. Δεν έπαψαν ποτέ να με αποκαλούν πόρνη». Αυτό υποστήριζε μέχρι τον θάνατό της, το 2017, η βρετανίδα Κριστίν Κίλερ, η οποία βρέθηκε στο επίκεντρο της πολύκροτης «Υπόθεσης Προφούμο» που το 1963 προκάλεσε την πτώση της συντηρητικής κυβέρνησης Μακ Μίλαν.

Το 1961 η Κριστίν Κίλερ, κόρη φτωχής οικογένειας, ήταν 19 ετών και εργαζόταν ως χορεύτρια σε νάιτ κλαμπ. Μέσω ενός φίλου, του οστεοπαθητικού Στίβεν Γουόρντ, γνωρίστηκε με μέλη της υψηλής αγγλικής κοινωνίας, ανάμεσά τους και τον Τζον Προφούμο, τότε υπουργό Αμυνας, με τον οποίο έζησε ένα ειδύλλιο μερικών εβδομάδων. Παράλληλα η Κίλερ διατηρούσε σχέσεις με τον Γεβγκένι Ιβανόφ, επιτετραμμένο της σοβιετικής πρεσβείας στο Λονδίνο. Στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου – το 1962 η κρίση των πυραύλων της Κούβας οδήγησε τη Δύση και την ΕΣΣΔ στα όρια της πολεμικής σύρραξης -, η Κίλερ κατηγορήθηκε για κατασκοπεία, κατηγορία για την οποία απηλλάγη. Ο Τζον Προφούμο παραιτήθηκε παραδεχόμενος ότι είχε καταθέσει ψευδώς στη Βουλή των Λόρδων πως δεν είχε σχέσεις με την Κίλερ. Το σκάνδαλο έλαβε τεράστιες διαστάσεις και κόστισε στη βρετανική κυβέρνηση την παραίτησή της.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω